Ομιλία στις 27 Φλεβάρη 2000, στη συγκέντρωση χιλίων γυναικών στο ξενοδοχείο Ιntercontinental με αφορμή την προκήρυξη Εθνικών εκλογών της 9ης Απριλίου 2000. Σήμερα οι αρνητικές συνέπειες της κρίσης για τους ανθρώπους, αφορούν πρώτα και κύρια τις γυναίκες.
"Το πρόβλημα σήμερα για την Πολιτική είναι, πώς θα επιβληθεί σε κάθε χώρα και διεθνώς πάνω σε αυτά τα συμφέροντα που ήδη έχουν αυτονομηθεί από τα κέντρα του πολιτικού ελέγχου. Καθοριστικό είναι ότι για να δυναμώσει η Προοδευτική Πολιτική- γιατί δεν είναι όλες οι πολιτικές ίδιες- για να επιβληθεί η Πολιτική στην οικονομία και στην αγορά, για να γίνουν οι κοινωνίες κυρίαρχες, βασική προϋπόθεση είναι η συμμετοχή των πολιτών, ανδρών και γυναικών. Η συμμετοχή στα κοινωνικό και πολιτικό γίγνεσθαι.Το έλλειμμα στην εκπροσώπηση είναι έλλειμμα στην πολιτική, είναι έλλειμμα στη δημοκρατία. "
Ι. Σας ευχαριστώ θερμά που ανταποκριθήκατε στην πρόσκληση να παρευρεθείτε στη σημερινή μας συνάντηση.
Αισθάνομαι ηθικά και πολιτικά την ανάγκη να τιμήσουμε σε αυτή την εκδήλωση την μνήμη της Πόπης Βουτσινά. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Λευκάδα, σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, πρωτοστάτησε στο αντιδικτατορικό κίνημα της γενιάς του Πολυτεχνείου, καταδιώχτηκε και βασανίστηκε άγρια από τη χούντα, έδωσε τη μάχη με τον καρκίνο και έφυγε. Θα τη θυμόμαστε όλοι ως ένα πρόσωπο, που μαζί με τις χιλιάδες άλλες γυναίκες συνέβαλαν στον αγώνα κατά της δικτατορίας και του συστήματος που παράγει τις δικτατορίες.
II. Η σημερινή συνάντηση πραγματοποιείται με την ευκαιρία της προκήρυξης των εθνικών εκλογών της 9ης Απριλίου. Την ψήφο του ελληνικού λαού διεκδικούν πολλά κόμματα. Όμως τη διακυβέρνηση της χώρας διεκδικούν το ΠΑ.ΣΟ.Κ. και η Ν.Δ. Το ΠΑ.ΣΟ.Κ. έχει την ευθύνη της διακυβέρνησης της χώρας τα τελευταία χρόνια. Υπάρχουν σημαντικά επιτεύγματα αυτή την περίοδο για τη χώρα.
Η Κυβέρνηση:
- Πέτυχε να ζει η χώρα ειρηνικά σε μια περιοχή με έντονες συγκρούσεις, δεν επέτρεψε να αναπτυχθούν φαινόμενα ρατσισμού και ξενοφοβίας λόγω της εισόδου λαθρομεταναστών στη χώρα μας από την κρίση που προέκυψε στις γειτονικές χώρες.
- Πέτυχε μεγαλύτερους ρυθμούς ανάπτυξης.
- Εξυγίανση της οικονομίας και με αυτό τον τρόπο διασφάλιση της συμμετοχής της χώρας στην ΟΝΕ και στο Ενιαίο Ευρωπαϊκό Νόμισμα. Η Ελλάδα μπαίνει στην ΟΝΕ με τις μεγαλύτερες κοινωνικές δαπάνες σε σχέση με τις άλλες χώρες της Ε.Ε. Το 1993 στο όριο της φτώχειας ζούσε το 33% του πληθυσμού της χώρας. Αυτό το ποσοστό μειώθηκε κατά 10% και πλέον. Ωστόσο, κατά την ίδια περίοδο κοινωνικές μειοψηφίες της ολιγαρχίας και των μεγάλων συμφερόντων απεκόμισαν μεγάλα κέρδη σε σχέση με τις υπόλοιπες κοινωνικές τάξεις και τα στρώματα του ελληνικού λαού.
Γι’ αυτό βασικό θέμα αποτελεί η συμμετοχή των εργαζομένων στα κέρδη. Ταυτόχρονα, ίσης σημασίας αποτελεί το θέμα των ανέργων και των κοινωνικά αποκλεισμένων, αυτών δηλαδή που είναι εκτός των τειχών και που το ΠΑ.ΣΟ.Κ. από το 1981 έχει αποδείξει διαχρονικά με τις πολιτικές του, την προσπάθεια για την αντιμετώπιση αυτών των κρίσιμης σημασίας προβλημάτων της ελληνικής κοινωνίας. Έγιναν μεγάλες προσπάθειες στην παιδεία, στην αγροτική οικονομία, στην εργασία , στην υγεία και στην δημόσια διοίκηση.
Σε αυτούς τους τομείς υπάρχουν ακόμη πολύ σημαντικά προβλήματα που θα απασχολήσουν το ΠΑ.ΣΟ.Κ. την επόμενη τετραετία. Ιδιαίτερης σημασίας θέμα θα πρέπει να αποτελέσει η κατάσταση στα μέσα μαζικής ενημέρωσης με βάση το δικαίωμα στην πληροφόρηση και τον πολιτισμό. Η Ν.Δ. δεν συνεισέφερε ως κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ως θα όφειλε. Βασικό μοτίβο της πολιτικής της, δήθεν σοβαρές διαπιστώσεις που στην πράξη διαψεύσθηκαν σε μεγάλα θέματα της εξωτερικής και οικονομικής πολιτικής. Τη χειρότερη υπηρεσία που προσέφερε η Ν.Δ. στο δημόσιο βίο είναι η δημαγωγία και οι υποσχέσεις χωρίς αντίκρισμα.
Ξαφνικά το συντηρητικό κόμμα ανακάλυψε τις δυσκολίες των αγροτών, των ανέργων, της δημόσιας υγείας και της δημόσιας εκπαίδευσης. Ποιός; Το κόμμα του νεοφιλελευθερισμού που βασική του κατεύθυνση έχει –όπως έχει αποδειχθεί ιστορικά- την οικονομία της αγοράς χωρίς έλεγχο και κανόνες και την ιδιωτικοποίηση της εκπαίδευσης, της υγείας, της ασφάλισης; Αλλά οι Έλληνες γνωρίζουν από παλιά τη διαφορά ανάμεσα στο πρόσωπο και το προσωπείο και έχουν αρνητικές εμπειρίες από λαϊκίστικες δημαγωγίες. Είναι η ώρα του εκλογικού σώματος να κρίνει προθέσεις, προγράμματα και έργα.
ΙΙΙ. Στο σημερινό κόσμο, η παγκοσμιοποίηση είναι η προσφιλής διατύπωση από πολλές πλευρές. Υπάρχουν μεγάλα επιτεύγματα σε πολλές περιοχές του κόσμου, αλλά και προκλητικές ανισότητες και διαφορές.
Η Ελλάδα από άποψη ευημερίας είναι στις πρώτες 20 χώρες του κόσμου, αλλά από άποψη ανταγωνιστικότητας κατέχει θέση μετά από τις πρώτες 40 χώρες του κόσμου. Ορισμένοι ηγέτες, ενώ μιλούν για ειρήνη, δημοκρατία και κοινωνίες αλληλεγγύης, στην πράξη διεθνώς συμβαίνουν πράγματα που έχουν σχέση μόνο με τη βαρβαρότητα. Επινοούνται συγκρούσεις ανάμεσα σε πολιτισμούς για να αποκρύβουν βαθύτερα οικονομικά συμφέροντα. Τρεις φορές περισσότερα κράτη ιδρύθηκαν στον κόσμο μετά το 1990. 225 πρόσωπα στον κόσμο συγκεντρώνουν πλούτο ίσο με το εισόδημα του μισού πληθυσμού της γης, δηλαδή 225 πρόσωπα έχουν το ίδιο εισόδημα που έχουν 2,5 δις άνθρωποι.
Το 1/3 του πληθυσμού της γης, δηλαδή 1.5 δις άνθρωποι δεν έχουν πόσιμο νερό και στέγη. Το 80% των επενδύσεων πραγματοποιείται στις λεγόμενες ανεπτυγμένες χώρες στις οποίες συγκαταλέγεται και η Ελλάδα. Στις υπόλοιπες 100 και πλέον χώρες απομένει το 20% των επενδύσεων. Οι πολεμικές βιομηχανίες στις Η.Π.Α. διαθέτουν τα 2/3 του παγκόσμιου πλούτου, όταν υπάρχουν εκατομμύρια Αμερικανών που ζουν κάτω από τα όρια της φτώχειας. Πλέον προκλητικό παράδειγμα είναι ότι 3 άνθρωποι-πολίτες των Η.Π.Α.- διαθέτουν τόσο πλούτο, όσο είναι του ΑΕΠ 43 χωρών! Ο σημερινός κόσμος, λοιπόν, έχει πολλές όψεις και η χειρότερη του είναι η βαρβαρότητα.
Σε αυτό τον κόσμο είμαστε αντίθετοι. Είναι αντίθετοι δισεκατομμύρια πάνω στον πλανήτη που είναι στην άλλη πλευρά, στην πλευρά της πλειοψηφίας. Μπορεί να κυριαρχεί η μειοψηφία με την δύναμη και την επιβολή των συμφερόντων, αλλά η πλειοψηφία των ανθρώπων και οι προοδευτικές δυνάμεις αγωνίζονται για τον κόσμο της ισότητας, της ελευθερίας, των δικαιωμάτων και της δημοκρατίας. Η μάχη ανάμεσα από τη μια πλευρά στα θεμέλια της ισότητας, της δημοκρατίας και της ειρήνης και από την άλλη της ανισότητας, της βαρβαρότητας και των πολεμικών αναμετρήσεων που παράγει το καπιταλιστικό σύστημα, είναι μια μάχη που διεξάγεται πάνω από δύο αιώνες.
Οι σοσιαλιστές δίνουν καθημερινά το παρόν και ενώνουν άνδρες και γυναίκες σε όλο τον κόσμο για τις κοινωνίες της ανάπτυξης, της ειρήνης, των δικαιωμάτων, των ευκαιριών, της συμμετοχής στα κέντρα λήψης αποφάσεων, της κοινωνικής δικαιοσύνης, της ευημερίας για τις ανοιχτές κοινωνίες. Σ’ αυτόν τον αγώνα, άνδρες και γυναίκες, έχουμε τον ίδιο στόχο: την απελευθέρωση από την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, γιατί το όραμα και η καθημερινή πράξη για κοινωνίες με ανθρώπινο πρόσωπο καταξιώνουν τον πολιτισμό των ανθρώπων.
IV. Η αρχή της ισότητας των φύλων, αποτελεί αναπόσπαστο μέρος των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Σύμφωνα με το άρθρο 4 του Συντάγματος του 1975 «άντρες και γυναίκες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου και έχουν ίσα δικαιώματα». Η αρχή αυτή δεν εξαντλείται μόνο από τον κύκλο των ανθρώπινων δικαιωμάτων, αλλά και από το δικαίωμα για κοινωνική προστασία, αλλά και γενικότερα από τα δικαιώματα του πολίτη. Με βάση αυτή τη συνταγματική αρχή, έχουν ψηφιστεί από το 1981 σημαντικοί νόμοι που έχουν επιπτώσεις στην οικογένεια, την ισότητα, τις εργασιακές σχέσεις και την κοινωνική ασφάλιση.
Ωστόσο, η ισότητα που ρητά αναγνωρίζει το Ελληνικό Σύνταγμα δεν είναι ακόμη ουσιαστική. Οι δυσμενείς προκαταλήψεις και οι κοινωνικοοικονομικές συνθήκες που υπάρχουν σε βάρος των γυναικών, παίζουν πιο σημαντικό ρόλο από την νομική ισότητα που θεσπίζει το Σύνταγμα. Η ισότητα ως δικαίωμα των γυναικών δεν περιλαμβάνει μόνο την ισότητα των ευκαιριών, αλλά την ισότητα στο αποτέλεσμα. Αυτός πρέπει να είναι ο κύριος στόχος μιας δίκαιης και ελεύθερης κοινωνίας.
Ας χρησιμοποιήσουμε τη μεταφορά των δύο δρομέων σε έναν αγώνα δρόμου. Ο ένας ξεκινά από τη γραμμή αφετηρίας και ο άλλος δύο μέτρα πριν από τη γραμμή του τέρματος. Αυτή θα μπορούσε να είναι η εικόνα και για τους άνδρες και για τις γυναίκες με βάση την ανισότητα που υπάρχει μεταξύ των ανθρώπων. Ωστόσο, η εικόνα της γυναίκας είναι σε ακόμη πιο δυσμενή θέση σε σχέση με τον άνδρα. Για παράδειγμα, της γυναίκας που έχει το βάρος της συνοχής και της ειρήνης στην οικογένεια, που σταματά την εργασία της για να φροντίσει τα παιδιά της και επανέρχεται στην αγορά εργασίας μερικά χρόνια αργότερα. Της γυναίκας που εγκαταλείπει μια δουλειά που υπόσχεται πολλά, για να προωθήσει την καριέρα του άντρα της. Υπάρχει, όμως και η περίπτωση των δύο δρομέων που ξεκινούν από το ίδιο ακριβώς σημείο.
Ο ένας τερματίζει πρώτος, ο άλλος τερματίζει δεύτερος. Αυτή είναι η εικόνα της σύγχρονης γυναίκας που αγωνίζεται για τη συμμετοχή της στα κέντρα λήψης των αποφάσεων, της γυναίκας της καριέρας που χάνει άδικα καθημερινές μάχες ή που κερδίζει ελάχιστες σε σχέση με την προσφορά της και τις δυνατότητες της. Η εικόνα της γυναίκας που οδηγείται σε λιγότερο καλά αμειβόμενα επαγγέλματα και απασχολείται σε κατώτερες ιεραρχικά θέσεις.
Στην ελληνική κοινωνία σήμερα διαμορφώνονται θετικές προϋποθέσεις για τις γυναίκες να ξεπεράσουν τη διάκριση μεταξύ των φύλων στην εργασία, να ξεπεράσουν τα εμπόδια τους, να γνωρίσουν καλύτερα των εαυτό τους, να εκπαιδευτούν και να διεκδικήσουν μια καλύτερη θέση στην κοινωνία και τον πολιτισμό. Η γυναίκα σήμερα αυτενεργεί για να αποδείξει τις ικανότητες της και για να γίνει καλύτερη. Δυστυχώς, υπάρχουν ακόμη έντονα στο DNA τους τα στερεότυπα του φύλου τους, οι προκαθορισμένοι ρόλοι που γίνονται εντονότεροι από την τηλεόραση ή τα παιδικά παιχνίδια. Και η πλάνη είναι τόσο έντονη, ώστε πολλές φορές θεωρούν τη θέση τους ως προσωπικά επιλεγμένη και όχι ως κοινωνικά καθορισμένη. Διεθνώς η προστασία των ανθρώπινων δικαιωμάτων αποτελεί μια από τις πλέον θεμελιώδεις λειτουργίες. Και όμως η «ισότητα» εξακολουθεί να είναι εύθραυστη και ο τρόπος που αντιμετωπίζεται χαρακτηρίζεται από αντιφάσεις, σύγχυση και αποσπασματικότητα.
Ως πρόβλημα με ιδιαίτερη σημασία πρέπει να επισημάνουμε το γεγονός, ότι οι γυναίκες της υπαίθρου βρίσκονται σε δυσμενέστερη θέση σε σχέση με τις γυναίκες που διαβιούν στα αστικά κέντρα. Η προσπάθεια για την κατοχύρωση της συμμετοχής των γυναικών σε όλα τα όργανα που διαμορφώνουν την πολιτική κατάσταση σήμερα, αποτελεί ουσιαστικά προσπάθεια για τη διασφάλιση της Δημοκρατίας σε μια χώρα. Στην πυραμίδα της πολιτικής εξουσίας και των κομμάτων των σύγχρονων κοινωνιών οι γυναίκες συμμετέχουν σε πολύ περιορισμένο βαθμό.
Οι διαφορές των δύο φύλων είναι κοινωνικά θεσμοποιημένες. Η ανισότητα στο χώρο της οικογένειας, της εκπαίδευσης, της αγοράς εργασίας επεκτείνεται αναπόφευκτα και στην πολιτική. Η συμμετοχή των γυναικών στην οικονομική και κοινωνική ζωή της Ελλάδας έχει αυξηθεί, αλλά στην πολιτική ζωή εξακολουθεί να είναι περιορισμένη. Για παράδειγμα στη Γαλλία οι γυναίκες άρχισαν να αναλαμβάνουν αρμοδιότητες και ευθύνες στην άλλοτε ανδροκρατούμενη πολιτική. Ανάλογες εξελίξεις υπάρχουν στη Δανία και την Ολλανδία. Ο δρόμος είναι μακρύς και δύσκολος, γιατί δεν αρκεί να επιτύχουμε την θεσμοθετημένη συμμετοχή των γυναικών στα διάφορα αντιπροσωπευτικά όργανα και θεσμούς, πρέπει να επιτύχουμε τη διευρυμένη αποδοχή της γυναίκας από το σύνολο της κοινωνίας. Δεν αρκεί να επιτύχουμε ποσοστά συμμετοχής, για παράδειγμα στα ψηφοδέλτια των κομμάτων ή της αυτοδιοίκησης, απαιτείται και αλλαγή νοοτροπίας του εκλεκτορικού σώματος.
Σήμερα δεν υπάρχει η αντιπαλότητα του παρωχημένου φεμινισμού των περασμένων δεκαετιών με τους άνδρες, η συνδρομή των οποίων είναι πλέον απαραίτητη. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Ο.Η.Ε. «οι άμισθες εργασίες των γυναικών ξεπερνούν τα 11 τρισεκατομμύρια δολάρια ετήσια. Η αγορά αλλά και η κοινωνία ολόκληρη δεν θα επιζούσαν, αν δεν υπήρχε το δωρεάν έργο των γυναικών» Ο Τέταρτος Πυλώνας Της Ευρωπαϊκής Στρατηγικής για την εργασία αναφέρεται ρητά στη δημιουργία ίσων δυνατοτήτων και ευκαιριών για τους άνδρες και τις γυναίκες, στον εκσυγχρονισμό, δηλαδή των οικονομιών, αλλά και των κοινωνικών υποδομών ώστε να αναπτύσσεται πλήρως το ανθρώπινο δυναμικό χωρίς να δημιουργούνται προβλήματα στον κοινωνικό και οικογενειακό ιστό. Η γυναικεία εργασία αποτελεί βασικό σημείο στις κατευθυντήριες γραμμές του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Υπουργών για τα εθνικά σχέδια εργασίας των Κρατών-Μελών της Ε.Ε.
Απαιτούνται δράσεις που θα εξασφαλίζουν τη σταδιακή μείωση της ανεργίας των γυναικών και την άρση των εμποδίων που περιορίζουν την εξέλιξη των γυναικών και την αξιοποίηση των δεξιοτήτων τους. Παρόλα αυτά, οι στατιστικές μελέτες της Ε.Ε. δείχνουν ότι ο δρόμος είναι δύσκολος και μακρύς. Το ωρομίσθιο των εργαζομένων γυναικών στην Ευρώπη εξακολουθεί να παραμένει κατά 27.5% κατώτερο από εκείνο των ανδρών στα Κ-Μ κατά μέσο όρο εκτός από την Ιρλανδία, την Αυστρία και την Πορτογαλία. Η διαφορά πέφτει στο 12% στη Γερμανία και ανεβαίνει στο 32% στην Ελλάδα και 34% στην Αγγλία. Επίσης, το δικαίωμα για ίση αμοιβή που προβλέπεται σε όλες τις εθνικές νομοθεσίες, καταστρατηγείται, εφόσον οι γυναίκες αμείβονται τουλάχιστον κατά 20% λιγότερο από τους άνδρες σε θέσεις αντίστοιχων προσόντων και υποχρεώσεων.
Στην Ελλάδα, οι γυναίκες με πτυχίο ΑΕΙ συμμετέχουν κατά 22% στις χαμηλές εισοδηματικές τάξεις, ενώ αντίστοιχα για τους άνδρες το ποσοστό είναι 12%. Στις υψηλές εισοδηματικές τάξεις οι γυναίκες είναι το 5%, όταν οι άνδρες αντιστοιχούν στο 23%. Στην Ελλάδα οι γυναίκες και ιδιαίτερα οι νέες αντιμετωπίζουν- σε σύγκριση με άλλες κοινωνικές ομάδες-πολύ μεγαλύτερο πρόβλημα ένταξης και εξέλιξης στην αγορά εργασίας. Συγκεκριμένα, οι γυναίκες αντιμετωπίζουν σημαντικά χαμηλότερα ποσοστά απασχόλησης και υψηλότερα ποσοστά ανεργίας από ότι οι άνδρες, υπό-εκπροσωπούνται σε ορισμένους κλάδους και επαγγέλματα ενώ υπέρ-εκπροσωπούνται σε άλλους, αμείβονται χαμηλότερα από τους άνδρες και η εξέλιξη τους στην αγορά εργασίας είναι δυσκολότερη από ότι των ανδρών.
Οι γυναίκες αποτελούν το 52.5% του πληθυσμού εργάσιμης ηλικίας στη χώρα μας, ο οποίος κατά το έτος 1997 ανήρχετο σε 8.900.000. Ταυτόχρονα, οι γυναίκες αποτελούν μόνο το 39.2% του εργατικού δυναμικού, που κατά το έτος 1997 ανήρχετο σε 4.300.000 και το 36.7% των απασχολουμένων. Παράλληλα, το 60.7% των ανέργων και το 67.2% των ανέργων μακράς διάρκειας είναι γυναίκες. Από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 παρατηρείται μια αυξανόμενη τάση συμμετοχής των γυναικών στην αγορά εργασίας η οποία εντείνεται τα τελευταία χρόνια.
Απαιτείται δέσμευση των πολιτικών κομμάτων με τις εξής κατευθύνσεις: α) η αρχή της ισότητας να αποτελέσει βασική αρχή των στρατηγικών τους στόχων, β) να υπάρξει αποκεντρωμένη πολιτική για την ισότητα και των αντίστοιχων προγραμμάτων σε όλα τα επίπεδα της διοικητικής διάρθρωσης κάθε χώρας, γ) τη συμμετοχή των γυναικών, την πληροφόρηση και στήριξη τους, καθώς και την εφαρμογή πολιτικών ισότητας, δ) να αναδειχθεί η συλλογική δράση των γυναικών και η ανάδειξη τους σε κοινωνικούς εταίρους.
Οι εθνικές παρεμβάσεις στη λογική μιας ολοκληρωμένης προσέγγισης του θέματος της ισότητας των φύλων, λειτουργούν προς την κατεύθυνση της ενίσχυσης της απασχόλησης των γυναικών σε δύο επίπεδα-πρώτον, σε πολιτικές με στόχο την ισόρροπη συμμετοχή των γυναικών στο σύνολο των επωφελούμενων, ιδίως των ανέργων με ειδικά κίνητρα για την συμμετοχή των γυναικών και –δεύτερον, σε πολιτικές με στόχο τον περιορισμό των εμποδίων που αποθαρρύνουν ή αποκλείουν τις γυναίκες από δυνατότητες και ευκαιρίες επαγγελματικής εξέλιξης, ιδίως στις εργαζόμενες, σε θέσεις και ειδικότητες περιορισμένου κύρους, χαμηλών αμοιβών και με ανεπαρκή ασφαλιστική κάλυψη.
Για παράδειγμα στην πολιτική κοινωνικής ασφάλισης οι προϋποθέσεις υπαγωγής στην ασφάλιση, οι καταβαλλόμενες εισφορές, οι προϋποθέσεις συνταξιοδότησης, ο τρόπος υπολογισμού και το ύψος της σύνταξης είναι ακριβώς όμοιοι χωρίς διαφοροποιήσεις μεταξύ ανδρών και γυναικών. Ο σχεδιασμός της κυβέρνησης του ΠΑ.ΣΟ.Κ. στον αγώνα για την ισότητα των δύο φύλων ξεκινά από πολύ βαθιά. Αξίζει να αναφερθεί μια ενέργεια που θα έχει μακροχρόνια και έμμεση επίδραση στη διαφορετική θέση των γυναικών στην αγορά εργασίας. Συγκεκριμένα, συστάθηκε στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο ειδική επιτροπή, που θα εξετάσει τα προγράμματα σπουδών και τα βιβλία όλων των εκπαιδευτικών βαθμίδων για να εντοπίσει επαγγελματικά και οικογενειακά στερεότυπα για τα δύο φύλα, τα οποία μεταδίδονται στα παιδιά μέσω των βιβλίων και των προγραμμάτων σπουδών και τα οποία πρέπει να αλλάξουν προς την κατεύθυνση της ισότητας των δύο φύλων, χωρίς να παραγνωρίζεται η διαφορετικότητα των δύο φύλων.
Το πρόβλημα της παροχής παιδείας αφορά και στην αποτελεσματικότητα του συστήματος. Γιατί παιδεία σημαίνει: ποιότητα εκπαίδευσης, σημαίνει αντιστοίχηση με τις ανάγκες της οικονομίας και της αγοράς εργασίας, σημαίνει ισότητα στην εκπαίδευση. Η γυναίκα πρέπει να αποτελεί κινητήρια δύναμη της «εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης» την οποία βιώνουμε σήμερα αλλά και όλων αυτών που θα ακολουθήσουν.
Με κριτήριο την αποδοτικότητα του συστήματος και τα «συνθήματα» «παιδεία για όλους» και «δωρεάν παιδεία» οι γυναίκες συμμετέχουν στη μεταρρύθμιση σαν μαθήτριες, φοιτήτριες, δασκάλες, καθηγήτριες αλλά και μάνες με την αγωνία για τα παιδιά τους. Συμμετέχουν στις μεταβολές που συμβαίνουν στην οικονομία και την κοινωνία προσπαθώντας να μειώσουν την απόσταση ανάμεσα στην εκπαίδευση που χρειάζονται οι νέες και οι νέοι μας και στην εκπαίδευση που λαμβάνουν και να την κατευθύνουν προς τις ανάγκες του μέλλοντος. Σήμερα στην Ευρώπη τα εκπαιδευτικά συστήματα προετοιμάζονται να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις του διεθνούς ανταγωνισμού, των τεχνολογικών αλλαγών, των αιτημάτων των επιχειρήσεων και του κόσμου της εργασίας για παροχή ενός εργατικού δυναμικού με υψηλή εξειδίκευση. Η επένδυση σε εκπαίδευση και κατάρτιση πρέπει να ανταποκρίνεται στις ανάγκες για αφομοίωση και ανάπτυξη της έρευνας, των τεχνολογιών και της καινοτομίας.
Ο γυναικείος πληθυσμός αποτελεί το βασικό υλικό στο οποίο πρέπει να επενδύσουμε και να εκπαιδεύσουμε σε τομείς νέας τεχνολογίας και καινοτομίας. Η εκπαίδευση πρέπει να στοχεύει στην προαγωγή και παρακίνηση της νέας σκέψης και η γυναίκα αποτελούσε πάντοτε και αποτελεί το μοχλό που ανακαινίζει το παλιό, το αναχρονιστικό, το πεπαλαιωμένο. Οι γυναίκες πρέπει να αποτελέσουν τη βάση ενός επαρκούς ανθρώπινου δυναμικού ποιοτικά καταρτισμένου ιδιαίτερα σε τομείς της κοινωνίας της πληροφορίας και της νέας τεχνολογίας καταρρίπτοντας έτσι τον μύθο του «αρσενικού» θετικού επιστήμονα.
Οι γυναίκες έχουν χαμηλή αυτοεκτίμηση σε ότι για παράδειγμα αφορά την ικανότητα τους να χειριστούν ηλεκτρονικούς υπολογιστές και συνεπώς αναπτύσσουν αρνητική στάση απέναντι στη χρήση τους, ενώ η οικογένεια δεν στηρίζει το ίδιο αγόρια και κορίτσια στην προσέγγιση τους στις νέες τεχνολογίες. Λέγεται ότι ο υπολογιστής είναι γένους αρσενικού, ενώ η πληκτρολόγηση είναι γένους θηλυκού. Στο δημόσιο τομέα το 99.5% των ατόμων που ασχολούνται με την εισαγωγή στοιχείων στους Η/Υ είναι γυναίκες δακτυλογράφοι, ενώ στην ειδικότητα των προγραμματιστών-αναλυτών, οι άντρες καταλαμβάνουν το 90% των θέσεων. Η μόνη πλουτοπαραγωγική πηγή μας είναι οι άνθρωποι, είναι οι πολίτες που σε ένα μεγάλο τμήμα τους είναι γυναίκες και η επένδυση σε εκπαίδευση είναι παραγωγική επένδυση. Η δύναμη των ανθρώπων με περιορισμένα εισοδήματα είναι η γνώση.
Η «μεταρρύθμιση» χρειάζεται τις γυναίκες, χρειάζεται τις προϋποθέσεις για να αναπτυχθούν νέες πρωτοβουλίες που θα επιταχύνουν τις αλλαγές, που θα υλοποιήσουν τις τομές, Κατά το δεύτερο ήμισυ του 20ου αιώνα, δύο μεγάλες μορφές επανασυγκρότητσης του κόσμου έλαβαν χώρα: Η πρώτη είναι η οικολογική δράση και σκέψη που αντικαθιστά την κυριαρχία του ανθρώπου επί της φύσης με την ευθύνη του ανθρώπου έναντι ενός φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος, που ολοένα και περισσότερο κινδυνεύει και φτωχαίνει. Το δεύτερο κίνημα που παράλληλα εξελίχθηκε είναι το κίνημα των γυναικών.
Σταδιακά το κίνημα των γυναικών οδήγησε στη δημιουργία ενός πολύ πιο θεμελιώδους κινήματος, του κινήματος για την ισοτιμία που βρίσκεται στον αντίποδα της πολιτικής των ποσοστώσεων η οποία προσπαθεί να επαναφέρει την ισότητα μέσα σε μια κατάσταση ανισότητας. Το κίνημα για την ισοτιμία διακηρύσσει ότι το υποκείμενο των δικαιωμάτων του ανθρώπου δεν υφίσταται παρά μόνο υπό τη μορφή της δυαδικότητας άνδρα-γυναίκας και ότι συνεπώς η οικουμενικότητα των δικαιωμάτων είναι αδιαχώριστη από την αναγνώριση των διαφορών μεταξύ ανδρών και γυναικών. Οι γυναίκες θέλουν να είναι ίσες και διαφορετικές. Τα κοινωνικά αυτά κινήματα είναι κινήματα πολιτισμού. Βασικό μας μέλημα είναι να συνδυάσουμε τον παράγοντα φύλο με την έννοια «αειφόρος ανάπτυξη» και την περιβαλλοντική φροντίδα για οικονομική και κοινωνική δικαιοσύνη.
Η βιώσιμη ανάπτυξη προϋποθέτει αλλαγές στους μηχανισμούς και τους τρόπους διαχείρισης του περιβάλλοντος. Οι εξελίξεις σε τομείς όπως γυναίκες και χρήση γης, γυναίκες στην προστασία και την διαχείριση του περιβάλλοντος, γυναίκες-ποιότητα και ασφάλεια τροφίμων καθώς και στην αποκατάσταση και διατήρηση της πολιτιστικής και ιστορικής κληρονομιάς, προωθούν περισσότερες γυναίκες σε κορυφαίες θέσεις λήψης αποφάσεων.
Πρέπει να σημειώσουμε ότι η υπόθεση των τροφίμων, όπως παράγονται, επεξεργάζονται ή παρασκευάζονται, ταυτοποιούνται και διατίθενται στην αγορά σήμερα είναι άμεσα συνδεδεμένη με τη χρήση φυτοφαρμάκων στις καλλιέργειες, ζωοτροφών βιομηχανικά και χημικά επεξεργασμένων στην κτηνοτροφία, συντηρητικών, βελτιωτικών, χρωστικών και άλλων χημικών ουσιών στην επεξεργασία με τη νίτρο-ρύπανση και πολύ-ρύπανση στην ποιότητα του νερού, με τις ορμόνες και τις διοξίνες. Αυτές οι εξελίξεις στα τρόφιμα συνδέονται με τις κοινωνικές δομές, την οικονομική εξουσία και την πολιτική θέληση και δυνατότητα να επιβληθούν συνθήκες υγιεινής και ασφάλειας των τροφίμων. Χρειάζονται συγκρούσεις με κατεστημένα συμφέροντα και έλεγχος από όλους τους πολίτες. Τέτοιες συγκρούσεις έγιναν τα τελευταία χρόνια.
Όπως και ανάλογες συγκρούσεις έγιναν για την προστασία του περιβάλλοντος και των δασών κόντρα στη θεωρία του πολιτικού κόστους και κόντρα στα συγκεκριμένα συμφέροντα με την απόφαση που πήραμε στην Ελλάδα, να αναλάβει το πυροσβεστικό σώμα την δασοπυρόσβεση στη χώρα, με αποτέλεσμα να μειωθούν οι πυρκαγιές κατά 94% σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια. Η οικολογία, η διατροφή, η αειφόρος ανάπτυξη προσκρούουν σε συμφέροντα.
Δεν είναι φολκλόρ και τα συμφέροντα αυτά είναι διεθνώς δικτυωμένα. Συνδέονται με τα συμφέροντα των πολυεθνικών εταιριών και άλλων κερδοφόρων δραστηριοτήτων. Το πρόβλημα σήμερα για την πολιτική είναι, πώς θα επιβληθεί σε κάθε χώρα και διεθνώς πάνω σε αυτά τα συμφέροντα που ήδη έχουν αυτονομηθεί από τα κέντρα του πολιτικού ελέγχου. Από την έκθεση των ανωτέρω, προκύπτουν πολλά συμπεράσματα. Καθοριστικό είναι ότι για να δυναμώσει η προοδευτική πολιτική- γιατί δεν είναι όλες οι πολιτικές ίδιες- για να επιβληθεί η πολιτική στην οικονομία και στην αγορά, για να γίνουν οι κοινωνίες κυρίαρχες, βασική προϋπόθεση είναι η συμμετοχή των πολιτών, ανδρών και γυναικών. Η συμμετοχή στα κοινωνικό και πολιτικό γίγνεσθαι.
Γιατί σήμερα όσοι κατακρίνουν την πολιτική θα πρέπει να αντιληφθούν ότι βρίσκεται σε θέση αδυναμίας να επιβληθεί σε εγχώρια και διεθνή δίκτυα συμφερόντων. Όταν δεν συμμετέχουμε στις εξελίξεις, οφείλουμε να γνωρίζουμε ότι θα τις διαμορφώνουν άλλοι. Υπάρχουν χώρες, όπου οι πολίτες δεν συμμετέχουν ούτε στις εκλογές. Για παράδειγμα ο Πρόεδρος των Η.Π.Α. εκλέγεται με τη συμμετοχή ενός μέρους του εκλογικού σώματος, που απέχει πολύ από το ήμισυ του εκλογικού σώματος της χώρας αυτής. Το έλλειμμα στην εκπροσώπηση είναι έλλειμμα στην πολιτική, είναι έλλειμμα στη δημοκρατία. Πάρτε μέρος, λοιπόν, δραστήρια τόσο στην προσεχή εκλογική αναμέτρηση, όσο και γενικότερα στα κοινά σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου