1. Να συζητήσουμε, με υπευθυνότητα. Να ξεπεράσουμε τον αριστερισμό και το σεχταρισμό, τα «αριστερόμετρα», τους διαγωνισμούς τσιτάτων, τις απαγορευμένες συζητήσεις. Να αντιληφθούμε ότι η συζήτηση με υπευθυνότητα δεν αφορά έναν κύκλο αναμάρτητων οσιομαρτύρων, κάποιους «απ’ έξω» που θα δικάσουν τους υπολοίπους. Η συζήτηση αντιστρατεύεται το δογματισμό. Να επιδιώξουμε τη σύνθεση, στη βάση της αλήθειας του καθενός, όλοι όσοι θεωρούμε ότι η έξοδος από την κρίση δε θα έρθει με ταχύτερη και βιαιότερη υλοποίηση του παρόντος οικονομικού και πολιτικού σχεδίου αλλά με ανατροπή του και οικοδόμηση άλλου, που θα κινείται σε αριστερή κατεύθυνση. Να συναισθανθούμε την κρισιμότητα της ιστορικής φάσης που διανύουμε και επομένως να υπηρετήσουμε το αξιακό σύστημα της ευθύνης προς το λαό. Κάθε μέρα που περνάει επιβεβαιώνει ότι δεν επαρκούμε έτσι όπως είμαστε τώρα. Πρέπει άρα να αλλάξουμε το «νυν είναι» μας. Δε βρισκόμαστε σε άλλη μια δύσκολη συγκυρία όπως πολλοί πιστεύουν ή θέλουν να πιστεύουν αλλά σε μια φάση βίαιης μετάβασης που οι βεβαιότητες καταρρίπτονται, ο χρόνος συμπυκνώνεται και επιταχύνεται, η εντροπία αυξάνεται και η αναζήτηση των πολλών είναι εναγώνια. Όλα είναι πιθανά και εμείς, η αριστερά, πρέπει να καταστήσουμε εφικτά εκείνα που οι λαοί χρειάζονται και δικαιολογημένα απαιτούν.
2. Να αναλύσουμε, εις βάθος. Να υπερβούμε την εύκολη συνωμοσιολογία ή την προσαρμογή του παρόντος στο όποιο βολικό παρελθόν. Να κατανοήσουμε τα διαχρονικά αλλά και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της παρούσας, δομικής καπιταλιστικής κρίσης σε παγκόσμιο, ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο. Να εντοπίσουμε τις βαθιές αιτίες της συγκυρίας που βιώνουμε: το συγχρονισμό της κρίσης του παγκόσμιου, του ευρωπαϊκού και του τοπικού καπιταλισμού, σε ό, τι αφορά μάλιστα το ανώτερο στην παρούσα ιστορική περίοδο στάδιό τους. Στον ηγεμονευόμενο από το χρηματοπιστωτικό σύστημα καπιταλισμό παγκοσμίως, στο δέσμιο από το σύμφωνο σταθερότητας ευρωπαϊκό καπιταλισμό, στον παραδομένο στις ορέξεις της ντόπιας μεταπρατικής και παρασιτικής ολιγαρχίας ελληνικό καπιταλισμό. Να εντοπίσουμε τις «στιγμές» αμηχανίας των ελίτ και τις αντιφάσεις στην παρούσα ιστορική φάση.
Η σημερινή κρίση καταδεικνύει τόσο την αμηχανία των ελίτ, όσο και τις δομικές αντιφάσεις του συστήματος. Για τη σχοινοτενή διαδικασία μετακίνησης του καπιταλιστικού κέντρου από τη δύση προς την ανατολή δεν μπορεί να εγγυηθεί κανείς ότι θα είναι ειρηνική ή «ομαλή», εγείροντας κατά συνέπεια το ερώτημα πόση παγκοσμιοποίηση αντέχει ο καπιταλισμός. Η διεύρυνση της μεσαίας τάξης στις αναδυόμενες οικονομίες καθιστά επίκαιρο τον Μάλθους και πάλι, ενώ η τεχνολογία που θα μπορούσε να δώσει λύσεις παραμένει εν πολλοίς δέσμια των ιδιωτικών κερδοσκοπικών συμφερόντων και αποκόπτεται από την κοινωφελή της χρησιμότητα. Η λεηλασία των δημοσίων οικονομικών μιας σειράς κρατών δεν πρέπει να μας συσκοτίζει ως προς την αδυναμία εξεύρεσης μιας νέας ατμομηχανής καπιταλιστικής μεγέθυνσης. Το αντίθετο. Οι ελίτ τρώνε τις σάρκες των εθνικών οικονομιών αφού λεηλάτησαν τα προηγούμενα χρόνια τις ιδιωτικές οικονομίες, χωρίς να υπάρχει βεβαιότητα ότι η καταστροφή που επιχειρείται και πάλι στο πλαίσιο του καπιταλισμού θα αποδειχθεί δημιουργική για τον ίδιο. Τέλος, το παγκόσμια παρασιτικό μοντέλο καπιταλιστικής μεγέθυνσης που ακολουθήθηκε και δημιούργησε τις οικονομίες της φούσκας, πετυχαίνοντας φαινομενικά την αέναη παραγωγή πλούτου και λειτουργώντας ως σύστημα μέσα στο σύστημα δεν μπορεί να ελεγχθεί, αποσταθεροποιώντας τον παγκόσμιο καπιταλισμό. Οι στιγμές αμηχανίας και οι δομικές αντιφάσεις μέσα από τις συγκεκριμένες εκφάνσεις τους προδίδουν ωστόσο και κάτι ακόμα βαθύτερο και σημαντικότερο: οι παραγωγικές σχέσεις που δομούνται στον παγκόσμιο καπιταλισμό αγκυλώνουν και εγκλωβίζουν τις παραγωγικές δυνάμεις. Οι πρώτες δείχνουν να γίνονται ολοένα πιο παρωχημένες. Πρέπει πάντα η ανάλυσή μας να στρέφεται γύρω από αυτό το σημείο αναφοράς.
3. Να υπερβούμε, την ηττοπάθεια. Να αφήσουμε πίσω την αριστερά της γκρίνιας, της διαμαρτυρίας, της μιζέριας και της εξύμνησης της ήττας, με την αυτοπεποίθηση που προσφέρουν η υπεύθυνη συζήτηση και η εις βάθος ανάλυση. Να εξοπλιστούμε ως αριστερά και ως λαός με τη δύναμη της γνώσης, της θέλησης και της δυνατότητας. Κανένα σύστημα δεν είναι ακλόνητο. Οι προκαταλήψεις, που διαμορφώνουν τη σχεδόν μεταφυσική βεβαιότητα για το πόσο ακλόνητο είναι ένα δεδομένο σύστημα το καθιστούν απροσμάχητο. Η γνώση των πολλών, σε συνδυασμό με τη θέλησή τους να διεξάγουν έναν πόλεμο θέσεων απέναντι στο όποιο μέχρι πρότινος φαινομενικά ακλόνητο σύστημα διαλύουν τις προκαταλήψεις αυτές και τη βεβαιότητα της ήττας. Η ηττοπάθεια στις γραμμές του λαού και της αριστεράς διασπείρεται από την ολιγαρχία μέσω των ΜΜΕ και των «ενσωματωμένων» «ειδημόνων», που επιδιώκουν μέσα από τη δήθεν επιστημονική ουδετερότητά τους να προωθήσουν τις πλέον αντιδραστικές πολιτικές. Η υπέρβαση της ηττοπάθειας συνιστά την απαραίτητη εκείνη γέφυρα που στηριζόμενη στη συζήτηση και στην ανάλυση δημιουργεί τις συνθήκες για το πέρασμα στο σχεδιασμό της άλλης πολιτικής. Δεν μπορεί ωστόσο να επιβληθεί. Η αυτοπεποίθηση χαλυβδώνεται μέσα από την ανάλυση και τη δράση στο πέρασμα του χρόνου. Χρειαζόμαστε μια ισχυρή βουλησιαρχική θεώρηση που θα πλέει αρμονικά μέσα στη δεδομένη συγκυρία και στους περιορισμούς που αυτή θέτει στους στόχους μας και στη βούλησή μας.
4. Να σχεδιάσουμε, άλλη πολιτική. Να επεξεργαστούμε και να καταθέσουμε ένα συνολικό, διαφορετικό βραχύ- μεσοπρόθεσμο σχέδιο εξόδου από την κρίση, σε ανοιχτή αντιπαράθεση με τους μονοδρόμους της μαζικής φτωχοποίησης, της εξαφάνισης των κοινωνικών δικαιωμάτων, της διάλυσης του δημοσίου χώρου, της περιφρόνησης της βούλησης του λαού, της εξάρτησης, της μη βιώσιμης μεγέθυνσης, της εκποίησης του δημοσίου πλούτου, των βίαιων καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων προς όφελος της ολιγαρχίας.
Ένα σχέδιο που θα περιέχει ορισμένους βασικούς άξονες για τη χώρα με αιχμές όπως: τη βιώσιμη παραγωγική ανασυγκρότηση της εθνικής οικονομίας στο πλαίσιο δημοκρατικού σχεδιασμού και στη βάση κλαδικών πολιτικών με έμφαση στον πρωτογενή και στο δευτερογενή τομέα. Τη δημιουργία ισχυρού, δημοσίου τραπεζικού πυλώνα με αναπτυξιακό και κοινωφελή χαρακτήρα. Την υπεράσπιση του δημοσίου χαρακτήρα κομβικών κλάδων της εθνικής οικονομίας, όπως η ενέργεια, οι τηλεπικοινωνίες, οι βασικές υποδομές, το νερό. Την επανάκτηση του ελέγχου δημοσίων έργων που με λεόντειες συμβάσεις και εις βάρος του δημοσίου τυγχάνουν εκμετάλλευσης από ιδιωτικά συμφέροντα. Τον επανασχεδιασμό του δημοσίου τομέα ώστε να επιτελεί με αξιόπιστο τρόπο ρόλο ρυθμιστικό, αναπτυξιακό και κοινωφελή. Την άμεση, επιθετική επαναδιαπραγμάτευση του χρέους, στο πλαίσιο μιας ευρωπαϊκής λύσης και σε συντονισμό, στο βαθμό που είναι δυνατόν, με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, προκειμένου να επιτευχθεί γενναία διαγραφή τμήματός του, επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής και μείωση των τόκων. Αναδιάρθρωση χρέους που δε θα ισοδυναμεί με πτώχευση των ταμείων και του λαού και θα έχει ως στόχο να βγάλει από το φαύλο κύκλο χρέους- ύφεσης- χρέους τη χώρα όπως και από την πρωτοφανή δέσμευση της εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας. Τη στήριξη του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων, των συνταξιούχων και άλλων κοινωνικών ομάδων που πλήττονται βάναυσα. Την ενίσχυση των σταθερών μορφών εργασίας και των κοινωνικών δικαιωμάτων. Την αναδιοργάνωση του μικρομεσαίου επιχειρηματικού τομέα προς την κατεύθυνση της ενίσχυσής του και της βιωσιμότητάς του.
5. Να διανοηθούμε, το αδιανόητο. Να πάμε μακρύτερα από το βραχύ- μεσοπρόθεσμο σχέδιο εξόδου από την κρίση. Να απελευθερώσουμε τις ανθρώπινες δυνατότητες ευθυγραμμίζοντάς τις με τις ανθρώπινες ανάγκες, στο πλαίσιο ομαλής ένταξης του ανθρώπου στο φυσικό του περιβάλλον. Αυτός είναι ο πυρήνας της ελευθερίας του ανθρώπου σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο, εντός ενός συμφωνημένου και σεβαστού νέου κοινωνικού συμβολαίου. Να μην εγκλωβιστούμε στη βελτίωση του νυν συστήματος. Να συλλάβουμε και να υλοποιήσουμε μέσα από δημοκρατική διαδικασία τη μετάβαση στο άλλο, στο διαφορετικό σύστημα οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής οργάνωσης. Σε ένα σύστημα που θα εδράζεται στον κοινωνικό έλεγχο και στην κοινωνική διεύθυνση των μέσων παραγωγής. Στην προώθηση και κατάκτηση της άμεσης δημοκρατίας, στο μεγάλο δημόσιο χώρο που θα αντικαταστήσει το κοινωνικό κράτος πρόνοιας, στη βιώσιμη κοινωνικά, περιβαλλοντικά και πολιτικά ανάπτυξη που θα αντικαταστήσει την ανεξέλεγκτη καπιταλιστική μεγέθυνση. Στη διεθνιστική αλληλεγγύη.
Για να πετύχουμε αυτή τη σύλληψη πρέπει να εμπνευστούμε από τους λαούς και τους αγώνες τους. Από τις μεγάλες εξάρσεις τους που μετουσιώνουν αυτό που μέχρι πρότινος ήταν εγωιστική, κατατμημένη μάζα στον κατεξοχήν λαό, που δε συναθροίζει αλλά συνενώνει ελεύθερους πολίτες. Να μεταδώσουμε την έμπνευση αυτή, πίσω στο λαό. Να γίνουμε η πρωτοπορία που βλέπει πάνω από το πεδίο αλλά βρίσκεται δίπλα στο λαό, όχι πίσω του ή πάνω του. Έτσι θα εμπνεύσουμε.
6. Να συγκροτήσουμε, συλλογικό υποκείμενο. Να συλλάβουμε στη βάση των παραπάνω το νέο ιστορικό μπλοκ δυνάμεων. Το βιομηχανικό και αγροτικό προλεταριάτο. Η εκτεταμένη ομάδα εργαζομένων στον τριτογενή τομέα, οι μετανάστες εργάτες και εργαζόμενοι. Μια σειρά κοινωνικών συλλογικοτήτων, που αν και δεν έχουν συχνά μία σαφή ταξική προέλευση ή/ και συνείδηση, καταπιέζονται από το κυρίαρχο σύστημα, κάποιες από τις σχέσεις παραγωγής καθ’ εαυτές και κάποιες άλλες από το θεσμικό, κοινωνικό, πολιτικό και πολιτιστικό εποικοδόμημα και επομένως μπορούν να αποτελέσουν μέρη ενός μπλοκ δυνάμεων ή συμμάχους του. Πληθυσμιακές ομάδες όπως οι συνταξιούχοι, των χαμηλοτέρων και μεσαίων ειδικά εισοδημάτων και οι νέοι αντίστοιχης κατάστασης, που ενδεχομένως βρίσκονται εκτός εργασίας, υπό- απασχολούνται ή υπό- αμείβονται. Η διευρυνόμενη μάζα ανέργων ή αναγκαστικά μη ενεργών οικονομικά πολιτών. Ένα τμήμα της επιχειρηματικότητας, η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα που είτε βασίζεται στην προσωπική και οικογενειακή εργασία, είτε συμπιέζεται από το συντριπτικά «μεγαλύτερο» κεφάλαιο. Εν γένει, σε σχέση με το ιστορικό μπλοκ που πρέπει να εκφραστεί να αξιοποιήσουμε τον άξονα κεφαλαίου- εργασίας αλλά και τον άξονα καταπιεστές- καταπιεζόμενοι.
Η σύλληψη του ιστορικού μπλοκ δυνάμεων μας οδηγεί από μόνη της και στην ανάγκη του συλλογικού πολιτικού υποκειμένου. Η ένταση της κρίσης και η ιστορική εμπειρία των λαϊκών αγώνων δεν επιτρέπουν ούτε την ισοπέδωση των υπαρχόντων σχημάτων, ούτε και τη δογματική προσκόλληση σε αυτά. Χρειαζόμαστε μια προσεκτική αλλά και συνάμα ταχύτατη σύνθεση υπαρχόντων σχηματισμών με νέα κινήματα και πρωτοβουλίες, πάντα στη βάση πολιτικού σχεδίου. Να μη θωπεύουμε το «νέο» οδηγούμενοι σε απολίτικες προσεγγίσεις, να μην προσχωρούμε στον εύκολο ηθικίστικο καταγγελτικό λόγο προς οτιδήποτε ήδη υπάρχον, που ρέπει προς τον εκφασισμό των νοοτροπιών και των συμπεριφορών.
7. Να επαναστατήσουμε, να νικήσουμε. Το κλασσικό δίλημμα επανάσταση ή μεταρρύθμιση τίθεται εκ νέου. Το βάθος, η ένταση, η διάρκεια της κρίσης και κυρίως η πολύπλευρη φύση της επιβάλλουν να νοηματοδοτήσουμε εκ νέου αυτήν την πολυχρησιμοποιημένη λέξη, την επανάσταση. Να την αποκαθάρουμε από τις αριστερίστικες φαντασιώσεις και από την εννοιολογική διαστροφή που επιβάλλουν τα ΜΜΕ και ο κατεστημένος πολιτικός κόσμος. Το κάλεσμα να επαναστατήσουμε δεν ταυτίζεται με τη φαντασίωση της ύπαρξης χειμερινών ανακτόρων και της κατάληψής τους αλλά με το να βρεθούμε στην άλλη κορυφή σε σχέση με το υπάρχον σύστημα, σε μια κορυφή που το τελευταίο δε θα μπορεί να πλησιάσει. Να απελευθερώσουμε νέες παραγωγικές, κοινωνικές, πολιτιστικές και πολιτικές δυνατότητες του λαού και δυνάμεις, μέσα στο συμπυκνωμένο χρόνο που έχει διαμορφωθεί από την ίδια την κρίση. Η επανάσταση δε σημαίνει το άμεσο πέρασμα σε ένα άλλο, ολότελα διαφορετικό σύστημα αλλά την εκκίνηση και την επιτάχυνση της διαδικασίας για αυτό το πέρασμα. Η επανάσταση δεν πραγματοποιείται επειδή συλλαμβάνεται στο μυαλό κάποιου ή κάποιων. Γεννιέται αφενός επειδή οι παραγωγικές δυνάμεις εγκλωβίζονται στις παρούσες παραγωγικές σχέσεις και αφετέρου επειδή καλούνται να επιλέξουν μεταξύ του εξής διλήμματος: θα επιτρέψουν στο νυν σύστημα να συντηρηθεί καταπνίγοντάς τις, μέσα από την καταστροφή τους και την παλινδρόμησή του σε προγενέστερες μορφές του ή θα το καταστρέψουν αυτές ξεκινώντας την πορεία οικοδόμησης ενός όντως σύγχρονου, (πιο) ορθολογικά οργανωμένου και δυναμικού συστήματος;
Σε αυτό το ερώτημα πρέπει να απαντήσουμε και στη χώρα μας αλλά και στην Ευρώπη και παγκόσμια. Αν απαντήσουμε ότι δε θα επιτρέψουμε το ήδη υπάρχον, θνήσκον σύστημα να μας πνίξει τότε θα πρέπει όχι μόνο να επαναστατήσουμε αλλά και να νικήσουμε. Αυτή είναι και η κορυφαία οφειλή. Η νίκη. Ο λαός, οι λαοί δε χρειάζονται, δε χρειαζόμαστε και άλλες ηρωικές ήττες, παρά τη μοιραία γοητεία που αυτές ασκούν. Η κορυφαία αξία πρέπει να είναι η νίκη, δηλαδή η γέννηση και το χτίσιμο του νέου και του άλλου. Αν μάλιστα περιορίσουμε το πεδίο ανάλυσης στη χώρα μας θα μπορούσαμε να προσδιορίσουμε αυτή τη νίκη ως την επανάκτηση από το λαό μας της χώρας μας και την ανοικοδόμησή της επίσης από το λαό μας. Να θέσουμε τέρμα στην περίοδο της πατρωνίας και της ταπείνωσης. Εάν δεν το πετύχει αυτό η αριστερά θα προσπαθήσει τυχοδιωκτικά να το καρπωθεί η ακροδεξιά, ωθώντας σε μια νέα εποχή βαρβαρότητας εις βάρος του λαού. Τον ίδιο κίνδυνο διατρέχουν και πολλές ακόμα χώρες, εντός κι εκτός Ευρώπης και ο κόσμος συνολικά. Γι’ αυτό η νικηφόρα επανάσταση του λαού συνιστά την κορυφαία οφειλή μας σύντροφοι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου