Τετάρτη 18 Αυγούστου 2010

Μύθοι και αλήθειες για τους υπαίτιους της κρίσης

Πλήθος από ανακρίβειες και αστήριχτους ισχυρισμούς διατυπώθηκαν στην εκδήλωση του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών που πραγματοποιήθηκε την Δευτέρα 5 Ιουλίου. Θέμα της ήταν «το μνημόνιο οικονομικής πολιτικής και οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας».

Με βάση την εισηγητική ομιλία του Γιάννη Στουρνάρα, γενικού Διευθυντή του ΙΟΒΕ, η τρέχουσα οικονομική κρίση «οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην αλόγιστη επέκταση και δυσλειτουργία του κράτους. Ένα και μόνο στατιστικό στοιχείο είναι αρκετό για να δείξει τι ακριβώς συνέβη», τόνισε. «Από το 1999 μέχρι το 2008 ο μέσος μισθός στο δημόσιο αυξήθηκε 107,3% στην Ελλάδα έναντι 35,3% στην ευρωζώνη». Ακούγοντας κανείς τα παραπάνω, που συμπληρώνονται και υποστηρίζονται από μια λαϊκίστικου χαρακτήρα φιλολογία για την ύπαρξη ενός υπερτροφικού κράτους στην Ελλάδα, πιστεύει ότι ο δημόσιος τομέας στη χώρα μας έχει πραγματικά προσλάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις εις βάρος του ιδιωτικού. Η αλήθεια ωστόσο είναι εντελώς διαφορετική και δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι οι «αντι-κρατιστές» νεοφιλελεύθεροι στην Ελλάδα ουδέποτε μπαίνουν στον κόπο να τεκμηριώσουν με συνολικά μεγέθη τους ισχυρισμούς τους κι όχι με επιμέρους κι αποσπασματικά στοιχεία τα οποία προσφέρονται για εύκολες εντυπώσεις όχι όμως για τεκμηρίωση.

Στον αντίποδα λοιπόν των παραπάνω δοξασιών η Ελλάδα έχει έναν από τους μικρότερους δημόσιους τομείς στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αν πάρουμε ως κριτήριο τους απασχολούμενους σε αυτόν. Όπως φαίνεται και στον Πίνακα 1 που παραθέτουμε, στον δημόσιο τομέα 19 ανεπτυγμένων οικονομικά χωρών το 2002 απασχολούταν κατά μέσο όρο το 15,9% του εργατικού δυναμικού. Στην δε ΕΕ των 17 το 16,4%. Στην Ελλάδα αντίθετα στον δημόσιο τομέα απασχολούταν μόλις το 11,4% του εργατικού δυναμικού, ποσοστό χαμηλότερο ακόμη και απ’ αυτό της Αγγλίας όπου ο οδοστρωτήρας της Θάτσερ ισοπέδωσε κάθε δημόσια υπηρεσία προς όφελος του ιδιωτικού συμφέροντος. Κατά συνέπεια ο δημόσιος τομέας στην Ελλάδα μπορεί να διακρίνεται για την γραφειοκρατία και την αναποτελεσματικότητα ή την διαφθορά του (η οποία θέλει όμως… δύο, δηλαδή και τον ιδιώτη από την άλλη) δεν διακρίνεται πάντως για το μέγεθός του, με βάση τους απασχολούμενους, κριτήριο που αποτελεί και το πιο ενδεικτικό μιας και σχετίζεται άμεσα με το κόστος μισθοδοσίας του, που επιβαρύνει τα δημόσια οικονομικά.

ΠΙΝΑΚΑΣ 1

ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΣΤΟΝ ΔΗΜΟΣΙΟ ΤΟΜΕΑ

Κράτος Εργαζόμενοι στο δημόσιο

ως ποσοστό του συνόλου

Σουηδία 30

Δανία 29

Φινλανδία 22,4

Γαλλία 21,2

Αγγλία 17,8

Πορτογαλία 17

Βέλγιο 16,8

Λουξ/ργο 14,9

Τσεχία 14,8

ΗΠΑ 14,7

Ιταλία 14,4

Ισπανία 13

Αυστρία 12,2

Πολωνία 12,1

Ελλάδα 11,4

Ιρλανδία 11

Ολλανδία 10,7

Γερμανία 10,2

Ιαπωνία 8,1

ΕΕ 16,4

Σύνολο 15,9

Πηγή: OECD, Economic Outlook, 2003. Παρατίθεται στο κείμενο εργασίας: The size and performance of public sector activities in Europe. Heinz Handler, Bertrand Koebel, Philip Reiss, Margit Schratzenstaller.

ΠΙΝΑΚΑΣ 2

ΑΜΟΙΒΕΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ ΩΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΟΥ ΑΕΠ

Η νεοφιλελεύθερη δοξασία περί υπερτροφικού δημοσίου καταρρίπτεται επίσης από στοιχεία της ίδιας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που αφορούν τις αμοιβές των δημοσίων υπαλλήλων ως ποσοστό του ΑΕΠ. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση των 15 οι αμοιβές των δημοσίων υπαλλήλων το 1988 απορροφούσαν το 12,08% του ΑΕΠ, ενώ στην Ελλάδα το 11,1%. Ακόμη και μ’ αυτό το κριτήριο κατά συνέπεια δεν ευσταθεί η ενοχοποίηση του δημόσιου τομέα για τα ελλείμματα.

Οι επιθέσεις στον δημόσιο τομέα που ασκούνται από τους υπέρμαχους του μνημονίου στο επίκεντρό τους έχουν την κοινωνική πολιτική που ασκείται από το κράτος κι η οποία είναι το μεγάλο θύμα της μακρόχρονης λιτότητας που εισάγει το μνημόνιο. Αυτό ωστόσο που παραλείπεται να αναφερθεί είναι η δραματική κατάσταση στην οποία βρίσκονται οι κοινωνικές παροχές στην Ελλάδα, που κι αυτές πλέον απειλούνται με καρατόμηση. Αρκεί να πάρουμε υπ’ όψη μας τους 4.500 γιατρούς που λείπουν, τους 20.000 νοσηλευτές κι εργαζόμενους στα παραϊατρικά επαγγέλματα και άλλους 20.000 δάσκαλους και καθηγητές που λείπουν, με τις πιο συντηρητικές εκτιμήσεις! Είναι χαρακτηριστική η σύγκριση με τις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ, που παρατίθεται στον Πίνακα 3 κι αφορά τις δεκαετίες του ’90 και του ’80 παρότι μάλιστα τότε ήταν που στην πραγματικότητα ιδρύθηκε στην Ελλάδα το κοινωνικό κράτος. Εκεί φαίνεται πεντακάθαρα ότι ελάχιστοι, σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ, δημόσιοι πόροι καταλήγουν στην κοινωνική προστασία, την υγεία και στους ανέργους. Και πάλι η Ελλάδα, με κριτήριο τα ποσά που δίνει για κοινωνική προστασία αποδεικνύεται πιο νεοφιλελεύθερη ακόμη και από την κοιτίδα του Θατσερισμού, την Αγγλία. Επομένως η ενοχοποίηση του κοινωνικού κράτους για τα δημόσια ελλείμματα από τους υπέρμαχους του μνημονίου είναι ανυπόστατη και αυθαίρετη.

ΠΙΝΑΚΑΣ 3

ΜΕΡΙΔΙΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΔΑΠΑΝΩΝ ΣΤΟ ΑΕΠ

Κοινωνική προστασία

Υγεία

Ανεργίa

’80 ’90

’80 ’90

’80 ’90

Αυστρία

– 21,1

– 5,7

– 1,4

Βέλγιο

20 18,6

6.0 6,6

4,5 4

Τσεχία

- 12,6

- 6,2

- 0,3

Γερμανία

14,7 18,3

6,1 7,5

1,7 2,8

Δανία

21,2 24,2

7,6 6,9

5,5 6

Ισπανία

12,9 15,1

4,5 5,4

2,7 3,1

Φινλανδία

16,2 24,2

5,5 6,2

2,1 4,8

Γαλλία

18,1 21,3

6,3 7,2

2,9 3,1

Ελλάδα

11,6 16,6

4,8 4,7

0,6 0,8

Ιρλανδία

13,3 13,8

5,8 5,2

4,6 3,9

Ιταλία

15,3 18,9

5,6 5,9

– –

Λουξεμβούργο

17,8 16,9

5,4 5,7

1,3 0,8

Ολλανδία

22,3 20,5

5,6 6,2

3,9 4

Πολωνία

– 19,2

– 4,6

– 1,8

Πορτογαλία

9,2 12

3,4 4,7

0,7 1,5

Σουηδία

22 26,4

8,1 7,2

2,4 4,5

Αγγλία

15,2 19,4

5 5,6

2,1 1,3

ΕΕ 15

16,1 19,3

5,7 6,6

1,9 2,5

Πηγή: Όπως Πίνακα 1.

Οι ευθύνες για την δημοσιονομική κρίση στην πραγματικότητα πρέπει να αναζητηθούν στην εντελώς αντίθετη κατεύθυνση από αυτή που υποδεικνύει το ΙΟΒΕ: στον ιδιωτικό τομέα!

Γενικά μιλώντας, η τρέχουσα κρίση όπως ξέσπασε το 2008 δεν είχε ως επίκεντρό της κάποιες οικονομίες με ισχυρό κρατικό τομέα και γενναίες κοινωνικές παροχές, όπως για παράδειγμα οι Σκανδιναβικές. Ούτε ξέσπασε σε κλάδους οικονομικής δραστηριότητας που χαίρουν κρατικής προστασίας ή απολαμβάνουν θεσμοθετημένων ποσοστών κέρδους, που χαρακτηρίζονται από το ΙΟΒΕ, τεκμήριο καθυστέρησης. Η κρίση ξέσπασε στην Μέκκα του πιο αχαλίνωτου καπιταλισμού, τις ΗΠΑ και την Αγγλία και σε εκείνο τον κλάδο που αποτελεί την σημαντικότερη βιομηχανία, το μεγαλύτερο εξαγώγιμο προϊόν, ενώ βρίσκεται σε σχέσεις ασύλληπτης διαπλοκής με την πολιτική εξουσία καθώς οι υπουργοί Οικονομικών των ΗΠΑ για παράδειγμα, Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικανοί, προέρχονται από τις κορυφαίες επιχειρήσεις του: το χρηματοπιστωτικό τομέα.

Στην Ελλάδα δε, είναι απορίας άξιο γιατί τα στελέχη του ΙΟΒΕ θεωρούν τόσο προφανή την προικοδότηση του πλήρως ιδιωτικοποιημένου τραπεζικού τομέα με 28 δισ. ευρώ από τις κυβερνήσεις ΝΔ και ΠΑΣΟΚ και με 10 δισ. επιπλέον από το μνημόνιο της ντροπής, μέσω του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας! Αν για τις δημόσιες συγκοινωνίες ή την Ολυμπιακή η ανάγκη κρατικής επιδότησής τους αποτελούσε τεκμήριο αποτυχίας της κρατικής ιδιοκτησίας γιατί δεν ισχύει το ίδιο και για τις τράπεζες; Γιατί δηλαδή δεν αποτελεί τεκμήριο αποτυχίας του ιδιωτικού τομέα; Πολύ περισσότερο αν θυμηθούμε ότι στο πρόσφατο παρελθόν, όταν οι τράπεζες ήταν υπό κρατικό έλεγχο, τη δεκαετία του ’80 για παράδειγμα και το πρώτο μισό της δεκαετίας του ’90, ουδέποτε είχαν κινδυνεύσει από κερδοσκοπικούς τυχοδιωκτισμούς κι ουδέποτε είχαν απειληθεί τόσο σοβαρά…

Ειδικότερα μιλώντας για την δημοσιονομική κρίση στην Ελλάδα, η βασικότερη αιτία της δεν πρέπει να αναζητηθεί στις κοινωνικές παροχές που από αναιμικές οδεύουν για πλήρη κατάργηση, αλλά στην θεσμοθετημένη, επίσημη φοροαπαλλαγή των ανωνύμων εταιρειών. Με βάση στοιχεία της ευρωπαϊκής στατιστικής υπηρεσίας, Eurostat, που εκδόθηκαν με ημερομηνία 28 Ιούνη 2010, ο εταιρικός φόρος στην Ελλάδα ανέρχεται στο 24%, όταν στην ευρωζώνη των 16 είναι κατά μέσο όρο, υψηλότερος του ελληνικού και φθάνει το 25,7%. Οι περισσότερες δε δυτικοευρωπαϊκές χώρες έχουν πολύ υψηλότερο φορολογικό συντελεστή για τις ανώνυμες εταιρείες από τον ελληνικό. Για παράδειγμα, Σουηδία και Φινλανδία: 26%, Αγγλία και Νορβηγία: 28%, Γερμανία: 29,8%, Ιταλία: 31,4%, Γαλλία: 34%, κοκ.

Άλλοι δε τομείς της ελληνικής οικονομίας, που χαρακτηρίστηκαν ως «φωτεινό παράδειγμα» από εισηγητή στην εκδήλωση του ΙΟΒΕ, όπως η ναυτιλία στην πραγματικότητα δεν πληρώνουν κανένα φόρο. Το πλαίσιο λειτουργίας τους καθορίζεται από ένα αποικιακό καθεστώς 57 επίσημων φοροαπαλλαγών που καθιστά την Ελλάδα στην πραγματικότητα φορολογικό παράδεισο για τους εφοπλιστές. Ποιο είναι επομένως το όφελος για τα δημόσια οικονομικά από το «φωτεινό παράδειγμα» των εφοπλιστών; Γιατί δεν θεωρείται υποχρέωσή τους η συμβολή στα δημόσια οικονομικά;

Το κενό που αφήνουν στα δημόσια έσοδα οι ανώνυμες εταιρείες κι οι εφοπλιστές (μαζί μ’ αυτούς φυσικά η εκκλησία και οι τράπεζες) καλύπτουν οι εργαζόμενοι που πληρώνουν ένα από τους υψηλότερους ΦΠΑ σε όλη την ΕΕ. Πρόκειται για τον πιο άδικο φόρο, όπως όλοι οι έμμεσοι, καθώς πληρώνεται από τον καταναλωτή ανεξαρτήτως του εισοδήματος του, καταργώντας στην πράξη τη αναλογικότητα που εξασφαλίζει τον προοδευτικό χαρακτήρα κάθε φορολογικού συστήματος. Έτσι, ενώ ο μέσος ΦΠΑ στην ΕΕ των 27 είναι 20,2% στην Ελλάδα φθάνει το 23%! Στις άλλες δε μεσογειακές χώρες, που έχουν συγγενή οικονομική δομή με αυτή της Ελλάδας, όπως η Ιταλία, η Πορτογαλία και η Ισπανία, ο ΦΠΑ ανέρχεται σε 20% για τις δύο πρώτες και 18% για την τρίτη. Οι εργαζόμενοι στην Ελλάδα είναι διπλά αδικημένοι γιατί πέρα από ΦΠΑ πληρώνουν πολλά περισσότερα σε σχέση με τους Ευρωπαίους και στους φόρους που αναλογούν στην εργασία: 37% είναι ο σχετικός φόρος που αναλογεί στην εργασία στην Ελλάδα, 34,4% ήταν στην ευρωζώνη των 16 το 2008.

Τέλος σε ό,τι αφορά τους μισθούς που θεωρούνται υψηλοί αρκεί να αναφέρουμε ότι με βάση στοιχεία που περιέχονται στην Έρευνα εργατικού δυναμικού της ΕΣΥΕ και αφορούν το δεύτερο τρίμηνο του 2008 το 25% των μισθωτών αμείβεται με καθαρές αποδοχές που δεν ξεπερνούν τα 750 ευρώ μηνιαίως. Ενώ, ένα 30% επιπλέον με αποδοχές από 750 έως 1.000 ευρώ. Το 55% των εργαζομένων δηλαδή ζει με 1.000 ευρώ μηνιαίως! Το εισόδημα αυτό μάλιστα με πραγματικούς όρους βαίνει σταθερό μειούμενο στο σύνολο του κοινωνικού πλούτου. Με βάση στοιχεία που δημοσιεύτηκαν στην ετήσια έκθεση του ΙΝΕ – ΓΣΕΕ του 2009 το μερίδιο της εργασίας ως ποσοστό του ΑΕΠ χάνει διαρκώς έδαφος στο πέρασμα του χρόνου. Ενώ μεταξύ 1978-1983 κυμαινόταν μεταξύ 70-75%, την περίοδο 1984-1990 έφθασε το 65-70% κι από το 1994 μέχρι σήμερα μειώθηκε στο 62%.

Σε ότι αφορά τους συνταξιούχους το 61% ζει με λιγότερα από 600 ευρώ, χωρίς μάλιστα να υπολογίζονται οι συνταξιούχοι του ΟΓΑ! Την ίδια ώρα που 1,1 εκ. εργαζόμενοι ή το 25% δουλεύουν ανασφάλιστοι, η εισφοροδιαφυγή ετησίως φτάνει τα 8 δις. και οι ανείσπρακτες οφειλές τα 7,5 δις. ευρώ, με βάση το ίδιο το υπουργείο Εργασίας!

Ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ επομένως ας μην αναζητά στο ασφαλιστικό σύστημα την πηγή του δημοσιονομικού ελλείμματος. Οι βασικότερες αιτίες είναι η θεσμοθετημένη φοροδιαφυγή και η κατοχυρωμένη φοροαπαλλαγή. Από αυτά τα προνόμια πρέπει κατά συνέπεια να ξεκινήσει η «εσωτερική υποτίμηση» που επαγγέλλονται το ΔΝΤ και το ΙΟΒΕ κι όχι από τους μισθούς και τις συντάξεις…

Τραγικά επίκαιρος ο Στίγκλιτζ

«Το πρόβλημα με τα σφάλματα του ΔΝΤ είναι ότι πιθανότατα θα έχουν μεγάλη διάρκεια. Το ΔΝΤ συχνά μιλούσε ωσάν αυτό που χρειαζόταν η οικονομία να ήταν ένα δυνατό καθαρτικό. Να πονέσει, και όσο βαθύτερος ο πόνος τόσο μεγαλύτερη η επακόλουθη οικονομική μεγέθυνση. Σύμφωνα με τη θεωρία του ΔΝΤ, λοιπόν, μια χώρα που ενδιαφέρεται για τις μακροπρόθεσμες προοπτικές της-ας πούμε σε είκοσι χρόνια από σήμερα-, θα έπρεπε να σφίξει τα δόντια και να δεχτεί μια βαθιά κάμψη. Οι άνθρωποι σήμερα θα υπέφεραν, αλλά τουλάχιστον τα παιδιά τους θα ήταν σε καλύτερη κατάσταση. Δυστυχώς τα στοιχεία δε στηρίζουν τη θεωρία του ΔΝΤ. Μια οικονομία που διέρχεται βαθιά ύφεση μπορεί να αναπτύσσεται ταχύτερα καθώς ανακάμπτει, αλλά ποτέ δεν αναπληρώνει τον χαμένο χρόνο. Όσο πιο βαθιά είναι η σημερινή ύφεση τόσο χαμηλότερο θα είναι και το πιθανό εισόδημα, ακόμη και σε είκοσι χρόνια από τώρα. Δεν ισχύει, όπως ισχυρίζεται το ΔΝΤ, ότι σε είκοσι χρόνια οι άνθρωποι θα είναι σε καλύτερη κατάσταση. Οι επιπτώσεις μιας ύφεσης είναι μακροχρόνιες. Υπάρχει μια σοβαρή συνέπεια: Όσο πιο βαθιά είναι η κρίση σήμερα, όχι μόνο τόσο πιο χαμηλή θα είναι η συνολική παραγωγή σήμερα, αλλά και τόσο χαμηλότερη ενδέχεται να είναι για πολλά χρόνια».

Τζόζεφ Στίγκλιτζ, Η μεγάλη αυταπάτη, εκδ. Α. Α. Λιβάνη

Το παραπάνω απόσπασμα αφιερώνεται σε όσους χαρακτηρίζουν «διαβατήριο για τη σωτηρία της Ελλάδας» την προσφυγή στο ΔΝΤ κι επίσης «προϋπόθεση για μια νέα αναπτυξιακή πορεία στηριγμένη σε υγιείς βάσεις»…

Πηγή http://eydapftaneipia.wordpress.com

1 σχόλιο:

alzap είπε...

Στεφανε δες το άρθρο του Δημήτρη Λιβιεράτου εδώ:

http://alekos.blogspot.com/