12 Απρ 2011 @ 10:05 ΜΜ
Μα τι μπορούμε να πράξουμε(praxis)σε ένα «κόσμο χωρίς καρδιά και σε μια εποχή δίχως πνεύμα»; Σε μια εποχή βαθιάς και πολύμορφης κρίσης. Σε μια εποχή που δεν αντιστοιχεί μια σύζευξη, ενότητα μεταξύ εργατικής τάξης και διανόησης καθώς η πρώτη αποσυντίθεται και η δεύτερη ενσωματώνεται;
Σε μια εποχή μετα-αστική και ταυτόχρονα ούλτρα-καπιταλιστική με πρωτεργάτη την Αμερικάνική Αυτοκρατορία, την πρώτη πραγματικά παγκόσμια αυτοκρατορία; Απόρροια του συνδυασμού ενός προ-αστικού και ενός μετα-αστικού στοιχείου. Του προ-αστικού της wasp, της αγγλοσαξονικής, διαμαρτυρόμενης πουριτανικής μεσσιανικής συνιστώσας που βλέπει τους Αμερικάνους ως το περιούσιο λαό. Καθώς και την μετα-αστική και υπερκαπιταλιστική συνιστώσα του καταναλωτικού χωνευτηρίου, μιας γενικευμένης πληβειοποίησης, που μετέτρεψε τα κύματα μετανάστευσης σε οχλοποιημένο Αμερικάνικο λαό. Μια οχλοποίηση που διέλυσε τις επιμέρους πολιτιστικές κουλτούρες, αντίστοιχη με τον γενικευμένο παγκοσμιοποιημένο Αμερικανισμό της ύστερης καπιταλιστικής φάσης που ζούμε.
Που πήρε το όνομα παγκοσμιοποίηση, αυτό το όπλο μαζικής καταστροφής που:α)απέκρυψε το ρόλο της κρατικής παρέμβασης στην οικονομία, β) επέφερε μια ουσιαστική νίκη του χρηματιστηριακού κεφαλαίου επί του βιομηχανικού κεφαλαίου, γ) αποτέλεσε την μεγάλη πρόφαση για την επισφάλεια και την ελαστικότητα στην εργασία, που διέλυσε και τους τελευταίους θύλακες εργατικής- προλεταριακής κοινότητας.
Μια άκρως άθλια κατάσταση πραγμάτων που αδυνατεί να αντιμετωπίσει το εργατικό κίνημα, τα μικρομεσαία στρώματα, καθώς και τα κόμματα της αριστεράς, κοινοβουλευτικά και μη. Είτε στοχεύουν σε μια άλλη κοινωνία, είτε επιζητούν την καλυτέρευση αυτής της υπερκαπιταλιστικής κοινωνίας.
Αίρεσης εγκώμιο
Για να αντιμετωπίσει τα εν λόγω ερωτήματα ο φιλόσοφος Κοστάντσο Πρέβε στο βιβλίο του «κριτική ιστορία του μαρξισμού-εκδόσεις κψμ-2010» προχωράει σε μια άκρως αιρετική ερμηνεία της ιστορίας του μαρξισμού, των μαρξισμών και του κομμουνιστικού κινήματος, από την γέννηση του Κ. Μαρξ έως την κατάρρευση του ιστορικού κομμουνισμού του 20ού αιώνα.
Ο συγγραφέας θεωρεί πως ο μαρξισμός και το κομμουνιστικό κίνημα που ζήσαμε- όσοι το ζήσανε, με όποιο τρόπο το ζήσανε- στον 20ό αιώνα έχει τελειώσει. Μια διαπίστωση που σε ένα μεγάλο -καθοριστικό θα έλεγα βαθμό- θα με βρει σύμφωνο.
Όπως ο συγγραφέας έτσι και εγώ πιστεύουμε πως ο «μαρξισμός» ως ένα μίγμα οικονομισμού, ιστορικισμού και πολιτικισμού, μια παραθεολογική – ψευδοθεολογική θα έλεγα καλύτερα- οπτική «επιστημονικής» πρόβλέψης του τέλους της ιστορίας έχει τελειώσει.
Ο «μαρξισμός» ή ο μεταμαρξισμός- ο Κοστάντσο Πρέβε αφήνει το ερώτημα ανοικτό- έχει μέλλον μόνο αν διαρρήξει με ριζικό τρόπο τους δεσμούς του με το μαρξισμό ή τους μαρξισμούς που ζήσαμε ή και ζούμε ως τα τώρα.
Αντίστοιχα ο κομμουνισμός έχει μέλλον μόνο αν διαρρήξει τους δεσμούς του με τον κομμουνισμό που ζήσαμε. Και ιδιαίτερα με τον κομμουνισμό που πιστεύει πως τα ξέρει όλα, πως με ένα σχιζοφρενικά μανιχαιστικό τρόπο πιστεύει πως κατέχει την μεγάλη «αλήθεια».
Πως με ένα ψευδομεσσιανικό τρόπο είναι ο εκφραστής ενός νέου περιούσιου λαού, στην συγκεκριμένη περίπτωση της εργατικής τάξης και του μυθικού προλεταριάτου. Και άρα δικαιολογείται να ρίχνει στο πυρ το εξώτερον τις άλλες αιρετικές «αλήθειες», που συχνά ονειρεύονται να μετατραπούν σε κυρίαρχη «αλήθεια».
Αναλύοντας όλα τα παραπάνω ο «Κ.Π» στο βιβλίο ακολουθεί μια περιοδολόγηση που χωρίζεται σε τρία μέρη. Στο πρωτο-μαρξισμό(1875- 1914), στον μεσο-μαρξισμό(1914-1956) και στον υστερο-μαρξισμό(1956-1991). Ενώ το πρώτο κεφάλαιο ασχολείται με το πώς το κυρίαρχο ωφελιμιστικό μοντέλο κυριαρχείσαι και στο δεύτερο με τον διανοητικό κολοσσό που λέγεται Κ. Μαρξ και στο τελευταίο με το δίλημμα υπέρβαση ή ανασυγκρότηση του μαρξισμού;
Προσπαθώντας με επιμέλεια να αποφύγει τις αντικομουνιστικές, ανtισταλινικές και αντιμαρξιστικές υστερίες που κυριάρχησαν στην φάση εντεύθεν της απρόσμενης κατάρρευσης του «υπαρκτού σοσιαλισμού» το 1991.
Για τον συγγραφέα θέλουμε δεν θέλουμε το ιστορικό φαινόμενο του πολιτικού κομμουνισμού του 20ου αιώνα ήταν ο σταλινισμός, συσχετιζόμενο αμεσότατα με την οικοδόμηση του «σοσιαλισμού» στην ΕΣΣΔ. Ως ένας συνδυασμός οικονομισμού και παραγωγισμού που δεν υπέρβαινε το κυρίαρχο ωφελιμιστικό καπιταλιστικό μοντέλο. Εκφράζοντας όμως με ειλικρίνεια την αδυναμία του να προσφέρει ένα συνολικό αντι-ωφελιμιστικό μοντέλο, πιστεύοντας όμως στην δυνατότητα ύπαρξης του.
Κ. Μαρξ: κάθε ερμηνεία δυνατή και «αληθινή»
Ο «Κ.Π» κάνει μια διάκριση ανάμεσα στην σκέψη του Κ. Μαρξ και στον «μαρξισμό» που οικοδομήθηκε από τον «Παύλο» του μαρξιστικού κινήματος τον Ενγκελς και τον «αποστάτη»- κατά «τας λενινιστικάς γραφάς»- Κάουτσκυ.
Ουδέποτε ο Κ.Μαρξ δεν οδηγήθηκε σε ένα «ισμό», αλλά οικοδόμησε ένα «ανοικτό» επιστημολογικό μοντέλο που έμοιαζε με ένα εργοτάξιο που οι μηχανές λειτουργούν στο φουλ, αρνούμενος να ταυτιστεί με ένα δόγμα, είναι άλλωστε γνωστή η φράση: «εγώ δεν είμαι μαρξιστής».
Ο «Κ.Π» θεωρεί πως ο Μαρξ δεν το έπραξε καθώς για το μόνο που ένιωθε σίγουρος ήταν για την θεωρία της φύσης και για την θεωρία της απόσπασης υπεραξίας. Ενώ δεν είχε καταλήξει για τα αίτια της καπιταλιστικής κρίσης. Δεν είναι τυχαίο πως ο ίδιος είχε δημοσιεύσει μόνο το πρώτο μέρος του «κεφαλαίου», ενώ τους υπόλοιπους τόμους δημοσιεύτηκαν με ευθύνη και επιμέλεια του Ενγκελς.
Επίσης σε αντίθεση με την μαρξική διαλεκτική αναγκαιότητας και ελευθέριας- διαμέσου του Σπινόζα και της Επικούρειας «παρεκκλισις»- ο «μαρξισμός» ως «ισμός» παράχθηκε από μια παραγγελιά-άμεση και έμμεση- της Γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας και της βιομηχανικής εργατικής τάξης, μετατρέποντας την τελευταία σε περιούσιο λαό της επανάστασης και τελικά του ρεφορμισμού.
Επρόκειτο για μια άθεη θρησκεία είτε στην δευτεροδιεθνιστική, είτε ιδιαίτερα στην τριτοδιεθνιστική κομμουνιστικής έκφραση. Στο βαθμό που ως θρησκεία δεν είναι απλώς μια «ψευδής συνείδηση» ένα «όπιο του λαού», αλλά είναι μια μονάδα νομιμοποίησης της ανισότητας και μεσσιανική- ασθενής ή δυνατή- διαμαρτυρία εναντίον της.
Η Μαρξική σκέψη ανοικτή σε ερμηνείες υπήρξε για τον «Κ.Π» καρπός του Αριστοτελικού «δυνάμει ον», της φιλοσοφικής έννοιας της αλλοτρίωσης και της έννοιας της άξιας. Αποτέλεσε την ξεχωριστή συνύπαρξη ενός (ασυνείδητα)ιδεαλιστή διαλεκτικού φιλοσόφου και ενός(ενσυνείδητα) υλιστή κοινωνικού επιστήμονα. Δηλαδή μιλάμε για έναν ιδεαλισμό της χειραφέτησης που θεμελιώνεται στην έννοια του «τρόπου παραγωγής» και σε ένα νατουραλισμό του γενικού φυσικού όντος.
Εργατικό υποκείμενο και «γενική διάνοια»
Ο «Κ.Π» θεωρεί πως η προβληματική πλευρά του Μαρξικού σχεδίου είναι η φιλοσοφική ταύτιση του επαναστατικού υποκειμένου των προλεταρίων με την οικονομική τάξη των μισθωτών εργατών. Είτε αναφέρεται στην ανταγωνιστική πολικότητα του κεφαλαίου-εργατικής τάξης στο κομμουνιστικό μανιφέστο που σε σύντομο διάστημα ο ίδιος ο Κ. Μαρξ αντιλήφθηκε πως δεν αρκούσε, «διαβάζοντας» και την ιστορική ανεπάρκεια των δούλων να συντρίψουν τους δουλοκτήτες, όπως και των δουλοπάροικων τους φεουδάρχες.
Ετσι πέρασε σε μια μαρξική προσέγγιση ενεργούς μετάλλαξης του υποκειμένου με την βοήθεια της «γενικής διάνοιας» προς την συγκρότηση ενός υποκειμένου συλλογικού συνεταιριστικού και συμμετοχικού. Ενός υποκειμένου που όμως πουθενά- ως τα τώρα θα έλεγα εγώ- δεν έχει κάνει την εμφάνιση του και δεν έχει παίξει τον ιστορικό ρόλο του.
Θεωρώντας την «Γενική διάνοια» κάτι σαν το πνεύμα των πρώτων χριστιανών και τις ιδεες των νεοπλατωνιστών. Κάτι που δεν θα με βρει σύμφωνο. Η «γενική διάνοια» δεν είναι το λυχνάρι του Αλαντίν αλλά η γενική παραγωγική ικανότητα στον υπεραναπτυγμένα καπιταλισμό. Που έχει ως αποτέλεσμα να βγάζει of την παραγωγή με βάση το νόμο της αξίας. Δημιουργώντας δυνητικά τις προϋποθέσεις για τον κομμουνισμό. Ταυτόχρονα είναι εξίσου αλήθεια πως η ανάπτυξη του καπιταλισμού στην σημερινή φάση του αποσαθρώνει την εργατική κοινότητα μετατρέποντας σε ένα χυλό από σκορπισμένες ατομικότητες.
Αυτή η κυρίαρχη αντίθεση μπορεί να οδηγηθεί είτε σε μια δημοκρατικά αυτοδιαχειριζόμενη πολιτεία, είτε σε μια παγκόσμια οχλοποίηση στα πλαίσια της ύστερης καπιταλιστικής αυτοκρατορίας που όλο και πιο πολύ θα μοιάζει με μοντέρνα φεουδαρχία. Εξαρτάται από την δράση των συγκεκριμένων ιστορικών επαναστατικών υποκείμενων.
Η παρουσία του συμμετοχικού συνεταιρισμένου εργαζόμενου σε αλληλεπίδραση με την «Γενική διάνοια» μπορεί να ήταν ουτοπία στην εποχή του Κ.Μαρξ και δυνατότητα σήμερα. Δηλαδή να ισχύει αυτό που λέει ο Γ. Ρούσης το βιβλίο του «ο Μαρξ γεννήθηκε νωρίς».
Και τα παραπάνω όχι βέβαια με όρους οικονομισμού αλλά με όρους οντολογίας του κοινωνικού είναι. Δηλαδή στην βάση της ενότητας της ιστορίας και της λογικής στο πεδίο της κοινωνικής διαλεκτικής. Αν και μάλλον για τον «Κ.Π» αποτελεί μια άλλου τύπου εκδοχή ενός οικονομισμού και ιστορικισμού και ίσως και να έχει και δίκαιο, όπως μπορεί και να έχει και άδικό και ο ίδιος, αναγνωρίζει πως μπορεί και να κάνει και λάθος.
Η επανάσταση ενάντια στο κεφάλαιο(του Μαρξ).
Η αποτυχία διαμέσου της Β διεθνούς για την αυτοχειραφέτηση της εργατικής τάξης της βιομηχανικής εποχής, κάτι που την οδήγησε στο σφαγείο του Ά παγκόσμιου πολέμου, οδήγησε τον Λένιν να πει πως η επανάσταση δεν μπορεί να γίνει στα ανώτερα σημεία καπιταλιστικής ανάπτυξης αλλά στους πιο αδύνατους της κρίκους.
Και ταυτόχρονα να πει πως αυτός που θα μπει μπροστά στην επανάσταση είναι ένα κόμμα συνειδητών επαγγελματιών επαναστατών, διότι αναγνώριζε την αδυναμία των εργατικών τάξεων στην αυτοχειραφέτηση τους. Έτσι από την θεολογία του μεσσία εργατική τάξη, περνάμε στην θεολογία του μεσσία κόμμα νέου τύπου.
Η επανάσταση ενάντια και στο Μαρξικό κεφάλαιο του Λένιν και των Μπολσεβίκων-όπως είπε ο Α. Γκράμσι- οδήγησε τις κυριαρχούμενες καπιταλιστικές τάξεις να πάρουν την εξουσία στην Ρωσία. Φυσικά η αδυναμία τους να ηγεμονεύσουν και να αυτοκυβερνηθούν τους οδήγησε να «εκπροσωπηθούν» από ένα εξειδικευμένο στρώμα που γρήγορα εξελίχθηκε σε κυρίαρχη τάξη στην βάση των διαφοροποιήσεων στην γνώση και στην εξουσία.
Ο «Κ.Π» υπερασπίζεται και σωστά πράττει την επανάσταση στην Ρωσία το 1917- όχι βέβαια μέσα από το πρίσμα της Μαρξιστο- λενινιστικής διαλεκτικής- αλλά μέσα από το πρίσμα του φυσικού δικαίου. Ενός φυσικού δικαίου αντίστασης στην καταπίεσης και στο πόλεμο. Θεωρώντας δε υπερβολική την βιασύνη των δάσκαλων του Χέγκελ και Μαρξ που τόσο νωρίς απαλλάχθηκαν από το νεώτερο φυσικό δίκαιο.
Ο «σοσιαλισμός» του «δεύτερου Φαραώ»
Σίγουρα εκπλήσσει η άποψη του συγγραφέα πως ο Στάλιν είναι ο πιο μεγάλος κομμουνιστής του 20ού αιώνα. Μια στάση που έρχεται σε ανοικτή αντιπαράθεση με μια ανθρωπολογική δαιμονοποίηση του Στάλιν, δικαιολογημένη ως ένα σημείο λέω εγώ. Στόχος όμως του «Κ.Π» είναι να ξεκαθαρίσει το κουρνιαχτό της ανθρωπολογικής δαιμονοποίησης, προσφεύγοντας στην οντολογική συνύπαρξη αντιθέτων και στην ενότητα τους.
Για αυτόν ο Στάλιν οικοδόμησε δυο πράγματα: «Κατά πρώτον, οικοδόμησε πραγματικά τον «σοσιαλισμό» ή τουλάχιστον τον μόνο δυνατό «σοσιαλισμό» στις δοσμένες ιστορικές συνθήκες.. Κατά δεύτερον, ακριβώς διότι οικοδόμησε πράγματι «σοσιαλισμό», και όχι βέβαια γιατί τον πρόδωσε, οικοδόμησε ένα πρωτόγνωρο και ασταθή νέο ταξικό οικονομικό-κοινωνικό σχηματισμό».
Εννοώντας ως «σοσιαλισμό» την ενότητα της κρατικής ιδιοκτησίας και του κεντρικού οικονομικού σχεδιασμού και όχι του Μαρξικού κατώτερου σταδίου του κομμουνισμού της κριτικής του προγράμματος της Γκότα.
Κατά τον συγγραφέα η οικοδόμηση του εν λόγω «σοσιαλισμού» ήταν ένα μοντέλο εγγυημένης εργασίας, ενός δικτύου κοινωνικών παροχών και παραγωγικότητας που στηρίζεται στην υπερεκμετάλλευση της ζωντανής εργασίας των σταχανοβιστών, που υπήρξε ταυτόχρονα και ένα μοντέλο μαζικής κοινωνικής ανέλιξης.
Με αποτέλεσμα την εδραίωση μιας νέας εκμεταλλευτικής τάξης, έκφραση και αποτέλεσμα όπως λέει ο «Κ.Π» της ιστορικής αδυναμίας τα εργατικής τάξης να αυτοκυβερνηθεί. Ο ίδιος ο Στάλιν πάλι κατά τον συγγραφέα προσπάθησε -διαμέσου της κρατικής τρομοκρατίας- να εξορκίσει την εδραίωση της.
Κάτι που τελικα επιτευχθεί με τους μετασταλινικούς ηγέτες της ΕΣΣΔ. Με αρχή τον δουλικό Σταλινικό Χρουστσώφ που έφτυσε εκεί που έγλειφε. Σταθεροποιώντας την νέα ταξική κυρίαρχη ελίτ που 40 χρόνια αργότερα από την κατοχή θα περάσει στην ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής.
«Σοσιαλισμός» ή σοσιαλισμός-κομμουνισμός;
Προσωπικά με ξενίζει κάπως η χρησιμοποίηση της λέξης «σοσιαλισμός» ως το μοντέλο μιας ταξικής κοινωνίας με κυρίαρχους και κυριαρχούμενους. Με απουσία έλεγχου της παραγωγής από την ίδια την εργατική τάξη. Κατά εμέ αν θέλουμε να κρατήσουμε το όνομα σοσιαλισμός ας το δούμε μόνο ως την πρώτη ανώριμη φάση της κομμουνιστικής κοινωνίας που έχει περάσει την μεταβατική της περίοδο. Όπως τον είδε ο ίδιος ο Κ. Μαρξ στην κριτική στο πρόγραμμα της Γκότα. Αν και θα ήθελα να απαλειφθεί τελειωτικά το όνομα του σοσιαλισμού. Φθονώ πως οι δυνατότητες για τον κομμουνισμό αλλά και για την καταστροφή της ίδιας της ανθρωπότητας είναι τόσο μεγάλες που δεν υπάρχουν τα περιθώρια για μεταβατικές «σοσιαλιστικές» κοινωνίες.
Επίσης έχω καταλήξει- αυτή την στιγμή τουλάχιστον- στο συμπέρασμα πως οι χώρες του «υπαρκτού σοσιαλισμού» ήταν μια μορφή καπιταλισμού, στο βαθμό που η κυρίαρχη νέα κομματική ελίτ λειτούργησε ως δυνάμει «αστική τάξη» και η διαλεκτική κεφάλαιο-εργασία δεν είχε παραμείνει μόνο ζωντανή αλλά και ηγεμονεύουσα, με αποτέλεσμα το εμπόρευμα εργατική δύναμη να κυριαρχεί.
Με ένα διευρυμένο όμως κοινωνικό κράτος που υπόσκαπτε- μαζί με τους ανταγωνισμούς του ψυχρού πολέμου και τις ταξικές ανισότητες που διαρκώς άνοιγαν- το συγκεκριμένο υβριδικό καπιταλιστικό σχηματισμό.
Θεωρώ όμως πως η ανάγνωση της βιοιστορίας του «υπαρκτού σοσιαλισμού» από τις δυνάμεις της αριστεράς παραμένει μια ανοικτή υπόθεση που θα καθορίσει και καθορίζει εν πολλοίς και σήμερα τους όρους της κομμουνιστικής επαναστατικής επαναθεμελίωσης.
Οι 4 κρίσεις
Ακολουθώντας ως ένα σημείο την «οντολογία του κοινωνικού είναι» του ύστερου Λούκατς και το θεωρητικο μοντέλο του Αλτουσέρ -κατά το οποίο ο μαρξισμός πρέπει να απελευθερωθεί από την τριπλή μεταφυσική της Αρχής, Υποκειμένου και του σκοπού- ο «Κ.Π» επιχειρεί να απαντήσει στις 4 κρίσεις του μαρξισμού.
Που αντιστοιχούν σε 4 μεγάλες στιγμές που διαψεύστηκαν ως τότε κυρίαρχες προσδοκίες των μαρξιστών. Η πρώτη στις αρχές του 20ού αιώνα όταν φάνηκε πως δεν πρόκειται σύντομα να καταρρεύσει ο καπιταλισμός. Η δεύτερη όταν η επικείμενη σοσιαλιστική επανάσταση έγινε σε μια καθυστερημένη χώρα. Η τρίτη όταν αντι να απονεκρωθεί το σοσιαλιστικό κράτος ενισχύθηκε και κατάπιε την κοινωνία. Τέταρτη όταν αντι για την κατάρρευση του υπαρκτού καπιταλισμού ζήσαμε την κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού».
Η τελευταία ήταν και καθοριστικότερη γιατί έχει ως αποτέλεσμα να μπει σε βαθιά κρίση το «επιστημονικό μοντέλο» του μαρξισμού. Καθώς δομήθηκε- σύμφωνα με τον «Κ.Π» πάνω στο διαχωρισμό ανάμεσα στους αποσυντιθεμένους οι οποίοι παράγουν υπεραξία και στους ενσωματωμένους που παράγουν ιδεολογία..
Η κατάρρευση του μαρξισμού που ζήσαμε ανοίγει δυο δρόμους: Το πρώτο της ανασυγκρότησης του μαρξισμού και το δεύτερο της συγκρότησης ενός μεταμαρξιστικού μοντέλου. Ο «Κ.Π» όπως είπαμε και πιο πάνω δεν δίνει συγκεκριμένες απαντήσεις στο εν λόγω ερώτημα.
Ιχνηλατώντας δρόμους όμως που σε μια οντολογική κλίμακα θα αντιμετωπιστεί ο καπιταλισμός ως το «προτσές το οποίο στηρίζεται από μια αρχή απεριόριστης συσσώρευσης κεφαλαίου». Και αυτοί οι δρόμοι είναι το φυσικό δίκαιο και η οικοδόμηση ενός αντι-ωφελιμιστικού κινήματος.
Και έτσι μόνο θεωρεί ο συγγραφέας πως θα αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά η παγκόσμια Αμερικάνική αυτοκρατορία, η ατομική πρόκληση, η πραγματική υπαγωγή στο κεφάλαιο, η έννοια της αλλοτρίωσης και της προόδου.
Και όχι σε μια μονοταξική κατεύθυνση όπως προτείνουν όλων των μορφών οι υπαρκτοί μαρξισμοί, αφήνοντας όμως χώρο για την εμφάνιση νέων αντιθέσεων που ο συγγραφέας δεν μπορεί να προβλέψει.
Το βιβλίο έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον συμφωνεί ή διαφωνεί κανείς μαζί του. Ο γραφών σε πολλά συμφωνεί και σε πιο πολλά διαφωνεί. Δεν θα συμβούλευα όμως να το διαβάσουν οι φίλοι μου που παραμένουν «πιστοί» της θρησκείας του ιστορικού κομμουνισμού του 20ού αιώνα.
Αυτοί μπορούν να μείνουν στο λόγο των «ευαγγελίων» τους και των κομματικών τους «αληθειών». Δεν θα ήθελα να τους χαλάσω την ημέρα και ούτε να χάσουν το χρόνο τους γράφοντας ένα ακόμη λίβελο ενάντια στους αντικομουνιστές.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΑΡΓΥΡΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου