Δευτέρα 25 Ιουνίου 2012

- ΜΕ ΔΙΠΛΗ ΕΤΥΜΗΓΟΡΙΑ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΟΛΙΤΕΣ ΣΤΑΘΕΡΟΙ ΣΤΗΝ ΕΠΙΛΟΓΗ ΓΙΑ ΝΕΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΗ ΣΤΗΝ Ε.Ε. - ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΟΝΟΗΤΗ Η ΑΝΑΛΗΨΗ ΕΥΘΥΝΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΛΟΓΙΚΗ ΣΥΝΤΡΙΒΗ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ ΚΑΙ Η ΑΛΛΑΓΗ ΠΟΡΕΙΑΣ



o       Νέα Κοινωνική Πλειοψηφία
o       Διάλυση Του Δικομματισμού-Πολυκομματικές Κυβερνήσεις
o       Ο Ριζοσπαστισμός Και Η  Δυναμική Του
o       Συντριβή Των Νεοφιλελεύθερων Πολιτικών Που Άσκησε Η Ηγετική Ομάδα Του ΠΑΣΟΚ
o       Στην Πρωθυπουργία Ο Α. Σαμαράς Σε Ιδεολογική Συγγένεια Με Την Α. Μέρκελ. Η Διαφορά Τους Είναι Στη «Δόση» Του Νεοφιλελεύθερου Μείγματος.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1Ο
Α. Η διπλή ετυμηγορία

Στις εκλογές της 17ης Ιουνίου το σύμπαν δεν κατέρρευσε. Με μεγάλη αποχή στο 38%, (στις εκλογές  της 6ης Μαΐου, η αποχή ανήλθε στο 35%), διεξήχθησαν οι εκλογές. Την πρώτη πολιτική και κοινωνική δύναμη αποτελούν οι Έλληνες πολίτες που απείχαν από την άσκηση του εκλογικού τους δικαιώματος.  Η Νέα Δημοκρατία αναδείχτηκε ξανά σε πρώτο κόμμα με νέα εκλογική άνοδο, εδραιώνοντας τη τάση της πρώτης αναμέτρησης της 6ης Μαΐου. Η ΝΔ αύξησε το ποσοστό κατά 11 μονάδες σε σχέση με τον Μάιο(από 18.86% σε 29,66%) που όμως είναι πολύ χαμηλότερο και από την ήττα που υπέστη η Ν.Δ. το 2009. Είναι από τα χαμηλότερα εκλογικά ποσοστά στην μεταπολιτευτική ιστορία της Ν.Δ. που επετεύχθη, αξιοποιώντας και ως «όπλα» την πόλωση και την κινδυνολογία. Ασφαλώς και πρέπει να σημειώσουμε ότι αυτή η επιλογή Ελλήνων πολιτών έδωσε τη Ν.Δ. τη δυνατότητα να αυξήσει την εκλογική της δύναμη, που ως κυβερνητικό κόμμα από το 2004-2009 είχε διπλασιάσει τις δημόσιες δαπάνες της χώρας, οξύνοντας την κρίση.

Ο ΣΥΡΙΖΑ αναδείχτηκε σε κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, με ποσοστό 26,89% (από 16,78% τον Μάιο) και ως αποτέλεσμα τόσο ενδοαριστερών εκλογικών μετατοπίσεων όσο και της εκλογικής του ενίσχυσης από ένα σημαντικό τμήμα των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ, το 2009.  Το αίτημα για κυβέρνηση της Αριστεράς και ακύρωση του μνημονίου ωστόσο, δεν έλαβε τη συγκατάθεση του εκλογικού σώματος για την ανάδειξη του σε πρώτο κόμμα.

Το ΠΑΣΟΚ υπέστη συντριβή και καθήλωση για δεύτερη φορά με περαιτέρω μείωση των ποσοστών του (από 13,18% σε 12,28%). Το ΠΑΣΟΚ είχε υποστεί τη πρώτη συντριβή στις εκλογές της 6ης Μαΐου, όπου απώλεσε το 30 και πλέον των μονάδων του ποσοστού που συγκέντρωσε στις εκλογές του 2009 (43.92%) και η Νέα Δημοκρατία είχε ανάλογη εκλογική ήττα, παρότι είχε αναδειχθεί σε πρώτο κόμμα. Οι  ηγεσίες τους στη γραμμή του μονόδρομου, της απειλής χρεοκοπίας, της άρνησης διαπραγμάτευσης και ευθυγραμμισμένοι με τα κελεύσματα του Βερολίνου, οδηγήθηκαν από το εκλογικό σώμα αθροιστικά στο 33,5%.
Το ΚΚΕ απώλεσε το 50% των ποσοστών του (από 8,48 % σε 4,50 %) καθώς μεγάλο τμήμα των ψηφοφόρων του κατευθύνθηκε στο ΣΥΡΙΖΑ. Η ΔΗΜΑΡ διατήρησε την εκλογική της επιτυχία όσο και το κόμμα του Π. Καμμένου. Ασφαλώς γέννημα της κρίσης αποτελεί και η είσοδος της ακροδεξιάς οργάνωσης, Χρυσή Αυγή στο Κοινοβούλιο με υψηλό ποσοστό.

Την πρώτη πολιτική και κοινωνική δύναμη αποτελούν οι Έλληνες πολίτες που απείχαν από την άσκηση του εκλογικού τους δικαιώματος.

Τη δεύτερη πολιτική και κοινωνική δύναμη αποτελεί η πολιτική και κοινωνική βάση του ΠΑΣΟΚ που απέρριψε τις πολιτικές της τελευταίας τριετίας και επέλεξε να ψηφίσει ΣΥΡΙΖΑ, ΔΗΜΑΡ και Ν.Δ.

Τρίτη πολιτική και κοινωνική δύναμη ανεδείχθη η Ν.Δ.

Μια νέα κοινωνική πλειοψηφία ανέδειξαν οι κάλπες στη χώρα, με έντονες κοινωνικές αντιθέσεις και ταξικό χαρακτήρα και ταυτόχρονα, με ριζικές πολιτικές διαφοροποιήσεις και με πολιτικές ανακατατάξεις. Ενδεικτικό των νέων εκλογικών δεδομένων, της ρευστότητας και  των μετατοπίσεων αποτελεί το γεγονός ότι η ψήφος των πολιτών μόνο στο 50% κατά μέσο όρο συνολικά για όλα τα κόμματα, αντιπροσωπεύει ψήφο ταυτότητας και εγγύτητας.

Από τις πρόσφατες εκλογικές αναμετρήσεις προκύπτει εδραίωση εξελίξεων μακροπρόθεσμου χαρακτήρα για πολυκομματικές κυβερνήσεις, με κύριο χαρακτηριστικό τη διάλυση του δικομματισμού.

Το εκλογικό αποτέλεσμα αποτυπώνει τις αντιφάσεις που υπάρχουν στην ελληνική κοινωνία. Το εκλογικό σώμα και μέσω της πολυδιάσπασης των επιλογών του, εξέφρασε με την ψήφο του, την αποδοκιμασία του προς τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές των μνημονίων, που είναι κοινωνικά και οικονομικά αδιέξοδες και την ανάγκη για αλλαγή πορείας σε προοδευτική κατεύθυνση για την έξοδο από την κρίση. Ταυτόχρονα,  ένα σημαντικό τμήμα του εκλογικού σώματος αναδιπλώθηκε σε συντηρητικές επιλογές υπό την πίεση της κινδυνολογίας και των διλημμάτων περί του κινδύνου εξόδου της χώρας από την Ευρωζώνη και την Ε.Ε. ή περί της Κυβέρνησης Αριστεράς σε αυτή την αναμέτρηση.

Ωστόσο, μια νέα προοδευτική πολιτική ενότητα μπορεί να οικοδομηθεί πάνω σε αρχές για τη δημοκρατική, πολιτική, κοινωνική και οικονομική πορεία της  χώρας. Στη Δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα.
Οι Έλληνες πολίτες διεκδικούν και δικαιούνται αξιοπρέπεια, ισοτιμία της χώρας και διαπραγμάτευση που ήταν απαγορευμένη λέξη πριν την 6η Μαΐου. Είναι γνωστό ότι στην Ευρωπαϊκή Ένωση γίνονται προετοιμασίες τόσο στις Βρυξέλλες, όσο και σε ορισμένες πρωτεύουσες της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη νέα διαπραγμάτευση. Διότι είναι γνωστό ότι σε τέτοιες διαπραγματεύσεις υπάρχουν εκατέρωθεν υποχωρήσεις. 
Μια διαπραγμάτευση που θα περιλαμβάνει τόσο τα θέματα που αφορούν τη διεθνή οικονομική κοινότητα, δηλαδή το δημόσιο χρέος και την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών όσο και το θέμα που αφορά το εθνικό δημοσιονομικό πρόγραμμα, το οποίο απέτυχε και οδήγησε σε πρωτοφανή βλάβη την οικονομία και την κοινωνία.
Γι’ αυτό είχα αναφερθεί από τον Μάρτιο του 2012 στην ανάγκη για νέα. διαπραγμάτευση πολιτική και οικονομική: α) Η διαπραγμάτευση είναι δικαίωμα κάθε χώρας. Η χώρα ούτε θα δέχεται υποδείξεις, ούτε θα επιβάλλει. Δικαιούται τη πολιτική και οικονομική συνεργασία. Δικαιούται τη πολιτική ισοτιμία. Μονομερείς αποφάσεις ούτε μπορεί να δεχτεί η χώρα, ούτε δικαιούται να επιβάλλει η Ε.Ε. Εκβιασμοί δεν νοούνται ανάμεσα σε χώρες της Ε.Ε., παρόλο που ορισμένοι παράγοντες έχουν ξεπεράσει κάθε όριο σε λεονταρισμούς και απειλές. Είναι οι θιασώτες της αποτυχίας και των αντιευρωπαϊκών πολιτικών. β) Το πρόγραμμα λιτότητας απέτυχε και η χώρα σε συνεργασία με την Ε.Ε, πρέπει να συντάξει ένα έκτακτο πρόγραμμα σταθερότητας και ανάπτυξης για να μπορεί η χώρα να έχει πρωτογενές πλεόνασμα αλλά και θέσεις εργασίας. Προφανώς, πρέπει να προχωρήσει σε μια συνολική επαναδιαπραγμάτευση.
Πρέπει να παγώσουν όλες οι υφιστάμενες δεσμεύσεις και η νέα ηγεσία της χώρας θα πρέπει να ζητήσει μια νέα πολιτική συμφωνία και μια νέα οικονομική συνεργασία με την ΕΕ. Οι πολιτικές ηγεσίες θα πρέπει να τα θέσουν αυτά, ως ελάχιστα για την πολιτική ισοτιμία και την αξιοπρέπεια μαζί με το τέλος στην επιτήρηση της τρόικα και της δύναμης κρούσης στα πλαίσια μιας νέας πολιτικής και οικονομικής διαπραγμάτευσης.
Τις προτεραιότητες της χώρας δεν μπορεί να τις επιβάλλουν οι δανειστές ερήμην των παραγωγικών και κοινωνικών δυνάμεων του τόπου, και ιδιαίτερα για μια μεταβατική περίοδο ανασύνταξης της χώρας. Η λύση στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν χώρες της Ένωσης, θα είναι Ευρωπαϊκή. Θα το επιβάλλουν οι προοδευτικές δυνάμεις σε όλη την Ευρώπη, όχι μόνο για λόγους πολιτικής θέλησης αλλά και γιατί είναι ο δρόμος προς την έξοδο από την κρίση.
Στις εκλογές της 6ης Μαΐου, όλο το νεοφιλελεύθερο σύστημα της διαπλοκής προωθούσε πλασματικά διλήμματα. Το εκλογικό σώμα θαρρετά, τα αγνόησε.  Το ίδιο το σύστημα προώθησε στις εκλογές της 17ης Ιουνίου το φόβο, την απειλή περί εξόδου της χώρας από το ευρώ και άλλα συναφή που δεν καθόρισε την επιλογή των πολιτών που έχουν σαφή προσανατολισμό για την ένταξη της χώρας στην Ε.Ε. αλλά την επηρέασε.
Η κρίση είναι και πολιτική, οι πολίτες ξανά θέτουν το ζήτημα της πολιτικής και των αρχών της, η λύση και η έξοδος από την κρίση θα είναι πολιτική.
Με διπλή ετυμηγορία, οι Έλληνες πολίτες επιβεβαίωσαν τη σταθερή επιλογή τους ότι η χώρα μπορεί και έχει τη δύναμη της ισοτιμίας, της άρνησης ενός καταστροφικού προγράμματος ύφεσης, λιτότητας και ανεργίας και της απαίτησης για μια νέα πολιτική και οικονομική διαπραγμάτευση στην Ε.Ε.
Όλη η συντήρηση από άκρο σε άκρο της χώρας, δέχτηκε ένα σοκ με το πρώτο εκλογικό αποτέλεσμα της 6ης Μαΐου. Πάντα οι συντηρητικοί άνθρωποι τα νέα δεδομένα, τα αντιμετωπίζουν ως κεραυνό εν αιθρία. Αντίθετα, κάθε προοδευτικός και δημοκρατικός άνθρωπος που βίωνε τις νέες διεργασίες πολιτικές και κοινωνικές στη χώρα, είχε αντιληφθεί και είχε κατανοήσει εδώ και καιρό ένα νέο ριζοσπαστισμό τόσο σε επίπεδο φρονήματος και αγωνιστικής στάσης, όσο και στη βάση μιας πολιτικής και κοινωνικής απαίτησης για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων της χώρας, των εργαζόμενων και των παραγωγικών επιχειρήσεων.
Και απέναντι σε αυτό το ρεύμα, οι καναλάρχες και όλοι οι παρασιτικοί κύκλοι οργάνωσαν και συνεχίζουν ένα πόλεμο και με θιασώτες συντηρητικούς πολιτικούς από την κεντρική Ευρώπη και αυτονόητα βέβαια, με προεξέχουσα την ΝΔ και ορισμένους απολογητές του νεοφιλελευθερισμού από το χώρο του ΠΑΣΟΚ.
Ο ριζοσπαστικός λόγος ασφαλώς, περιέχει αντιφάσεις και δε λαμβάνει υπόψη όλες τις παραμέτρους και τη συνθετότητα των σημερινών προβλημάτων και στη χώρα. Ο κύριος λόγος της έκφρασης του ριζοσπαστισμού ήταν και είναι η κρίση. Κινητήρια δύναμη ήταν και είναι οι ανάγκες των ανθρώπων που βρίσκονται σε αδιέξοδο, σε ανεργία, σε ανέχεια, σε νέα φτώχια, με λουκέτα σε επιχειρήσεις και ασφαλώς, προσδιοριστικός λόγος είναι η άρνηση εκατομμυρίων πολιτών να δεχτούν εκβιασμούς, απειλές, προσβολές και τέλος να φέρουν το βάρος μιας κρίσης, όταν την καθοριστική ευθύνη έχουν άλλες κυρίαρχες δυνάμεις της Ελληνικής κοινωνίας.
Το εκλογικό σώμα δεν έδωσε αυτοδύναμη πολιτική λύση, επιβεβαιώνοντας την τάση της πρώτης εκλογικής αναμέτρησης εμμέσως πλην σαφώς, για κυβερνήσεις συνεργασίας. Ήδη διαμορφώθηκε το καταρχήν πολιτικό πλαίσιο για κυβέρνηση από τη μέχρι τώρα δικομματική κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. σε τρικομματική κυβέρνηση από Ν.Δ., ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ με την άρνηση και την αντίθεση του ΣΥΡΙΖΑ, ως κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης να συμμετάσχει.
Ωστόσο, κατά την κυοφορία της συγκρότησης της, οι αντιπαραθέσεις στο χώρο του ΠΑΣΟΚ, δεν αφορούσαν στο αν θα συνεχιστεί η πολιτική της ύφεσης, της λιτότητας και της ανεργίας αλλά τους διαχειριστές της, σε ενδομνημονιακού χαρακτήρα διενέξεις και τις αρχηγικές επιλογές στελέχωσης της. «Τρικυμία στο μελανοδοχείο».
Κλασική περίπτωση αποπροσανατολισμού ότι δήθεν το πρόβλημα ήταν ο κυβερνητισμός για να αποσιωπηθεί το πραγματικό ζήτημα που ήταν η συνέχιση της ίδιας πολιτικής. Γιατί το θέμα δεν είναι ο κυβερνητισμός, αλλά σε ποια πολιτική διακυβέρνηση.
Η Κυβέρνηση Σαμαρά δεν έθεσε ως όρο μια νέα πολιτική διαπραγμάτευση στην Ε.Ε., αποδεχόμενη τους πολιτικούς όρους του ήδη συμπεφωνημένου πλαισίου των μνημονίων. Προφανώς, τη βάση αποτελεί η τήρηση των δεσμεύσεων ενόψει μιας νέας διαπραγμάτευσης στην Ε.Ε. Από το περιεχόμενο της διαπραγμάτευσης θα κριθεί το εύρος και το μέγεθος της αντίθεσης των Ελλήνων πολιτών σε μέτρα λιτότητας και συνέχισης μνημονιακών πολιτικών με νέα συμφωνία. Καθότι δυνάμεις του νεοφιλελεύθερου συγκροτήματος στις Βρυξέλλες και στην Αθήνα θα οξύνουν την πίεση προς αυτή την κατεύθυνση. Είναι προφανές ότι αυτή η εξέλιξη δεν αποτελεί Προοδευτική Πολιτική.
Από τη διακήρυξη και τη συγκρότηση της, προκύπτει Κυβέρνηση μεγάλων φιλοδοξιών, περιορισμένων δυνατοτήτων και αλληλοαναιρούμενων επιδιώξεων. Δηλαδή κοντά είναι η παροιμία «όπου ακούς πολλά κεράσια, κράτα μικρό καλάθι». Η γενικόλογη διακήρυξη περί δημιουργίας συνθηκών αντιμετώπισης της κρίσης και ανοίγματος του δρόμου της ανάπτυξης, είναι από τις βασικές διακηρύξεις κυβερνήσεων της τελευταίας δεκαετία
ς. Όσον αφορά στην αναθεώρηση των όρων του Μνημονίου, η πρώτη παραδοχή είναι ότι τα μνημόνια παραμένουν και η στρατηγική του φαύλου κύκλου της μονόπλευρης λιτότητας, της ύφεσης, της ανεργίας, δηλαδή οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές έχουν συνέχεια.
Θεωρείται βέβαιη η χρονική επιμήκυνση για το δημοσιονομικό έλλειμμα ύψους 11.5 δις ευρώ, όσο και για τις απαιτήσεις των δανειστών καθώς το χρέος δεν είναι βιώσιμο.
Η αναθέρμανση της Οικονομίας θα εξακολουθεί να είναι το ζητούμενο με προσδοκία το αναπτυξιακό κονδύλι που είναι υπό συζήτηση στο Διευθυντήριο της Ε.Ε. και αφορά σε όλες τις χώρες που έχουν πληγεί από την ύφεση. Πέραν του ότι μηδαμινές θα είναι οι κοινωνικές δαπάνες λόγω και της περιορισμένης είσπραξης εσόδων που οφείλεται τόσο στην ύφεση όσο και στην κατάσταση των εισπρακτικών μηχανισμών.
Θετικές είναι οι αναφορές σε θέματα εκδημοκρατισμού του πολιτικού συστήματος και ελέγχου τόσο σε θεσμικό όσο και σε επίπεδο προσώπων. Καθώς επίσης, και τα πολύ περιοριστικά μέτρα ανακούφισης για ορισμένες κοινωνικές κατηγορίες ανθρώπων που δοκιμάζονται. Δεν παύουν να είναι μέτρα-ασπιρίνες στην εκτεταμένη κοινωνική και οικονομική καταστροφή. Παρόλο που τέθηκαν ζητήματα όπως η φοροδιαφυγή και το περιουσιολόγιο, το σχέδιο προσδιορίζεται από μονόπλευρη λιτότητα. Βέβαια, το πολυσυζητημένο ζήτημα της απλής αναλογικής και των μονοεδρικών περιφερειών για ακόμη μία φορά ετέθη εκτός του κυβερνητικού σχεδίου.
Όσον αφορά τη συγκρότηση της Κυβέρνησης, παρά τις περί του αντιθέτου διακηρύξεις, αυτή προήλθε από αρχηγικές επιλογές, είναι δεξιόστροφη και με επικυριαρχία του χρηματοπιστωτικού τομέα στη συνολική της φυσιογνωμία. Η κρίση θα συνεχιστεί. Η ήττα της Πολιτικής από τις αγορές θα έχει διάρκεια μέχρι οι πολιτικές ηγεσίες στην Ε.Ε. και πέραν αυτής, να επιβάλλουν πολιτικό σχέδιο έναντι της χρηματιστηριακής ολιγαρχίας. Η ήττα της Προοδευτικής Πολιτικής έχει περάσει σε νέα φάση από τις δυνάμεις της λιτότητας και του νεοφιλελευθερισμού. Η ήττα των δυνάμεων της παραγωγής και της εργασίας σχετίζεται με ανταγωνισμούς σε διεθνές επίπεδο όπου η κυρίαρχη όψη είναι η υποτίμηση των δυνάμεων της εργασίας και της αξίας και της ποιότητας της παραγωγής.

Β. Η εκλογική συντριβή των νεοφιλελεύθερων πολιτικών και των μνημονίων. Σοσιαλιστικό κίνημα, νεοφιλελευθερισμός και μνημόνια είναι δύο κόσμοι αντίθετοι.
1. Υπεκφυγές και μετάθεση ευθυνών δεν σχετίζονται με την Πολιτική και κυρίως δεν σχετίζονται με την Προοδευτική Πολιτική. Η κόλαση «δεν» είναι οι Άλλοι.
Στις εθνικές εκλογές της 6ης Μαΐου και της 17ης Ιουνίου, το ΠΑΣΟΚ υπέστη εκλογική συντριβή με απώλεια 30 και πλέον μονάδων του ποσοστού που συγκέντρωσε στις εκλογές του 2009 (43.92%). Η ήττα έχει ονοματεπώνυμο. Επικεφαλής των πολιτικών της ήττας είναι ο Βαγγέλης Βενιζέλος και πρώτον, οφείλει να αναλάβει τις ευθύνες του. Δεν υπάρχει στην πολιτική και στην κοινωνία, ούτε ολίγον υπεύθυνος, ούτε μετάθεση ευθυνών με τη πρόφαση ότι άλλοι ευθύνονται. Δεύτερον, η ύπαρξη του ΠΑΣΟΚ, ως Σοσιαλιστικού κινήματος είναι προφανές ότι προϋποθέτει την απαλλαγή από τις πολιτικές της ήττας.

Σοσιαλιστικό κίνημα και νεοφιλελευθερισμός αναφέρονται σε δύο κόσμους αντίθετους στην Ιδεολογία, στην Πολιτική, στην Οικονομία, στην Κοινωνία και στον Πολιτισμό. Σοσιαλιστικό κίνημα και μονεταριστικές πολιτικές λιτότητας με ύφεση, ανεργία και φτώχια νοούνται μόνο για τα συμφέροντα του παρασιτικού κεφαλαίου και του χρηματοπιστωτικού συστήματος, εγχώριου και διεθνούς.
Όλες οι προοδευτικές δυνάμεις του ΠΑΣΟΚ την τελευταία τριετία, υποστήριζαν ότι η νεοφιλελεύθερη πολιτική που οδήγησε στην κρίση δεν μπορεί να μας οδηγήσει στην έξοδο από αυτή, ότι υπήρχε και υπάρχει ο προοδευτικός δρόμος και ότι όσο συνεχίζουν να ασκούνται οι πολιτικές των μνημονιακών δυνάμεων και του νεοφιλελεύθερου διευθυντηρίου της ΕΕ, η κρίση θα βαθαίνει. Αποδείχτηκε από την αποτυχία αυτών των πολιτικών, που ήταν έξω από τις αρχές του ΠΑΣΟΚ. Όσοι έλεγαν ότι δεν υπάρχει πεδίο διαπραγμάτευσης αναγκάστηκαν εκ των υστέρων, να μετακινηθούν  ανεξάρτητα από το αν συμφωνούν ή όχι. Το εκλογικό σώμα ανάγκασε πολλούς να δηλώσουν φραστικά ότι συντάσσονται με τις επιδιώξεις του εκλογικού σώματος, όχι οι πολιτικές και κοινωνικές τους αρχές.
Το ΠΑΣΟΚ είχε υποστεί και την περίοδο ‘89-’90 αλλεπάλληλες ήττες. Επαναφέρω στη μνήμη, τη δήλωση μου το βράδυ της πρώτης ήττας το 1989: «Σήμερα, δεν ηττήθηκε το ΠΑΣΟΚ των αρχών και των αξιών. Δεν ηττήθηκε το ΠΑΣΟΚ ως Σοσιαλιστικό κόμμα. Ηττήθηκε η πολιτική που άσκησε η τότε ηγεσία του ΠΑΣΟΚ. Πολιτική για την οποία πρέπει να υπάρξει αναγνώριση της ήττας, αυτοκριτική και αλλαγή πορείας». Διεπράχθησαν αυθαιρεσίες έναντι πολιτικών αρχών, όπως συνέβη και το 2000 και το 2009.
Ως εκ τούτου, υπεκφυγές και μετάθεση ευθυνών δεν σχετίζονται με την πολιτική και κυρίως δεν σχετίζονται με την Προοδευτική πολιτική. Είναι στάσεις δεξιάς πολιτικής. Το «αντί-ΠΑΣΟΚ» ήταν εγκατεστημένο στο ΠΑΣΟΚ και παραμένει σε μεγάλο βαθμό.
Σοσιαλιστικό Κόμμα και νεοφιλελευθερισμός ήταν πάντα δυο αντίπαλες δυνάμεις και ήταν πολιτικά αδιανόητο το γεγονός ότι μια ομάδα στελεχών του ΠΑΣΟΚ, άσκησε αντίστοιχες πολιτικές που όχι μόνο απέτυχαν ως προς τους στόχους αλλά δημιούργησαν ως αναμενόμενο αποτέλεσμα, μείωση του πλούτου της χώρας, πρωτοφανή ανεργία, ύφεση, κλείσιμο επιχειρήσεων και νέα φτώχια.

Ο επικεφαλής της πολιτικής της ήττας δεν ανέλαβε τις ευθύνες του για τη εκλογική συντριβή της 6ης Μαΐου. Αντί να προσδιορίσει τα αίτια της ήττας, μίλησε για ανατροπή σκηνικού. Το ίδιο δεν ανέλαβε τις ευθύνες του για την καθήλωση στο ίδιο αποτέλεσμα στις εκλογές της 17ης Ιουνίου και την περαιτέρω μείωση του, αποδίδοντας την πίεση προς το ΠΑΣΟΚ στο κλίμα της τεχνητής πόλωσης.

Πρόκειται για επαναβεβαίωση της απόρριψης από το εκλογικό σώμα και όλα τα άλλα είναι προφάσεις εν αμαρτίαις. Καταδικάστηκαν από την πλειοψηφία του εκλογικού σώματος, οι πολιτικές των Κυβερνήσεων 2009-2012, των Γ. Παπανδρέου-Β. Βενιζέλου και Λ. Παπαδήμου-Β. Βενιζέλου.

Στο Προοδευτικό κίνημα είναι γνωστή η στάση της νομενκλατούρας που αρνείται την πραγματικότητα και γνωστή είναι και η διατύπωση «τόσο το χειρότερο για την πραγματικότητα».
Τα δεδομένα και όχι η επίκληση των πιέσεων, γιατί τα δεδομένα δεν επιδέχονται πιέσεις, αποτελούν πραγματικότητες της λεγόμενης θυσίας των Ελλήνων και είναι τα βαρίδια, δημιουργήματα της τελευταίας περιόδου όσων θέλουν να αποδώσουν σε άλλους και αλλού τα βαρίδια, στα οποία μεταξύ των άλλων συμπεριλαμβάνονται: Η ύφεση 6.5%, οι 1.100.000 άνεργοι, τα 200.000 λουκέτα, το κλείσιμο των επιχειρήσεων και οι απολύσεις, οι 2.800.000 άνθρωποι κάτω από τα όρια της φτώχειας, η μείωση των εισοδημάτων των μη εχόντων, η αναδιανομή 18 δις από τις δυνάμεις της εργασίας στο κεφάλαιο, η κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων και η διάλυση των εργασιακών σχέσεων, η έκρηξη των κινητοποιήσεων και η πολιτική απαξίωση σε θέματα αξιοπιστίας.

Και τα δεδομένα αυτά ασφαλώς και δεν αφορούν στο 20% των εχόντων στη χώρα που παραμένουν στο απυρόβλητο γιατί η νομενκλατούρα για τη δικαιοσύνη έχει κατά καιρούς επιδείξει πρακτικές δύο μέτρων και δύο σταθμών.

Με βάση και αυτά τα δεδομένα ασφαλώς, πρέπει να εκτιμηθεί τόσο η εκλογική εκτόξευση του ΣΥΡΙΖΑ όσο και η εκλογική άνοδος της ΔΗΜΑΡ και της ακροδεξιάς, Χρυσή Αυγή, ως ορισμένα από τα αποτελέσματα της νεοφιλελεύθερης πολιτικής.

Η γνωστή μέθοδος της απροσδιοριστίας προκειμένου να αποσιωπηθούν οι πραγματικότητες έχει περιέλθει σε ανυποληψία. Με την υποκρισία και το ψέμα δεν χτίζεται ούτε Κοινωνία, ούτε Οικονομία, ούτε Κόμμα, ούτε Πολιτεία.

Είναι γνωστή μέθοδος από ορισμένους να μην αναλαμβάνουν τις ευθύνες τους και να τις αποδίδουν σε άλλους. Βασίζονται στη βαθιά αντιδραστική θεωρία της συλλογικής ευθύνης, ενώ αντίθετα οι ευθύνες σε όλο τον πολιτικό κόσμο στις χώρες της Ε.Ε., ορίζονται με βάση τις αρμοδιότητες των προσώπων και των οργάνων και δεν βασίζονται σε μια ακόμη, γνωστή αντιδραστική θεωρία περί της αλήθειας που την κατέχουν ορισμένοι και δεν την κατανοούν οι πολίτες. Αποτελεί άλλο θέμα η συλλογική προσπάθεια και άλλο πράγμα η ευθύνη που καθορίζεται από τις αρμοδιότητες.

Ο Β. Βενιζέλος ανέλαβε την Άνοιξη του 2010 όταν ενέκρινε την πολιτική και νομική βάση του πρώτου Μνημονίου για να κατατεθεί στη Βουλή. Ενέκρινε το πρώτο Μνημόνιο.
Ανέλαβε όταν ψήφισε την ένταξη της χώρας στο ΔΝΤ.
Ανέλαβε όταν ήταν γνωστό ότι η κρίση είναι ευρωπαϊκή και διεθνής και ορισμένοι υποστήριζαν ότι είναι εγχώριο το ζήτημα της κρίσης.
Ανέλαβε όταν το Καλοκαίρι του 2011, συνέπραξε για το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα, το οποίο απέτυχε. Έργο του είναι το δεύτερο Μνημόνιο για το οποίο είχε δηλώσει: «αν δεν υπήρχε το Μνημόνιο θα έπρεπε να το εφεύρουμε».
Ανέλαβε όταν υποστήριξε το δημοψήφισμα και σε ελάχιστο χρόνο πήρε την αντίθετη θέση.
Ανέλαβε όταν όσοι μιλούσαμε για κούρεμα του χρέους, μας έλεγαν ότι βλάπτουμε την εθνική υπόθεση. Βέβαια το κούρεμα επιλέχθηκε και τελικά εμφανίστηκε ως επιτυχία.
Ανέλαβε όταν αξιοποιούσε απαξιωτικά προτάγματα της πολιτικής που κατευθύνονταν από ενιαίο κέντρο εγχώριων αντιδραστικών δυνάμεων, ΜΜΕ και παραγόντων στην Ε.Ε.
Γιατί δεν είναι Προοδευτική πολιτική, δεν είναι καν πολιτική να αξιοποιείς εκβιασμούς, απειλές, κινδυνολογίες, υπονομεύοντας και την ίδια τη Δημοκρατία.
Γιατί είναι άλλο πράγμα το να παρουσιάσει ένα κόμμα τα δεδομένα και τις δυνατότητες της χώρας και άλλο πράγμα να κινδυνολογεί και να εκφοβίζει σε συντονισμό με δίκτυα συμφερόντων.
Ανέλαβε όταν ο Σύνδεσμος Ελλήνων Βιομηχανιών επέβαλε την κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, σε μια στιγμή που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε κατοχυρώσει το ακριβώς αντίθετο.
Ανέλαβε όταν στεντορία τη φωνή, ρωτούσε υποτιμητικά αν υπάρχει κανείς που μπορεί να μιλά για διαπραγμάτευση και η απάντηση ήρθε από εκατομμύρια Έλληνες πολίτες. Και στη συνέχεια, βέβαια μίλησε για αναθεώρηση των Μνημονίων.
Ο Β. Βενιζέλος είχε αναλάβει την υποστήριξη και την εφαρμογή πολιτικών ήττας δυο χρόνια πριν από το Μάρτιο του 2012. Ο Μάρτιος του 2012 θα αποτελέσει μελανό σημείο στην ιστορία του ΠΑΣΟΚ για όσους μεθόδευσαν τον αποκλεισμό άλλων υποψηφιοτήτων, με όλο το μιντιακό σύστημα και με κύκλους στελεχών που ήθελαν να υποστηρίξουν την πολιτική της ήττας, που μόνο πολιτικά αδαείς δεν αντιλαμβάνονταν ότι επέρχεται, με την συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας να είναι απέναντι. Αυτή η πρακτική είχε ως επιδίωξη και  να ταυτίσει το ΠΑΣΟΚ με τις πολιτικές των μνημονίων, μέσω του αποκλεισμού άλλων υποψηφιοτήτων αντίθετων με τον νεοφιλελευθερισμό και τις πολιτικές αυτές.
Το ΠΑΣΟΚ ως κόμμα του μνημονίου, είναι πουκάμισο αδειανό. Αν οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές και τα μνημόνια δεν αποτελέσουν ξένο σώμα για το ΠΑΣΟΚ, τότε θα ξεπεραστεί στον προοδευτικό χώρο. Αυτό ισχύει και για ορισμένους πολιτικά δεξιόφρονες που επινοούσαν σενάρια για το πώς θα είναι το ΠΑΣΟΚ στην Ελλάδα των μνημονίων. Αυτό το λογαριασμό τον έκαναν χωρίς τον ελληνικό λαό και οι συνέπειες είναι προφανείς.
Οι ευθύνες αναλαμβάνονται και με θέσεις και έμπρακτα, γιατί έμπρακτα δόθηκε ψήφος, υποστήριξη και εφαρμογή σε μια πολιτική βαθιά συντηρητική. Η κόλαση «δεν» είναι οι Άλλοι, όπως πολύ εύστοχα είχε πει ο νομπελίστας φιλόσοφος Ζαν Πωλ Σαρτρ. Γιατί οι βασικές αλήθειες συνδέονται με συμφέροντα και άλλες αλήθειες εξυπηρετούν τη διαπλοκή, τις αγορές, τους χρηματιστηριακούς κύκλους και τους κερδοσκόπους και άλλες τους πολίτες.
Οι «πρόθυμοι» του νεοφιλελευθερισμού, τα αντί- ΠΑΣΟΚ στελέχη που επεβλήθησαν επί του ΠΑΣΟΚ είχαν κάθε λόγο να αποδώσουν την ήττα των πολιτικών τους σε οποιαδήποτε αιτία πλην της πραγματικής: της πολιτικής που ψήφισαν, νομιμοποίησαν, άσκησαν. Μέσα στη μεγάλη κρίση που διέρχεται η χώρα, η κουλτούρα που εμφάνισαν είναι ότι στην κρίση δεν υπάρχουν αίτια και αποτελέσματα, δηλαδή προσέφυγαν σε μια προπαγάνδα που προσβάλει την νοημοσύνη.
Η Ιστορία όμως, έχει δώσει απαντήσεις για τον πολιτικό μεταμορφισμό, για τον πολιτικό παραγοντισμό, για την αποϊδεολογικοποίηση και αποπολιτικοποίηση στελεχών. Ο χώρος της Προοδευτικής πολιτικής δεν είναι χώρος καριέρας, συμφερόντων και προσωπικής πολιτικής επιβίωσης.
Οι Έλληνες πολίτες σε αυτές τις εκλογές είχαν ως βασικό τους κριτήριο το τι βιώνουν, δηλαδή την ανεργία, το κλείσιμο των επιχειρήσεων, την εκτεταμένη φτώχεια και ανέχεια, τη λιτότητα. Όλες οι άλλες «αναλύσεις» είναι αναλύσεις νομενκλατούρας και απολογητών που θέλουν να δικαιολογήσουν τη θέση τους. Θυμίζουν ορισμένες εξ αυτών των αναλύσεων, όταν οι κοινωνίες είναι αλλού, οι πολίτες είναι αλλού και ορισμένα στελέχη της νομενκλατούρας περί άλλα τυρβάζουν.
Το πρώτο ουσιώδες πολιτικό ζήτημα  είναι ότι οι επικεφαλείς της πολιτικής ήττας του ΠΑΣΟΚ και της στρατηγικής του νεοφιλελευθερισμού δεν αντιλαμβάνονται τι σημαίνει να μετακινηθούν πολιτικά 2.500.000 άνθρωποι μέσα σε 2,5 χρόνια. Αγνοούν ακόμα το παλιό μάθημα των γεγονότων που δεν ευνοούν τους μηχανισμούς. Αγνοούν ότι η αντιδραστική και βαθιά συντηρητική ερμηνεία των γεγονότων οδηγεί πάντα σε ήττες.
Ορισμένοι με τη ρητορική περί μονόδρομου, αδιεξόδου, εθνικής τραγωδίας και διχασμού, ακολουθούν τη γνωστή παλαιοκομματική πρακτική αποπροσανατολισμού, όπου η ύπαρξη συγκεκριμένων πολιτικών αδιεξόδων προβάλλεται ως αδιέξοδο της χώρας. Ορισμένοι δεν έχουν αντιληφθεί ότι τα δυναμικά στρώματα της Ελληνικής κοινωνίας και οι νέοι έχουν απαξιώσει στη συνείδησή τους τις πολιτικές αυτές. 
Ακόμα όμως και τώρα, ορισμένοι, όπως και οι υποβολείς τους αρνούμενοι αυτή την πραγματικότητα, μέσα στην αυταπάτη τους ότι «αν κάτι δεν το παραδεχτώ, τότε αυτό δεν συμβαίνει», εξακολουθούν να χλευάζουν με επιφανειακές παπαγαλίες 2.500.000 πολίτες, το 75% των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ, το 2009.
Αποτελεί ένδειξη ψυχοπαθολογίας, η επιστράτευση της άρνησης και η συσκότιση της πραγματικότητας. Και η πραγματικότητα είναι ότι 2.500.000 και πλέον πολίτες, που το 2009 ψηφίσαν ΠΑΣΟΚ, τώρα του έστρεψαν την πλάτη. Όλοι αυτοί είναι το "σάπιο", "παρασιτικό" ΠΑΣΟΚ; To ΠΑΣΟΚ, το Σεπτέμβριο του 2009 έλαβε 160 έδρες και 43.92%. Το Μάιο του 2012 έλαβε 41 έδρες και 13,18 %. Τον Ιούνιο του 2012 έλαβε 33 έδρες και 12,28 %. Αποτελεί δείγμα του ότι ορισμένοι από την κοινωνία του εμείς οδηγούνται στη μη-κοινωνία “στελεχο-ομάδων”, έξω από το πολιτικό και κοινωνικό γίγνεσθαι.
Το μεγαλύτερο κόμμα σήμερα  το συναρθρώνει η κοινωνική βάση του ΠΑ.ΣΟ.Κ., το συναποτελούν όσοι έχουν μια κριτική στάση  και προέρχονται  από τους κόλπους του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Δηλαδή, το μεγαλύτερο κόμμα σε αυτές τις αναμετρήσεις ήταν ο κόσμος που κράτησε αρχές έναντι μιας αντίθετης πολιτικής της παράταξής του και κατευθύνθηκε εκλογικά σε άλλους σχηματισμούς της ευρείας Κεντροαριστεράς, όπως ΔΗΜΑΡ και ΣΥΡΙΖΑ. 

Δυνάμεις εντός του ΠΑΣΟΚ, ουδόλως ενοχλήθηκαν και καμία αναφορά σε δημόσιο λόγο δεν εμφανίστηκε για το ότι τα ¾ σχεδόν των ψηφοφόρων της ΔΗΜΑΡ είναι ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ.
Αντίθετα, με την κριτική στάση, άλλοτε επιφανειακή και άλλοτε ουσιώδη, από τις ίδιες δυνάμεις εντός του ΠΑΣΟΚ, εναντίον των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ που στράφηκαν στο ΣΥΡΙΖΑ και που αποτέλεσε το 50% σχεδόν της εκλογικής δύναμης του ΣΥΡΙΖΑ. Εκλεκτικές συγγένειες, εκλεκτικές αντιπαλότητες. Βεβαίως, ορισμένοι ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ θεώρησαν πιο συνεπή τη δεξιά πολιτική της Ν.Δ. και στράφηκαν εκλογικά προς αυτή.
Το δεύτερο ουσιώδες ζήτημα είναι  η κοινωνική συνοχή και αλληλεγγύη απέναντι στην κοινωνική ισοπέδωση και στη διάλυση εισοδημάτων και επιχειρηματικών προσπαθειών που επέφερε αυτή η πολιτική των τελευταίων δυόμιση χρόνων. Για να επανακτήσει την αξιοπιστία του και την προοδευτικότητα του το ΠΑΣΟΚ, ως Σοσιαλιστικό κίνημα χρειάζεται ηγεσία που να ενώσει ξανά τόσο το ΠΑΣΟΚ όσο και το λαό σε κοινούς στόχους και σε κοινές προοπτικές. Οι λαοί έχουν συμφέροντα και αποστρέφουν το πρόσωπο τους σε ηγεσίες που προωθούν τα συμφέροντα των ελίτ. Ορισμένοι εξ αυτών, επιχειρούν να διαιρούν τμήματα του λαού κατά το δοκούν και στα μέτρα τους.
2. Από Τη Μετάλλαξη Στο Μεταμορφισμό

Όσον αφορά στο αποτέλεσμα της διπλής εκλογικής αναμέτρησης, μόνο υστερόβουλοι μπορούν να μην αναγνωρίσουν τις συνέπειές του. Και οι συνέπειες είναι:
Η αναγνώριση της ήττας και της εκλογικής συντριβής.
Η αναγνώριση των πολιτικών που ηττήθηκαν.
Η αυτοκριτική.
Η τοποθέτηση περί αλλαγής πορείας ως προς τις πολιτικές της ήττας και επιλογής προοδευτικών πολιτικών.
Και ηγεσία προοδευτική και αξιόπιστη, που να εμπνεύσει και να οδηγήσει στη νέα Πολιτική.
Ορισμένοι ενώ είναι μέρος του προβλήματος και θα έπρεπε να αναλάβουν τις ευθύνες τους, μεταξύ των άλλων διακινούν και φαινόμενα μετάλλαξης, αποπροσανατολισμού και σενάρια μεταμορφισμού.

Είναι γνωστή από τη θεολογία η επίκληση του μεταμορφισμού δια της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος. Ορισμένοι νομίζουν ότι θα «βρουν το φως» τους, μεταμορφωμένοι. Πολιτικά πρόσωπα που υποστήριζαν και έλεγαν τα πάντα και τ’ αντίθετα απ’ αυτά, επιδιώκουν να εμφανιστούν μεταμορφωμένοι. Όπως και υπέρ του δημοψηφίσματος και κατά του δημοψηφίσματος και υπέρ του μνημονίου και κατά του μνημονίου.

Και με τον μεταμορφισμό θεωρούν ότι θα παρακάμψουν τις ευθύνες για την περαιτέρω αναξιοπιστία στο δημόσιο βίο, στο δημόσιο λόγο και στη πολιτική. Γιατί κάθε δημόσια συμπεριφορά έχει και ανάλογη ευθύνη. Πρέπει ν’ απαλλαγεί ο δημόσιος βίος από αυτές τις πρακτικές.

Έχουμε γνωρίσει προηγούμενα φαινόμενα μεταμορφισμού. Επιτήδειοι το 1989 ανέπτυξαν μια προπαγάνδα φανατισμού, επιθέσεων και φόβου κατά άλλων πολιτικών αντιλήψεων: Το φαινόμενο του «αυριανισμού». Αυτό το νέο-συντηρητικό φαινόμενο του αυριανισμού και του λαϊκισμού μεταμορφώθηκε μετά το ΄94 - ΄95 και εμφανίστηκε την επόμενη περίοδο ως ένα μαζικό φαινόμενο του εκσυγχρονισμού. Οι αυριανιστές έγιναν  οι εκσυγχρονιστές. Απέραντο κύμα εκσυγχρονισμού κατέκλυσε τη χώρα. «Είδαν το φως τους», οι άνθρωποι αυτοί. 

Έχουμε και τώρα ένα τέτοιο φαινόμενο. Δήθεν ορισμένοι προωθούν αναμασήματα μεταμορφισμών σε ονομασίες, τίτλους και σύμβολα, κατά το γνωστό λαϊκό τραγούδι «Όλα τριγύρω αλλάζουνε και όλα τα ίδια μένουν» ή τη γνωστή παροιμία «Άλλαξε ο Μανωλιός και έβαλε τα ρούχα του αλλιώς» προκειμένου να αποφύγουν την ουσία της εκτίμησης της κρίσης και των αρνητικών συνεπειών. Άλλωστε, δεν θα ήταν τόσο επιτυχής η παράδοση στο Θέατρο  Σκιών. Την τελευταία περίοδο του προηγούμενου αιώνα στην Ευρώπη μίλησε ένας εξαιρετικός διανοούμενος, ο Αντόνιο Γκράμσι για τον πολιτικό μεταμορφισμό.

Σήμερα λοιπόν, το Σοσιαλιστικό Κίνημα δεν αφορά σε μεθόδους αποφυγής των ευθυνών ορισμένων προσώπων ή ορισμένων άλλων που θεωρούν ότι με μια νέα «σημαία ευκαιρίας» λειτουργούν οι προοδευτικές πολιτικές δυνάμεις και τα προοδευτικά πολιτικά ρεύματα σε μια κοινωνία. Αφορά σε ανέργους, σε εργαζόμενους, σε νέους, σε παραγωγούς, σε ανθρώπους που βρίσκονται σε πραγματική δυσκολία, σε δημιουργούς. Όσο ποτέ άλλοτε χρειαζόμαστε ως χώρα, ως κοινωνία και ως πολίτες να συνειδητοποιήσουμε  τη κατάσταση που έχει η χώρα και μεγάλα τμήματα της οικονομίας και της κοινωνίας και δυστυχώς αυτή τη συνειδητοποίηση προσποιούνται ότι δεν την έχουν ορισμένοι στην πολιτική.
Διακινούνται απαράδεκτες απόψεις περί διάλυσης του Σοσιαλιστικού κινήματος. Προφανώς, σε μία κατάσταση διάλυσης, λανθασμένα θεωρούν ορισμένοι ότι δεν θα αποδίδονταν οι ευθύνες, όπως συμβαίνει σε κάθε συγκροτημένο πολιτικό οργανισμό.
Δεν είμαστε όλοι το ίδιο. Στην ηττημένη πολιτική και στους εκφραστές της δεν μπορούν να λειτουργήσουν φαινόμενα με την εκδοχή του «γαία πυρή μειχθήτω» και του «αποθανέτω η ψυχή μου με τα των αλλοφύλων». Και ασφαλώς, δεν μπορούν να επικαλούνται την προοδευτικότητα ενός χώρου προκειμένου να επιτίθενται σε στρώματα του πληθυσμού, οχυρωμένοι πίσω από ένα ψευδή αντί-λαϊκισμό ή από μία από τα δεξιά κριτική σε προοδευτικές πολιτικές απόψεις. Ο καθείς και οι ευθύνες του.
 

3. Ηττήθηκε η στρατηγική επιχείρησης πρόσδεσης ενός Σοσιαλιστικού κόμματος με μονεταριστικές και αντιλαϊκές πολιτικές.
Στις εκλογές της 6ης Μαΐου και της 17ης Ιουνίου δεν ηττήθηκαν τα μέλη, οι φίλοι και τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ σε πανελλαδική κλίμακα, που διέθεσαν μεγάλο μέρος της ζωής τους και των δραστηριοτήτων τους για ιδανικά, για τη Δημοκρατία και το Σοσιαλισμό. Η επίκληση βαρύγδουπων και αντιδραστικών εκφράσεων περί «σάπιων», έγιναν ακριβώς για να μην αναληφθούν οι ευθύνες, για λόγους καθαρά αποπροσανατολισμού. Παλιά μέθοδος της δεξιάς πολιτικής και παλιά μέθοδος της αντιδραστικής πολιτικής να ταυτίζουν ορισμένοι μεμονωμένα φαινόμενα με ένα προοδευτικό χώρο συνολικά, προκειμένου να μπουν στο απυρόβλητο για τις δικές τους ευθύνες.
Το  ΠΑΣΟΚ ως Σοσιαλιστικό κίνημα δεν είναι το ΠΑΣΟΚ των μεταλλαγμένων που ήταν πάντα γύρω από δίκτυα και κυκλώματα.
Ηττήθηκε η ηγετική ομάδα στο ΠΑΣΟΚ των νεοφιλελεύθερων πολιτικών.
Ηττήθηκε η πολιτική που οδήγησε σε 1.000.000 ανέργους, σε λουκέτα των επιχειρήσεων, σε αστέγους, σε νεόπτωχους, σε μείωση του εθνικού πλούτου κατά 20%, σε μεταφορά πλούτου κατά 18 δις από τις δυνάμεις της εργασίας στο κεφάλαιο και σε ύφεση 6.5%.
Ηττήθηκε το κύκλωμα του ΠΑΣΟΚ που είναι παράρτημα των καναλαρχών και παρασιτικών επιχειρηματικών δραστηριοτήτων και η κατάλυση της πολιτικής του αυτονομίας.
Ηττήθηκε η στρατηγική επιχείρησης πρόσδεσης ενός Σοσιαλιστικού κόμματος με μονεταριστικές και αντιλαϊκές πολιτικές γνωστών διαπλεκόμενων και οικονομικών δικτύων που πάντα πολέμησαν τόσο την ιδεολογική ταυτότητα του ΠΑΣΟΚ, όσο και την κοινωνική του βάση προκειμένου να διαλύσουν την προοδευτική πολιτική φυσιογνωμία του ΠΑΣΟΚ και να καταστήσουν το ΠΑΣΟΚ ένα αδιάφορο, μικρό κόμμα του χώρου του Κέντρου και της δεξιάς Σοσιαλδημοκρατίας.
Ηττήθηκε το κύκλωμα των διασυνδέσεων στελεχών του ΠΑΣΟΚ με τμήματα του παρασιτικού κεφαλαίου, ηττήθηκε το δίκτυο του ΠΑΣΟΚ των χρηματοδοτήσεων για τις εκλογικές καμπάνιες συγκεκριμένων υποψηφίων.
Ηττήθηκε το ΠΑΣΟΚ των στελεχών που επιχειρηματίες αγόραζαν γι’ αυτά τηλεοπτικό χρόνο στα κανάλια.
Ηττήθηκε το ΠΑΣΟΚ των  στελεχών με προσωπικές εταιρίες δημοσκοπήσεων και ερευνών, αγνώστου χρηματοδότησης.
Ηττήθηκαν τα φαινόμενα εκφυλισμού, διαφθοράς και απαξίωσης της Πολιτικής, ως δημόσιο λειτούργημα.

Ηττήθηκε το δίκτυο διαπλοκής στο ΠΑΣΟΚ για τη σταυροδοσία υποψηφίων από επιχειρήσεις.
Ηττήθηκε το κύκλωμα των μεταλλαγμένων και των πλέον προθύμων για τις νεοφιλελεύθερες και μνημονιακές πολιτικές.

Ηττήθηκε η από κοινού συνεννόηση και στάση της διαπλοκής με στελέχη του ΠΑΣΟΚ που αξιοποιούσαν δηλώσεις εκφοβισμού από παράγοντες του νεοφιλελευθερισμού και της λιτότητας στην Ε.Ε. Μια πρακτική παραγόντων του δημόσιου βίου και της οικονομικής ελίτ, σε συνεργασία με πολιτικούς των Βρυξελλών για εκκαθάριση εσωτερικών λογαριασμών στη χώρα.
Δεν ηττήθηκαν αγωνιστές που δημιούργησαν την Τοπική Αυτοδιοίκηση στην Ελλάδα, που από την πρωτόγονη κατάσταση διαμόρφωσαν δημοτικές αρχές με κύρος.
Ηττήθηκαν ορισμένοι από την αυτοδιοίκηση που προέβησαν σε συναλλαγές.
Δεν ηττήθηκε το εργατικό κίνημα, που με τόση λύσσα η εργοδοσία θέλει να απαξιώσει.
Ηττήθηκαν συγκεκριμένα συνδικαλιστικά στελέχη που ξεπέρασαν τα όρια τόσο των κοινωνικών εταίρων όσο και της συν-διοίκησης.
Η βαθιά αντιδραστική θεωρία να απαξιωθούν γνήσια δημοκρατικές και προοδευτικές δυνάμεις δεν είναι πρόσφατη, ήταν πάντα η επιδίωξη όλων των αντιδραστικών κύκλων στη χώρα. Για να μην έχουν διαπραγματευτική ισχύ οι εργαζόμενοι, να μην έχουν λόγο οι δημοτικές αρχές, να μην έχουν λόγο και πολιτική αυτονομία οι αντιπρόσωποι στο κοινοβούλιο αλλά να έχουμε μια νέα καρικατούρα δημοκρατίας, ελεγχόμενη από τα ΜΜΕ και το παρασιτικό κεφάλαιο της χώρας, με τηλε-βουλευτές και τηλε-υπουργούς  στην υπηρεσία συμφερόντων.
Τέκνο αυτών των νεοφιλελεύθερων πολιτικών και των μνημονίων αν και δεν αποτελεί κεραυνό εν αιθρία, είναι και οι πλέον των 400.000 ψηφοφόροι, της άκρας δεξιάς και της νεοναζιστικής οργάνωσης της Χρυσής Αυγής που είχε μόλις 29.000 ψήφους το 2009 και ποσοστό 0,29% και μετά από 30 μήνες λαμβάνει πλέον των 400.000. Είναι επίσης, τέκνο των πολιτικών που οδήγησαν στην ανεργία στη φτώχια, στη λιτότητα και γέννημα της απαξίωσης της Πολιτικής. Επί αυτού καμία αυτοκριτική αλλά μόνο πολεμική στο φαινόμενο. Ποιος «φιλοτέχνησε» την αγιογραφία του ΛΑΟΣ μέσω της συμμετοχή της ακροδεξιάς σε κυβέρνηση που συμμετείχαν και οι Σοσιαλιστές; Ποιος προετοίμασε το έδαφος της νομιμοποίησης της άκρας δεξιάς; Γνωρίζει ο κόσμος πώς πρόκειται για τα μεταλλαγμένα πολιτικά πρόσωπα και τη διαπλοκή. Οι τραμπουκισμοί και η βία που ασκούν ομάδες της Χρυσής Αυγής συνδέονται με την νεοφασιστική ιδεολογία. Πέραν του ότι είναι απότοκο της κρίσης, στα φαινόμενα αυτά συνέβαλε και η πρακτική οικειοποίησης μορφών βίας και «χουλιγκανοποίησης» της πολιτικής από άλλες οργανώσεις και πολιτικές ομάδες. 

Είναι γνωστό ότι τα πολιτικά συναισθήματα μίσους και εκδίκησης αποτελούν το υπόβαθρο σε όλες τις ακροδεξιές και φασιστικές οργανώσεις. Και αυτό σε αντιδιαστολή με τις αντιλήψεις της κριτικής προς συστημικά, συντηρητικά φαινόμενα και τις επιδιώξεις ανατροπής αυτών από τους προοδευτικούς νέους.

4. Η Αναγέννηση Του ΠΑΣΟΚ Δε Μπορεί Να Προέλθει Από Τις Δυνάμεις Που Εφάρμοσαν Πολιτικές Έξω Από Τις Αρχές Του.  Χρειάζεται Προοδευτική Πολιτική και Προοδευτική Ηγεσία. Η συνηγορία σε κάθε πολιτική έχει όρια.


Για το ΠΑΣΟΚ το θέμα δεν είναι να συντηρήσει ένα μηχανισμό αλλοτριωμένων στελεχών, ως απολογητών σε σύμπραξη με τον παρασιτισμό στην ελληνική Οικονομία. Χρειάζεται προοδευτική πολιτική και προοδευτική ηγεσία για να ξανά συνομιλήσει με τις κοινωνικές τάξεις και τα λαϊκά στρώματα που τα οδήγησαν σε άλλες επιλογές, καθότι δεν ήταν οι πολίτες που παραβίασαν τη συνείδησή τους και τις αρχές τους.
Είναι γνωστή η έμπρακτα αντίθετη πολιτική μου διαδρομή και οι επιλογές μου σε σχέση με τη διαδρομή του Α. Τσοχατζόπουλου. Η υπόθεση Τσοχατζόπουλου αφορά σε διαδικασίες κατάχρησης του δημοσίου χρήματος και της υπεξαίρεσης. Η ανοχή, ως προς αυτά τα φαινόμενα οφείλεται στην ασυλία και στην ανομία. Οφείλεται σε εκφυλιστικά φαινόμενα κατάληψης και λαφυραγώγησης του δημόσιου τομέα και παραβίασης αρχών χρηστής διοίκησης, χαρακτηριστικά μιας εκφυλισμένης και βαθιά συντηρητικής κυβερνητικής στελέχωσης και κομματικών ημέτερων, αυθαιρεσιών ως προς τις αρχές, της πολιτικής ανάδειξης στελεχών. Τέτοιες πρακτικές δεν αποτελούν μεμονωμένα φαινόμενα αλλά σχετίζονται και με την τήρηση ιδεολογικών, πολιτικών και κοινωνικών αρχών στη διαχείριση των δημοσίων υποθέσεων.
Το 2000 στην Κεντρική Επιτροπή του ΠΑΣΟΚ, είχα αποκαλέσει την τότε ηγετική ομάδα «τροχονόμους που διευθύνουν την κυκλοφορία συμφερόντων» καθότι ήταν γνωστά τα της  χρηματιστηριακής φούσκας, των εξοπλιστικών προγραμμάτων και η αμφισβήτηση περί της ανάληψης των Ολυμπιακών Αγώνων.
Είχα μιλήσει από το 1982 για τους αξιωματούχους στην πολιτική, που ενδιαφέρονται για να αποκτήσουν δύναμη, προβολή και προνόμια. Και είχα κάνει τη διάκριση με τους πολιτικούς ιδιαίτερα του Προοδευτικού χώρου που πρέπει να είναι αγωνιστές, να μη λένε ψέματα, να μη χρηματίζονται και να μην εξαρτώνται. Βέβαια η αλλοτρίωση εξελίχθηκε σε κρίσιμο αρνητικό μέγεθος και γι’ αυτό το 1986, αποφασίστηκε η διαφοροποίηση ανάμεσα στο κόμμα και τις κυβερνητικές και κρατικές δραστηριότητες. Αλλά και αυτή η επιλογή που ισχύει μέχρι σήμερα δεν εμπεδώθηκε ως προς την ουσία της. Τα βασικά σημεία είναι τα ίδια: Αλλοτρίωση, εκφυλισμός, υποστήριξη συντηρητικών πολιτικών, δικαιολογία οποιασδήποτε πολιτικής, απολογία για οποιαδήποτε πολιτική, νομενκλατούρα.



Ασφαλώς, τέτοια φαινόμενα σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα και με τις αυθαιρεσίες και τις πρακτικές των ηγετών ενός αρχηγικού κόμματος με βοναπαρτικές και μονοπρόσωπες εξουσίες, για το οποίο έχω μιλήσει κατ’ επανάληψη, για τις συνέπειες των αυθαιρεσιών σε βάρος στελεχών ή της εύνοιας υπέρ στελεχών, με βάση τη θεωρία των προσκείμενων ή των μηχανισμών που η πρόσφατη εκδοχή τους είναι η πορεία από το «άλλαξέ τα όλα» στον έλεγχο στελεχών από τη διαπλοκή και τους ημετέρους.

Αναδείχθηκε μέσα από αυτή την κρίση για άλλη μια φορά η θέση μας για τη συλλογική ηγεσία στα κόμματα και στο ΠΑΣΟΚ. Για τη συλλογικότητα στις αποφάσεις. Για ν’ αποκλείονται ηγεμονισμοί και βοναπαρτικές συμπεριφορές. Γιατί τα αρχηγικά κόμματα αποτελούν μια συντηρητική θεσμική λειτουργία προηγούμενων περιόδων. Και έπρεπε ήδη να έχουν θεσμοθετηθεί δύο Αντιπρόεδροι στο ΠΑΣΟΚ.

Από το 2000 μιλώ για τη συλλογική ηγεσία, γιατί τους ζήσαμε τους αρχηγούς. Ωφέλησαν τη χώρα αλλά και τους ζήσαμε με τις αυθαιρεσίες τους, με τις μονομερείς ενέργειες και τις μονομερείς αποφάσεις. Σήμερα οι κοινωνίες έχουν πιο σύνθετα προβλήματα και χρειάζονται συλλογικές αποφάσεις, συλλογικές ηγεσίες και έλεγχο όλων. Όχι να προωθούνται καμπάνιες για τον έλεγχο έναντι αυθαιρεσιών, τη διαφάνεια και για κανόνες και να ισχύουν μόνο για τους άλλους.

Τη δυνατότητα να παίρνουν πολιτικές αποφάσεις όλες οι Οργανώσεις και τα όργανα  του ΠΑΣΟΚ. Που δεν μπορούν να υφίστανται μόνο για εκλογικές καμπάνιες και κινητοποιήσεις και να είναι γραφεία Οργανωτικού. Έχουν το δικαίωμα και να ασκούν Πολιτική, να παίρνουν πολιτικές αποφάσεις. Αυτό σημαίνει Ιδεολογικός και Πολιτικός Οργανισμός που έχει σχέση  με την κοινωνία. Το ίδιο ισχύει  πρώτα από όλα  για το Εθνικό Συμβούλιο, το οποίο έχει καταστεί ένας χώρος συγκεντρώσεων.
Χρειάζεται λοιπόν, ιδεολογική και πολιτική ανασύνταξη. Για να κυριαρχήσει η Προοδευτική Ιδεολογία και Πολιτική, το Προοδευτικό Πρόγραμμα και Σχέδιο. Έμπρακτα και όχι στα λόγια. Γιατί το ζήτημα των κομμάτων δεν είναι οργανωτικό.
Για το ΠΑΣΟΚ ως Σοσιαλιστικό κόμμα, ισχύει ότι δεν μπορεί να ταυτιστεί ένα κόμμα εκατοντάδων χιλιάδων μελών και ψηφοφόρων με τις πολιτικές της ήττας μιας ηγετικής ομάδας. Σε όλες τις Ευρωπαϊκές χώρες αποτελεί δεδομένο, η έμπρακτη ανάληψη των ευθυνών των ηγετικών ομάδων, που όχι μόνο έχουν οδηγήσει σε ήττα αλλά και σε συντριβή. Ήταν και είναι πάγια η θέση μας, ότι οι κυβερνητικές πολιτικές δεν μπορεί να ταυτίζονται συνολικά με το κόμμα.
Η ανασύνταξη, η αναγέννηση του ΠΑΣΟΚ δε μπορεί να προέλθει από τις δυνάμεις που εφάρμοσαν πολιτικές έξω και πέρα από τις αρχές του, που οδήγησαν σε ήττα την ίδια την Πολιτική έναντι των αγορών, που οδήγησαν εκατομμύρια ανθρώπους στην απαξίωση ενός Σοσιαλιστικού κινήματος, με ιστορία. Ούτε μπορούν να αναζητηθούν και νέες μεταλλάξεις, όπως υποδεικνύουν καναλάρχες, κύκλοι της διαπλοκής και παράγοντες που συνδέονται με το παρασιτικό κεφάλαιο στη χώρα. Να γίνει δηλαδή, ένα κόμμα του Κέντρου ή της δεξιάς Σοσιαλδημοκρατίας. Αυτά τα δυο ρεύματα ηττήθηκαν με την ήττα της Ένωσης Κέντρου- Νέων Δυνάμεων και του ΚΟΔΗΣΟ.
Είναι ανιστόρητο και πρωτοφανούς «αριθμητικής» ότι δήθεν είναι τώρα το ΠΑΣΟΚ του 2012, το ίδιο με το ΠΑΣΟΚ του 1974 λόγω των αντίστοιχων ποσοστών. Είναι προφανές, ότι ούτε για λόγους αντιπερισπασμού δεν μπορούν να διατυπώνονται τέτοιου είδους αλχημείες προκειμένου να συγκαλυφθεί η συντριβή με πλέον το 30% από τις εκλογές του 2009. Είναι επίσης, παραχάραξη της Ιστορίας, ισχυρισμοί του τύπου ότι το ΠΑΣΟΚ προήλθε από την Ένωση Κέντρου του 1967.
Να υπενθυμίσω  ότι από την Ένωση Κέντρου του 1967 προήλθε η Ένωση Κέντρου -Νέες Δυνάμεις το 1974. Το σύνθημα του κόμματος αυτού ήταν: «κάθε ψήφος στο ΠΑΣΟΚ είναι σφαίρα στην καρδιά της Δημοκρατίας, είναι σφαίρα στην καρδιά του ελληνικού λαού». Το κόμμα αυτό είναι γνωστό ότι εξελίχθηκε στο ΚΟΔΗΣΟ και αυτοδιαλύθηκε. Πολλοί δε, παράγοντές του ήρθαν και στο ΠΑΣΟΚ. Ανάλογη εξέλιξη είχε και η παρακμή του Σοσιαλιστικού κόμματος της Ιταλίας με τη διάλυση του την περίοδο Κράξι. Μεταξύ των πολλών αυθαίρετων που έχουν ειπωθεί για το ΠΑΣΟΚ, χαρακτηριστική ήταν η διατύπωση του Κ. Καραμανλή ότι «το ΠΑΣΟΚ αποτελεί την Αριστερά της Αριστεράς».
Στο ΠΑΣΟΚ υπάρχουν ιστορικές αποφάσεις ομόφωνες, για τη φυσιογνωμία των συνιδρυτικών του στελεχών και για τα ρεύματα συγκρότησης του από δυνάμεις της Εθνικής Αντίστασης, του 114, του Αντιδικτατορικού Αγώνα και της Μεταπολίτευσης. Σε διάκριση τόσο με δυνάμεις τις παραδοσιακής Αριστεράς όσο και της Ένωσης Κέντρου. Και ο Α. Παπανδρέου ορθώς είχε πει ότι «η Σοσιαλδημοκρατία έχει τόση σχέση με τον Σοσιαλισμό, όσο ο φάντης με το ρετσινόλαδο». Και αυτό επίσης, απεδείχθη ιστορικά και σε πανευρωπαϊκή κλίμακα από πολιτικές δυνάμεις που εφάρμοσαν πολιτικές λιτότητας, ύφεσης και ανεργίας και είχαν ανάλογη τύχη.
Επιπλέον, αποτελούν πρακτικές αυθαιρεσιών και αποπροσανατολισμού, όσα είδαν το φως της δημοσιότητας περί διάλυσης εκλεγμένων οργάνων. Προηγείται η συζήτηση με την σύγκλιση των οργάνων του Π.Σ., του Ε.Σ, των Π.Ε., των Ν.Ε. και Σ.Ε. για την Πολιτική, την Προοδευτική Πολιτική, προηγείται η συζήτηση για τις πολιτικές της ήττας και στη βάση αυτής της συζήτησης, μπορούν να υπάρξουν και οργανωτικές πρωτοβουλίες. Κάθε άλλη πολιτική αφορά προσωποπαγείς επιδιώξεις και είναι πολιτογραφημένη ως δεξιά πολιτική και καμία σχέση δεν έχει με προοδευτικές αντιλήψεις.
Αυτό ισχύει και για τους «προθύμους» και για κάθε επίδοξο Βοναπάρτη. Το ΠΑΣΟΚ της διαπλοκής, των νεοφιλελεύθερων πολιτικών και του μνημονίου δεν έχει μέλλον στον προοδευτικό χώρο. Οι Έλληνες πολίτες δεν θέλουν να είναι έθνος και χώρα μνημονίων.
Το ΠΑΣΟΚ έχει ταυτότητα ως Σοσιαλιστικό κόμμα, μέλος τους Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού κόμματος. Εάν η άρχουσα τάξη θέλει να ιδρύσει ένα δεξιό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα με μαξιλάρι τη διαπλοκή, θα έχει τη γνωστή τύχη από τον Ελληνικό λαό.

Ένα νέο γαϊτανάκι ιδεολογικών αναζητήσεων έχει ξεκινήσει από ορισμένους κύκλους απολογίας και αποδοχής της κυριαρχίας του χρηματιστηριακού κεφαλαίου σε βάρος της πραγματικής Οικονομίας και της ανάπτυξης από την εποχή που ανήλθε στο κόμμα των Εργατικών της Αγγλίας ο Τ. Μπλερ. Προκειμένου να αποφύγουν το ουσιαστικό θέμα της διάλυσης της παραγωγικής βάσης της Μ. Βρετανίας, εισήγαγαν ένα νεολογισμό περί της «μετά-βιομηχανικής εποχής», για να μην αναφέρονται στη νέα εξέλιξη του Καπιταλισμού, δηλαδή στην κυριαρχία του χρηματιστηριακού κεφαλαίου σε βάρος των επιχειρήσεων και των δυνάμεων της εργασίας.
Ανάλογες ομάδες, εναρμονισμένοι διακινητές του ιδεολογήματος της «μετά-βιομηχανικής εποχής» εμφανίστηκαν και στο χώρο του ΠΑΣΟΚ από κεντρογενείς και ορισμένους σοσιαλδημοκράτες προς αποφυγήν των διατυπώσεων περί Καπιταλισμού και χρηματιστηριακού και παρασιτικού κεφαλαίου.
Μετά τη λαίλαπα της κρίσης του 2008, οι ίδιοι κύκλοι το εξαφάνισαν από τα λεξιλόγια τους. Όψιμα, ανέλαβαν τη διακίνηση άλλων ιδεολογημάτων, όπως περί «μεταρρυθμισμού»,  περί «υπεύθυνης πολιτικής», περί «ριζοσπαστικού Κέντρου» και περί «μεταρρυθμιστικής Αριστεράς», όπου επιφυλάσσουν για τους εαυτούς τους τη θέση της υπευθυνότητας ενώ σε αντιδιαστολή τοποθετούν τους υπόλοιπους στη θέση των ανεύθυνων.
Όλα αυτά τα απολίτικα και συντηρητικά ιδεολογήματα, αποτελούν μεθόδους αποπροσανατολισμού προκειμένου να αποφύγουν την ταμπακέρα που είναι οι καταστροφικές συνέπειες των πολιτικών που επέβαλαν οι αγορές και το χρηματιστηριακό κεφάλαιο.
Πρόσφατο παράδειγμα αυτής της πρακτικής, αποτελεί η αντιμετώπιση της στάσης της Γερμανίας στη Σύνοδο των G20 στο Μεξικό, που αντιπροσώπευε το 65% του πληθυσμού της Γης και το 87% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Η Γερμανία είναι γνωστό ότι έχει οδηγήσει στο τριπλασιασμό των εμπορικών της πλεονασμάτων σε βάρος άλλων χωρών της Ε.Ε. και το χρέος της είναι στο 150% του ΑΕΠ. Στη Σύνοδο εμφανίστηκε ως υπέρμαχος χρηματιστηριακών και κερδοσκοπικών συμφερόντων, τηρώντας μία στάση χωρίς ουσιώδη πολιτική απάντηση στις αγορές, στους οίκους αξιολόγησης και τους κερδοσκόπους, ασκώντας όχι πολιτική αρχών αλλά πολιτική ισχύος. Στελέχη κομμάτων του Σοσιαλ-δημοκρατικού χώρου απέναντι στην πολιτική ισχύος, απέναντι στην οικονομική κυριαρχία του αγοραίου Καπιταλισμού, δεν ορθώνουν προοδευτικές απόψεις για την έξοδο από την κρίση για ανάπτυξη και θέσεις εργασίας υποτασσόμενοι στις στρατηγικές της λιτότητας. Σε αντιδιαστολή, ορισμένα Σοσιαλιστικά κόμματα υπεραμύνθηκαν της ανάγκης να κυριαρχήσει η Πολιτική έναντι της Οικονομίας, των οίκων αξιολόγησης και των αγορών.
Ορισμένοι προκειμένου να δικαιολογήσουν αυτές τις πολιτικές της ήττας, αυτό-τοποθετούνται στη θέση των «μεταρρυθμιστών», στη θέση της «υπεύθυνης Αριστεράς». Απέναντι στην πολιτική ισχύος και των αγορών, τα ιδεολογήματα έχουν ξεφτίσει, οι δυνάμεις της παραγωγής και της εργασίας τους αγνοούν.
Μετά το εκλογικό αποτέλεσμα και την συντριπτική ήττα, διατυπώθηκε και η ρήση ότι «ο Θεός της Ελλάδας, ας βοηθήσει». Η επίκληση των θείων και των θεολογικών στοιχείων στο πολιτικό και κοινωνικό γίγνεσθαι οδηγεί το δημόσιο λόγο σε παλιά, παρωχημένα  συντηρητικά στερεότυπα.
Είναι γνωστά τα ιστορικά κείμενα που αναφέρονται στη χρήση θεολογικών αναφορών για πολιτικές επιδιώξεις όπως οι Γερμανοί στρατιώτες στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, που φορούσαν ζωστήρες και στην πόρπη είχαν την επιγραφή «μεθ’ ημών ο Κύριος». Επίσης, όταν οι ΗΠΑ προσάρτησαν της Φιλιππίνες, ο τότε Πρόεδρος των ΗΠΑ McKinley επικαλέστηκε τον Κύριο, ο οποίος «Κύριος» του είπε: «ήταν καθήκον της Αμερικής να εκπολιτίσει τους κατοίκους των Φιλιππίνων».
Παρεμφερής πρακτική αποτελεί και η επίκληση των ενσωματωμένων στο σύστημα που θέλουν να βρουν πολιτικό άλλοθι, διατυπώσεων του τύπου «φυγή προς τα εμπρός», δηλαδή εκτός της πραγματικότητας, δημιουργώντας εικονικές «ενάρξεις-αρχές», «νέες εποχές» και μετά ένα νέο «τέλος» για να υπάρξει μια νέα «αρχή», δείγμα πολιτικής της δημιουργίας εντυπώσεων και παραγνώρισης της πολιτικής, κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης σε μια δεδομένη περίοδο. Είναι συνήθης απολιτική πρακτική του δήθεν πολιτικού μάρκετινγκ, τα στερεότυπα του τύπου «ξεκίνημα μιας νέας αρχής». Ενώ είναι γνωστό ότι υπάρχει πάντα μια εξέλιξη σε σχέση με τα προηγούμενα και τα μελλούμενα.
Για να ανακτήσει την εμπιστοσύνη και την ενότητα στους κόλπους του και για να ξανά πείσει τον προοδευτικό κόσμο, το ΠΑΣΟΚ δεν χρειάζεται πολιτική διόρθωση λαθών, γιατί δεν έγιναν απλώς ορισμένα λάθη. Εφαρμόστηκε μια συνολικά αντίθετη πολιτική από την πολιτική ενός Σοσιαλιστικού κόμματος και δεν χρειαζόμαστε ούτε κομπορρημοσύνες, ούτε αμνησία. Η συνηγορία σε κάθε πολιτική έχει όρια. Δεν μπορεί και δε δικαιούται να εμφανίζεται κάποιος με αρχές που ποτέ δεν είχε.
5. Η Νεολαία
Μετά τη διεθνή κρίση του 2008 και με τα γεγονότα του Δεκέμβρη της τυφλής και αντιπολιτικής βίας στην Αθήνα όσο και με την κρίση του 2010 και την ένταξη της χώρας στο ΔΝΤ και το μνημόνιο, αναπτύσσεται ένα νεολαιίστικό κίνημα με κοινωνικούς και πολιτικούς όρους σύγκρουσης με τον νεοφιλελευθερισμό, τη λιτότητα και ένα μέλλον ζοφερό.
Υπάρχουν νέες και νέοι Σοσιαλιστές στο ΠΑΣΟΚ και στη Νεολαία ΠΑΣΟΚ, που στη πράξη αγωνίστηκαν ενάντια στο νεοφιλελευθερισμό και στις συντηρητικές πολιτικές. Που δίνουν μάχες στους χώρους εργασίας, στους χώρους σπουδών, στην ύπαιθρο και στις πόλεις.
Όπως υπάρχουν ορισμένοι νέοι και νέες και στο χώρο του ΠΑΣΟΚ, υπέργηροι πολιτικά, απολογητές των νεοφιλελεύθερων πολιτικών, στη λογική των αναχρονιστικών απόψεων και πρακτικών, των μηχανισμών ανέλιξης και των εκλογικών στρατών. Αυτό που κυρίως ενδιαφέρει ορισμένους, είναι πώς θα κατορθώσουν να γίνουν οι επιτυχημένοι στυλοβάτες του συστήματος.
Συλλογικότητες, αλληλεγγύη και αγώνας, άγνωστες λέξεις.  Ατομισμός και ένταξη στο σύστημα, οι βασικές τους πρακτικές και επιδιώξεις μέσω και της στενής τους πρόσδεσης σε διάφορους ρόλους και σε χώρους που σχετίζονται με τη νεοφιλελεύθερη πολιτική.

Με επαρκέστατη συντηρητική ανάλυση, όλη η φιλολογία που προτάσσουν αναφέρεται στο πολιτικό σύστημα, που παρουσιάζεται αυτονομημένο και ασύνδετο από τους κοινωνικούς αγώνες των εργαζομένων και των δυνάμεων παραγωγής στη χώρα. Δεν υπάρχουν ζητήματα πλούτου και φτώχειας, αυταρχισμού και δημοκρατίας, ανεργίας και επιβίωσης, διάλυσης της παραγωγικής βάσης και των επιχειρήσεων, φοροδιαφυγής και παραοικονομίας. Μόνιμη επωδός το δημοσιονομικό ζήτημα. Ξεκομμένο από την πραγματική Οικονομία.
Αναγορεύουν σε μεταρρυθμίσεις τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις, ενώ οι μεταρρυθμίσεις με το προοδευτικό τους περιεχόμενο, αποτελούν πεδίο περαιτέρω εκδημοκρατισμού, καθορίζουν και προσδιορίζουν προοδευτικές αλλαγές και είναι άλλης τάξεως ζήτημα.
Η προοδευτική αναφορά σε μεταρρυθμίσεις αποτελεί προαναγγελία πολιτικών και μέτρων με κέντρο τον άνθρωπο, τον πολίτη, τον εργαζόμενο. Οι προοδευτικές μεταρρυθμίσεις και τα αντίστοιχα σχέδια αποτελούν τη βάση για τη διεύρυνση δικαιωμάτων και κατακτήσεων με δημοκρατικό, πολιτικό και κοινωνικό περιεχόμενο και για ανάλογη συμμετοχή στα οικονομικά βάρη από τους έχοντες και κατέχοντες.
Στη χώρα δεν έχουμε μόνο το πολιτικό εποικοδόμημα και τη συντηρητική ενασχόληση με αυτό. Έχουμε και τις δυνάμεις της παραγωγής και της εργασίας. Οι παραγωγικές σχέσεις του καπιταλισμού, οι μετασχηματισμοί τους, η παραγωγική ανασυγκρότηση με δημοκρατικό σχεδιασμό και σε προοδευτική κατεύθυνση, το ισοζύγιο ισχύος κεφαλαίου και εργασίας, αποτελούν έννοιες και καταστάσεις αδιάφορες για ορισμένους, που θεωρούν δεδομένες τις βαθύτατα συντηρητικές και νεοφιλελεύθερες πολιτικές του φαύλου κύκλου της λιτότητας, της ύφεσης και της ανεργίας.
Ορισμένοι θέτουν στο δημόσιο διάλογο και καλώς, θέματα περί μεταρρυθμίσεων,  λαϊκισμού, κρατισμού προωθώντας τα με κάθε επικοινωνιακό και άλλο μηχανισμό, λόγω και της πρόσδεσης τους σε συγκεκριμένα δίκτυα. Ουδέποτε  όμως οι ίδιοι δεν αναφέρονται στη διαπλοκή και το παρασιτικό κεφάλαιο με αποτέλεσμα να είναι στο απυρόβλητο και να εξακολουθεί να κερδοσκοπεί και να χειραγωγεί τους πολίτες.
Μέσα από μια επιφανειακή πολιτική ανάλυση και μια κοινότοπη φρασεολογία, μιλούν για την ταυτότητα της κρίσης. Ότι η κρίση είναι γενικά κοινωνική, οικονομική, πολιτική και πολιτιστική. Δεν υπάρχει ο καπιταλισμός, ο νεοφιλελευθερισμός, οι κοινωνικές τάξεις, η ολιγαρχία του πλούτου, οι μεταπράτες, η εργοδοσία που βασίζεται στη μαύρη εργασία, το εγχώριο και διεθνές παρασιτικό κεφάλαιο, η διαπλοκή και τα ΜΜΕ χειραγώγησης. Δεν υπάρχει συντηρητική και προοδευτική Ευρώπη. Υπάρχουν γενικά «προβλήματα».
Προτάσσουν επίσης, τη γενεακή ανάλυση και την κατεξοχήν συντηρητική θέση της σύγκρουσης των γενεών, που αποσιωπά τα ουσιώδη, δηλαδή το ότι σε κάθε καπιταλιστική χώρα την εξουσία την έχει η άρχουσα τάξη, ότι κυρίαρχη ιδεολογία είναι η ιδεολογία της κυρίαρχης τάξης και ότι η σύγκρουση είναι κυρίαρχα ταξική, με βάση τις σχέσεις παραγωγής. Ότι οι κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές εξελίξεις σε κάθε χώρα καθορίζονται, για να θυμηθούμε και τον αείμνηστο Ν. Πουλαντζά, από τις κοινωνικές τάξεις και τις πολιτικές δυνάμεις.
Αυτή η φιλολογία περί των γενεών είναι μια επιφανειακή ανάγνωση της εξέλιξης της χώρας, στην οποία απουσιάζουν σημαντικά και κρίσιμα που αφορούν σε εκατομμύρια Έλληνες πολίτες.
Στην προσπάθεια αποπροσανατολισμού σχετικά με τις συνέπειες και τις ευθύνες των αρνητικών εξελίξεων στο ΠΑΣΟΚ, ετέθη και το θέμα της ανανέωσης του στελεχικού δυναμικού του ΠΑΣΟΚ. Φυσικό επακόλουθο αποτελεί η ανανέωση για κάθε πολιτικό οργανισμό. Προφανώς, και κάθε γενιά διεκδικεί τη ενεργή συμμετοχή της στις εξελίξεις. Μαζί με τη νέα γενιά λοιπόν, αλλά σε προοδευτική κατεύθυνση με προοπτική εξόδου από το φαύλο κύκλο της κρίσης, με προοπτική για ένα καλύτερο αύριο και όχι με νέες, αφ’ υψηλού και συντηρητικές συλλογικότητες μακριά από την Κοινωνία. Μαζί με τους νέους αλλά σε συλλογικές προσπάθειες και με την Κοινωνία.
Γ. Οι Σοσιαλιστές. Η Ανασύνταξη του Σοσιαλιστικού Κινήματος και η Ενότητα της Προοδευτικής Παράταξης.
Η εκλογική συντριβή επιβεβαίωσε την κρίση ταυτότητας του ΠΑΣΟΚ. Οι δυνάμεις του προσδιορίζονταν από ένα ισχυρό ρεύμα σοσιαλιστικό, από ένα ρεύμα της σοσιαλ-δημοκρατίας και ορισμένες δυνάμεις κεντρογενείς. Οι σοσιαλ-φιλελεύθερες και νεοφιλελεύθερες πολιτικές ομάδων στελεχών στο κυβερνητικό επίπεδο, αποτέλεσαν μέγα πλήγμα στην ιδεολογική και πολιτική φυσιογνωμία του ΠΑΣΟΚ, αλλά και στην απαξίωση πρόθυμων στελεχών του για την εφαρμογή αυτών των πολιτικών. 

Οι Σοσιαλιστές αγωνίζονται από κοινού, έχουν ιδεολογικές και πολιτικές αρχές, δεν έχουν απλά ένα στίγμα πολιτικό. Το θέμα δεν είναι η αναζήτηση αρχών, αρχές ήδη υπάρχουν, αλλά εάν οι άνθρωποι αγωνίζονται έμπρακτα με βάση αυτές. Δεν ωφελούν οι διακηρύξεις περί αρχών και ιδιαίτερα από ανθρώπους που τις έχουν παραβιάσει και αποκαθηλώσει.

Οι Σοσιαλιστές συνδέονται διαχρονικά με πολιτικές για τη Δημοκρατία και την Κοινωνική Δικαιοσύνη, την Λαϊκή Κυριαρχία, την Κοινωνική Χειραφέτηση, με δεκαετίες αγώνων ενάντια στον αυταρχισμό και τις ανισότητες.

Συνδέονται με τους αγώνες των δυνάμεων της εργασίας, των δυνάμεων της παραγωγής, στα αστικά κέντρα και στην ύπαιθρο. Συνδέονται με αγώνες για τα δικαιώματα ισότητας των φύλων και της νεολαίας. Δεν συνδέονται με το παρασιτικό κεφάλαιο και τη διαπλοκή. Οι Σοσιαλιστές είναι στην όχθη των Προοδευτικών δυνάμεων, η άλλη όχθη είναι η κεντροδεξιά, η δεξιά και η ακροδεξιά.
Οι Σοσιαλιστές αποτελούν τη ραχοκοκαλιά ενός κινήματος, όπου εκατοντάδες χιλιάδες ψηφοφόροι, φίλοι, μέλη και στελέχη του ΠΑ.ΣΟ.Κ. σε όλη τη χώρα τήρησαν κριτική στάση, διαφώνησαν και πρωτοστάτησαν σε κοινή δράση για μια προοδευτική πολιτική σε αντίθεση με τη νεοφιλελεύθερη επιδίωξη των παρασιτικών κύκλων και της διαπλοκής και παρά τη χειραγώγηση από τα ΜΜΕ και από ορισμένους πολιτικούς παράγοντες.
Την κοινωνική βάση του ΠΑΣΟΚ, ως Σοσιαλιστικού κινήματος και όχι ως σοσιαλ-δημοκρατικού ή κεντρώου, όπως σε κάθε καπιταλιστική χώρα της Ευρωζώνης και όπως ιδιαίτερα στην Ελλάδα που είναι μια χώρα μέσης καπιταλιστικής ανάπτυξης, αποτελούσε η εργατο-υπαλληλική τάξη, οι νέοι, οι μισθωτοί, οι ελεύθεροι επαγγελματίες, οι επιστήμονες, οι άνεργοι, οι συνταξιούχοι και οι άνθρωποι στον αγροτικό τομέα παραγωγής.

Η συρρίκνωση των δυνάμεων με τις οποίες διαχρονικά συνδεόταν το ΠΑΣΟΚ και η μαζική μετακίνηση τους σε άλλους πολιτικούς χώρους, θέτει ξανά το θέμα της επανασύνδεσης του Σοσιαλιστικού κινήματος με της δυνάμεις της εργασίας και της παραγωγής. Θρυμματίστηκε το Κοινωνικό Συμβόλαιο από τις κυβερνητικές επιλογές βίαιης δημοσιονομικής προσαρμογής και λιτότητας με εφεδρείες ανέργων και νέα φτώχια. Κυβερνητικές αποφάσεις οι οποίες ουδέποτε συζητήθηκαν στο ΠΑΣΟΚ ως κόμμα.
Η στρατηγική του Κοινωνικού Συμβολαίου που αποτελούσε τη βάση συναίνεσης και συναποδοχής των δημόσιων πολιτικών για την υγεία, την παιδεία και την κοινωνική ασφάλιση καθώς και των αμοιβών εργασίας σε ένα αξιοπρεπές επίπεδο, είχαν ως αρχή όχι μόνο την οικονομική μεγέθυνση, τη λεγόμενη αύξηση της πίτας αλλά τη συνολική οικονομική ανάπτυξη.
Νέα βαρβαρότητα αποτελούν η μονόπλευρη λιτότητα, η ανεργία, η φτώχια, η ύφεση, η φοροδιαφυγή, η συγκέντρωση πλούτου και οι προκλητικές ανισότητες απέναντι σε εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες, που το κυρίαρχο τους θέμα είναι η αξιοπρεπής διαβίωση. Αυτή η βαθιά συντηρητική εξέλιξη αποτελεί το νέο πεδίο της μάχης των Σοσιαλιστών για έναν άλλο ορίζοντα στη χώρα, για την ανατροπή αυτής της πραγματικότητας.

Αυτή η αρνητική εξέλιξη απαιτεί δοκιμασμένους και αποφασισμένους ανθρώπους, απαιτεί νέους αγωνιστές που θα πρωτοστατήσουν για την έξοδο από την κρίση, που θα αντλούν δύναμη από την ελληνική κοινωνία και από  τους νικηφόρους αγώνες του προοδευτικού ΠΑΣΟΚ, που οικοδομήθηκε πάνω σε κοινωνικές και πολιτικές αρχές, παραμερίζοντας και ανατρέποντας κάθε συντηρητική πολιτική και κάθε κύκλο παραγόντων του νεοφιλελευθερισμού. Σε μια τέτοια προοπτική μπορούν να ενωθούν όλες τις προοδευτικές δυνάμεις. Να ενωθεί η χώρα στην πορεία κοινών προσπαθειών.

Σε αυτή τη βάση το ΠΑΣΟΚ οργάνωνε μια πλατιά εθνική, λαϊκή ενότητα και ένα μεγάλο τόξο κοινωνικών συμμαχιών, που αγκάλιαζε κοινωνικά όλους τους εργαζόμενους, τους παραγωγούς και τους επαγγελματίες. Και αυτό σε συνδυασμό με τη δημοκρατική παράδοση και τους αγώνες στα πλαίσια μιας ευρείας δημοκρατικής και προοδευτικής συνεργασίας στο πολιτικό πεδίο με προοδευτικές δυνάμεις της ευρύτερης Αριστεράς. Σε μια πολιτική για την άμβλυνση των ανισοτήτων, για τη διεκδίκηση δίκαιων απαιτήσεων, για τη διεύρυνση ελευθεριών και τον εκδημοκρατισμό, για την ανάπτυξη.
Ήδη ετέθη στο δημόσιο διάλογο το ζήτημα ενός ευρύτερου πολιτικού χώρου της Προοδευτικής παράταξης ή της λεγόμενης Κεντροαριστεράς την οποία ορισμένοι συντηρητικοί παράγοντες στο ΠΑΣΟΚ, θέλουν να την προσδιορίσουν με βάση τις επιδιώξεις τους. Η αναδιάταξη των πολιτικών δυνάμεων τόσο στον προοδευτικό όσο και στο συντηρητικό χώρο, ασφαλώς και θα επηρεαστεί από το αποτέλεσμα της πρόσφατης, διπλής εκλογικής αναμέτρησης. Αλλά θα υπάρξουν και άλλοι παράγοντες που θα προσδιορίσουν το εύρος, την έκταση και το βάθος αυτής της αναδιάταξης στο σύνολο των πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων της χώρας και ιδιαίτερα στο  Προοδευτικό χώρο.
Η Προοδευτική παράταξη δεν είναι υπόθεση ορισμένων στελεχών. Η συγκρότηση της Προοδευτικής παράταξης δεν είναι άσκηση επί χάρτου στα πλαίσια συζητήσεων μεταξύ πολιτικών παραγόντων. Συνδέεται με το γεγονός ότι δεν μπορούν να συμπεριλαμβάνονται στην Προοδευτική παράταξη, νεοφιλελεύθερες και μονεταριστικές αντιλήψεις και θέσεις. Συνδέεται με τους εργαζόμενους της χώρας και τις επιδιώξεις τους. Συνδέεται με τους ανθρώπους στην ύπαιθρο, τους νέους, τους άνεργους, τους επαγγελματίες, τους παραγωγούς.
Δεν είναι υπόθεση κορυφής και η ενότητα και η συνεργασία του προοδευτικού χώρου είναι έξω από τις λογικές αποκλεισμών και επιλεκτικών προτιμήσεων. Προς αυτή την κατεύθυνση, απαιτούνται αξιόπιστες και φερέγγυες πρωτοβουλίες.
Γέννημα των εξελίξεων αποτελεί μια άλλη Κεντροαριστερά από αυτή που περιφέρουν ορισμένοι στα γραφεία. Είναι η Κεντροαριστερά των λαϊκών και κοινωνικών δυνάμεων απέναντι στις νεοφιλελεύθερες επιλογές. Και αυτό αφορά τόσο το ΠΑΣΟΚ, όσο και τη ΔΗΜΑΡ και τον ΣΥΡΙΖΑ. Από την εκλογική αναμέτρηση της 17ης Ιουνίου προέκυψε η κονιορτοποίηση του Κέντρου. Νέες κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις εισήλθαν στο κοινωνικό και πολιτικό γίγνεσθαι. Νέοι κοινωνικοί και ταξικοί προσδιορισμοί καταδείχνουν επιδιώξεις και συμφέροντα στη χώρα και οι πολίτες έδειξαν τι σημαίνει συντηρητικό και προοδευτικό, Αριστερά και Δεξιά.
Η πραγματικότητα  αποτελεί για όλους το νέο οδικό χάρτη για τον Προοδευτικό χώρο. Και σε κάθε περίπτωση χωρίς συγκροτημένο Σοσιαλιστικό Κίνημα ιδεολογικά, πολιτικά και προγραμματικά, οι κοινωνικές δυνάμεις που αποδέχονται τη φυσιογνωμία του Σοσιαλιστικού κινήματος και τις αρχές του, θα αδυνατούν να συγκροτηθούν και να ενωθούν σε κοινούς αγώνες και επιδιώξεις για την έξοδο από την κρίση.
Οι Σοσιαλιστές  συνδέονται με τις δυνάμεις της εργασίας και της παραγωγής, με τις δυνάμεις της κοινωνίας της δημιουργίας, της μόρφωσης και του πολιτισμού. Η Κοινωνία ήταν διαχρονικά το κύριο σημείο αναφοράς του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Η παράταξη, είναι υπόθεση των λαϊκών δυνάμεων του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Είναι υπόθεση των μελών και στελεχών του, αυτών που δεν έχουν εργασία ή ζουν σε καθεστώς εργασιακής επισφάλειας, που μειώθηκε το εισόδημα τους, είναι υπόθεση του εργαζομένου, του αγρότη, του μισθωτού, του αυτοαπασχολούμενου του ελεύθερου επαγγελματία, του σπουδαστή, κάθε νέου και νέας.

Η παράταξη δημιουργήθηκε χάρη στους αγώνες του λαού για εθνική ανεξαρτησία, λαϊκή κυριαρχία, κοινωνική απελευθέρωση και δημοκρατική διαδικασία, απομονώνοντας και οδηγώντας στο περιθώριο κάθε συντηρητική και αντιλαϊκή δράση και προοπτική. Έμπρακτα θα αποδειχθεί από τις προοδευτικές δυνάμεις, η συνειδητοποίηση τους και η αποφασιστικότητα τους υπέρ της συνέχισης της προσπάθειας για την ευόδωση της προοδευτικής και δημοκρατικής στρατηγικής εξόδου από την κρίση.
Οι προοδευτικές δυνάμεις του ΠΑΣΟΚ, οι κοινωνικές του οργανώσεις και η μεγάλη πλειοψηφία της νεολαίας του κόμματος ενάντια στον νεοφιλελευθερισμό και το αποτέλεσμα του το μνημόνιο και ό,τι ακολούθησε αυτού, έχουν σοσιαλιστικές, προοδευτικές αρχές, έχουν δημοκρατική πολιτική δράση, επιδιώκουν την ενότητα και την κοινή δράση απέναντι στις συντηρητικές πολιτικές και απέναντι σε ένα σύστημα με το οποίο η ολιγαρχία, το παρασιτικό κεφάλαιο, οι τραπεζίτες και οι ιδιοκτήτες των ΜΜΕ επιχειρούν να υποκαταστήσουν την Πολιτική.

Οι Σοσιαλιστές συμπορεύονται με τους πολίτες και σε δύσκολες περιόδους που απαιτείται κοινή προσπάθεια και με δυσμενείς όρους. Αποτελεί παραχάραξη για το ΠΑΣΟΚ, το ότι μια ηγετική ομάδα εισήγαγε πλαίσια από το πιο συντηρητικό οπλοστάσιο της πολιτικής όπως ο φόβος, η κινδυνολογία, οι απειλές και τα εκβιαστικά διλήμματα.
Αυτές οι δυνάμεις είναι ξένο σώμα για το Σοσιαλιστικό κίνημα. Για ένα κίνημα με ελπιδοφόρα προοπτική και με ορίζοντες για τη νέα γενιά και για κάθε πολίτη.
Αυτή την κρίσιμη περίοδο για τους Σοσιαλιστές, βασική κατεύθυνση πρέπει να αποτελεί η χάραξη ενός άλλου δρόμου με πολιτικές και κοινωνικές αρχές, με ιδεολογικό και πολιτικό λόγο, με προγραμματισμό και με σταθερή αναφορά στις κοινωνικές δυνάμεις. Για να διαμορφωθούν προοδευτικές πολιτικές με δεδομένα και όχι με κενές και κοινότυπες αναφορές, μεθοδεύσεις και πρακτικές διαπλοκής που οδηγούν σε πολιτικές δεσμεύσεις ενάντια στα συμφέροντα της συντριπτικής πλειοψηφίας των πολιτών. Αυτά είναι φαινόμενα που τροφοδοτούν την πόλωση και τον λαϊκισμό. Κι αυτές οι συμπεριφορές θα απομονωθούν, για την επαναφορά της Προοδευτικής πολιτικής και την απομόνωση των νεοφιλελεύθερων και μονεταριστικών συνταγών.

Προς αυτή την κατεύθυνση, πρέπει να ενεργοποιηθούν πρωτοβουλίες σε όλη τη χώρα, σε κάθε χώρο εργασίας, σπουδών και κατοικίας με προοδευτικό προσανατολισμό, με σταθερότητα και αισιοδοξία. Η χώρα και ο ελληνικός λαός χρειάζονται ελπίδα με βάση τις πραγματικές δυνατότητες. Προοπτική εξόδου από το φαύλο κύκλο της κρίσης, το φαύλο κύκλο της λιτότητας της ύφεσης και της ανεργίας, προοπτική για ένα καλύτερο αύριο.
Δ. Η Ανάπτυξη Βασικός Όρος για την Έξοδο από την Κρίση.
Τόσο από το χώρο των οικονομικών παραγόντων όσο και από κύκλους πολιτικών στελεχών, έχουν τεθεί μετ’ επιτάσεως στο δημόσιο διάλογο, θέματα περί λαϊκισμού, κρατισμού και καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων. Ωστόσο, καμία αναφορά δεν περιλαμβάνει  το παρασιτικό κεφάλαιο και εν γένει τις παρασιτικές δραστηριότητες στην Οικονομία, που είναι γνωστό ότι συνδέονται με τη διαπλοκή και τα ΜΜΕ.
Οι ρητορικές γύρω από τα ζητήματα αυτά, δεν μπορούν να αποτελέσουν τη Κολυμβήθρα του Σιλωάμ για κάθε συντηρητική πολιτική, ενόψει του ότι προέχουν απαντήσεις για ουσιώδη και καθοριστικά προβλήματα της χώρας που αφορούν στην Οικονομία, στο σύνολό της. Δηλαδή, στις σημαντικές πρωτοβουλίες που πρέπει να αναλάβουν οι δυνάμεις του παραγωγικού κεφαλαίου της χώρας διότι από το περιεχόμενο των παραγωγικών δραστηριοτήτων και τις κατευθύνσεις της αναπτυξιακής διαδικασίας, θα διαμορφωθούν οι δυνατότητες για την έξοδο από την κρίση ή θα συνεχιστεί η διαιώνιση της.
Γιατί δεν λύνονται με τις προαναφερθείσες παρωχημένες ρητορικές, τα ουσιώδη και καθοριστικά προβλήματα της πραγματικής Οικονομίας, όπως είναι η διάλυση της παραγωγικής βάσης, η κατασπατάληση πόρων, η φοροδιαφυγή, η παραοικονομία η ανεξέλεγκτη εξαγωγή καταθέσεων σε ξένες τράπεζες και η εισφοροδιαφυγή, η αποτυχία στους δημοσιονομικούς στόχους καθώς και το πολυσυζητημένο θέμα της χαμηλής παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας που δεν είναι οι αμοιβές.
Το καθοριστικό είναι ότι δεν αναπτύχθηκαν στη χώρα κλάδοι παραγωγής με υψηλή προστιθέμενη αξία. Η επιχειρηματική τάξη της χώρας δεν θεωρούσε επικερδή μια τέτοια επιλογή.
Ανάλογες ευθύνες είχαν και οι κυβερνήσεις που δεν ενίσχυσαν πολιτικές στη καινοτομία, στην έρευνα, στη ποιοτική παραγωγή και τις υπηρεσίες, στην ποιοτική αναβάθμιση των εκπαιδευτικών μονάδων, στη αξιοποίηση των φυσικών πόρων για  την βιώσιμη ανάπτυξη, που δεν αντιμετώπισαν τις στρεβλώσεις της αγοράς, την ύπαρξη καρτέλ και ολιγοπωλίων σε κομβικούς τομείς της Οικονομίας. Και τα ανωτέρω σε συνδυασμό με τους κρίσιμους δείκτες της ανεργίας, των αμοιβών αξιοπρεπούς διαβίωσης, του ορίου της φτώχειας και των περιβαλλοντικών κανόνων.
Αυτό θα σήμαινε μια άλλη προοδευτική ηγεσία στη χώρα που θα ερχόταν σε σύγκρουση με το παρασιτικό κεφάλαιο και τη διαπλοκή και που θα συμμαχούσε με το παραγωγικό κεφάλαιο της χώρας σε μια τροχιά βιώσιμης ανάπτυξης και εξόδου από την κρίση.
Η παραδοσιακή ολιγαρχία, το παρασιτικό κεφάλαιο, με τον έλεγχο των ΜΜΕ  και γνωστά τμήματα της κλεπτοκρατίας και της λαφυραγώγησης των παραγωγικών πόρων της χώρας, σε συμπόρευση και με το πρόσχημα ενός δήθεν «εθνικού» ενδιαφέροντος για το δημόσιο χρέος  και το δημοσιονομικό έλλειμμα της χώρας, επιχειρούν να οδηγήσουν την πορεία και την εξέλιξη της κρίσης με βάση τα δικά τους συμφέροντα, δηλαδή τη διαιώνιση της κυριαρχίας μονοπωλιακών πρακτικών, την εκποίηση του δημόσιου πλούτου και τη λαφυραγώγηση των υποδομών του δημόσιου τομέα ή την εκμετάλλευση επενδυτικών σχεδίων που δεν πρέπει να εξελιχθούν σε νέες φούσκες όπως στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και σε άλλες δραστηριότητες προκειμένου τον λογαριασμό να εξακολουθήσει να τον πληρώνει η ελληνική κοινωνία.

Διαμορφώνουν δύο πραγματικότητες: Η πραγματικότητα που ζουν οι πολίτες και μία «πραγματικότητα» που κατασκευάζουν. Υπάρχουν δύο αφηγήσεις για την κρίση: Αυτή που βιώνουν οι πολίτες και μία που κατασκευάζουν. Και δεν θα βρεθεί πραγματική λύση για τη χώρα και διέξοδος από το φαύλο κύκλο της κρίσης, αν δεν δούμε την πραγματική Οικονομία και την ανάπτυξη της χώρας, τις παραγωγικές δραστηριότητες, τα δημόσια έσοδα, την κατασπατάληση πόρων, την αξιοποίηση όλων των δημιουργικών δυνάμεων της χώρας, μια νέα δίκαιη κατανομή των οικονομικών βαρών
Δεν υπάρχει συμφωνία στα αίτια της κρίσης. Η συντηρητική ανάλυση επιμένει να αναγάγει τα αποτελέσματα σε αίτια και να αναβαθμίζει επιμέρους και περιφερειακά θέματα σε κυρίαρχα.

Η χώρα όμως, δεν είναι μόνο το δημόσιο είναι και η πραγματική οικονομία, οι εργαζόμενοι, τα προϊόντα, οι εξαγωγές, οι αμοιβές. Δεν οδήγησαν και δεν συνεχίζουν να οδηγούν σε κρίση, σε κατάρρευση εισοδημάτων  και σε ανεργία γενικώς η Ελλάδα ή γενικώς η ΕΕ, αλλά καθοριστικά η χρηματιστηριακή και η παρασιτική ολιγαρχία και όχι το παραγωγικό κεφάλαιο.

Η Ελλάδα είναι και τα 4 εκατομμύρια οικονομικά ενεργός πληθυσμός, είναι και οι πάνω από ένα εκατομμύριο νέοι στη παιδεία και στην εκπαίδευση, είναι το ένα εκατομμύριο και πλέον των ανέργων, είναι οι χιλιάδες επιχειρήσεις που παράγουν, εξάγουν και αγωνίζονται, είναι οι χιλιάδες ελεύθεροι επαγγελματίες, είναι ο κόσμος της υγείας και ο κόσμος της παιδείας, είναι ο κόσμος της υπαίθρου που τροφοδοτεί και τη χώρα και άλλες χώρες, είναι τα 2εκατομμύρια επτακόσιες χιλιάδες κάτω από το όριο της φτώχειας, είναι τα εκατομμύρια του απόδημου ελληνισμού. Είναι οι δυνάμεις της πραγματικής οικονομίας, του παραγωγικού κεφαλαίου, της ανάπτυξης. Είναι τα εκατομμύρια των προοδευτικών Ελλήνων πολιτών που έχουν αγωνιστική στάση.
Ε. Τα κοινωνικά κινήματα και Η Νέα Κεντροαριστερά
Οι αντί-νεοφιλελεύθερες και προοδευτικές δυνάμεις, οι Σοσιαλιστές του ΠΑΣΟΚ είναι εδώ. Στις εκλογικές αναμετρήσεις, μεγάλα τμήματα του εκλογικού σώματος εξέφρασαν τις αντί-νεοφιλελεύθερες και αντιμνημονιακές τους επιλογές μέσα από  τη ΔΗΜΑΡ και το ΣΥΡΙΖΑ. Χρειάζεται μια κοινή βάση που θα ενοποιεί όλο τον προοδευτικό κόσμο του ΠΑΣΟΚ, του ΣΥΡΙΖΑ και της ΔΗΜΑΡ για ένα αντί-νεοφιλελεύθερο, δημοκρατικό και προοδευτικό κίνημα και μια ευρύτερη πολιτική σύμπραξη της νέας Κεντροαριστεράς μαζί με συνεργασία στη δράση και με άλλες προοδευτικές δυνάμεις.


Είναι αναγκαίο για την επόμενη περίοδο ένα αγωνιστικό, δημοκρατικό και προοδευτικό κίνημα που θα υπερασπιστεί το δικαίωμα στην εργασία, στην αμοιβή, σε κοινωνικές δαπάνες. Διότι πέρα από τις κυβερνητικές πολιτικές, χρειάζεται η ενότητα των δημοκρατικών,  πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων και η κοινή δράση που θα συμβάλει στην έξοδο της χώρας από την κρίση. Οι δυνάμεις συγκεκριμένων συμφερόντων θέλουν να οδηγήσουν την κρίση στο πεδίο της ικανοποίησης των δικών τους συμφερόντων και επιδιώξεων.
Μια καταρχήν προσέγγιση για τη ΔΗΜΑΡ και το ΣΥΡΙΖΑ γιατί θα χρειαστεί περαιτέρω συζήτηση και διάλογος.
Η ιστορική στρατηγική του χώρου της ρεφορμιστικής Αριστεράς είναι γνωστή εδώ και δεκαετίες, την οποία και τήρησε τώρα με συνέπεια η ΔΗΜΑΡ. Συγκεκριμένα, ιστορικά ο χώρος της Ανανεωτικής Αριστεράς, συνέβαλε στην αποσταλινοποίηση και ενίσχυσε τη θέση μας ότι ο Σοσιαλισμός ή θα είναι δημοκρατικός ή δε θα υπάρξει. Συνέβαλε σε πολιτικές εκδημοκρατισμού. Είναι γνωστό ότι δεν είναι στις λογικές των ρεφορμιστών ο ριζοσπαστισμός και η ρήξη στο οικονομικό και κοινωνικό πεδίο. Είναι γνωστή η έμπρακτη στάση τους ότι τους όρους της ενσωμάτωσης σε μια πολιτική τους καθορίζει ο κυρίαρχος συσχετισμός των δυνάμεων και το πεδίο της διαπραγμάτευσης αφορά στις  επιμέρους όψεις των κάθε φορά ασκούμενων πολιτικών .
Ο ΣΥΡΙΖΑ εξέφρασε στη διπλή εκλογική αναμέτρηση, μια δυναμική στρωμάτων της ελληνικής κοινωνίας με πραγματικά προβλήματα επιβίωσης και διαβίωσης καθώς και με πολιτικές και ιδεολογικές απόψεις προωθητικές για αλλαγές στην ελληνική κοινωνία και το πολιτικό σύστημα.
Ο ριζοσπαστισμός  αυτών των δυνάμεων εμπεριείχε και εξέφραζε και αντιφάσεις και αλληλοαναιρέσεις ιδιαίτερα στο ζήτημα και στη φύση της διαπραγμάτευσης με την Ε.Ε. Δεν ήταν σαφής η προτεραιότητα της πολιτικής διαπραγμάτευσης έναντι της ακύρωσης του μνημονίου καθώς και η πολυφωνία απόψεων για το ευρώ.
Ορισμένες εκτιμήσεις του ΣΥΡΙΖΑ δεν βασίζονταν ή ήταν αναντίστοιχες με ορισμένες όψεις μιας συντηρητικής πραγματικότητας, που διαπερνά τόσο το πολιτικό περιβάλλον στην Ε.Ε. όσο και τμήματα της ελληνικής κοινωνίας. Αυτό δεν σημαίνει πάντα αναδίπλωση λόγω του συντηρητισμού αλλά μια πολιτική επί της ουσίας και όχι επί της ρητορικής, με βάση τα δεδομένα της ελληνικής κοινωνίας. Συνδυαστικά επηρέασαν την εξέλιξη τόσο η κινδυνολογία της διαπλοκής και της Δεξιάς όσο και η ρητορική του ΣΥΡΙΖΑ περί μιας κυβέρνησης της Αριστεράς, που δεν αντιστοιχούσε εξ αρχής και όχι εκ των υστέρων, στον πραγματικό συσχετισμό των πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων του τόπου. Ο συσχετισμός των δυνάμεων αντανακλούσε περισσότερο σε μια Κυβέρνηση δημοκρατικής και προοδευτικής συνεργασίας.




ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2Ο
Α. Η Κρίση σε Νέα Φάση. Άμεσες Προοπτικές στο Ευρωπαϊκό Πεδίο για τη Δρομολόγηση Αποφάσεων.
Σε όλη την Ε.Ε., η κρίση μπαίνει πλέον σε νέα φάση και οι πολιτικές του νεοφιλελευθερισμού δεν μπορούν να συμβάλλουν στην αντιμετώπιση της. Ήδη το απέδειξε η Ισπανία και ίσως έπεται η Κύπρος και η Ιταλία και άλλες χώρες της Ε.Ε. όπου με πολιτικές αποφάσεις ακολουθούν το δρόμο, που από την έναρξη της κρίσης προοδευτικές δυνάμεις προέβλεψαν. Και όπου προέτρεπαν σε κεντρική διαχείριση του θέματος του χρέους ως συνολικά ευρωπαϊκό ζήτημα για την έξοδο από την κρίση. Δηλαδή, ευρωπαϊκή λύση με πολιτικούς όρους. 
Ενόψει των εκλογών τον Νοέμβριο του 2012 στις Η.Π.Α., οι παρεμβάσεις εντείνονται στο ευρωπαϊκό πρόβλημα καθώς η ηγεσία των Η.Π.Α. επιδιώκει να διασφαλίσει τα δικά της οικονομικά συμφέροντα ως προς την παράταση και τη φύση της κρίσης στην Ε.Ε. καθότι η ίδια η Οικονομία των Η.Π.Α. με το διογκωμένο χρέος της, δέχεται πιέσεις από τις αναδυόμενες οικονομίες και ιδιαίτερα από την Οικονομία της Κίνας. Άλλωστε, και η θητεία της Μέρκελ εισήλθε πλέον στην τελευταία περίοδο και η απομόνωση των απόψεών της στην παρούσα φάση αποτελεί πλέον μια πραγματικότητα.
Ενόψει και των εν λόγω εκλογικών αναμετρήσεων σε ΗΠΑ και Γερμανία,  διαμορφώνονται δεδομένα αποφάσεων, συμβιβασμών και δρομολόγησης ορισμένων λύσεων. Εξ αυτών όλων των εντάσεων, οι αγορές, οι οίκοι αξιολόγησης και οι επαγγελματίες κινδυνολόγοι προσπαθούν να κατευθύνουν την εξέλιξη της κρίσης προς τα δικά τους συμφέροντα.
Ωστόσο, το νεοφιλελεύθερο σχέδιο της  Μέρκελ που βρισκόταν υπό την πίεση τόσο από τις ΗΠΑ όσο και από Κυβερνήσεις του Eurogroup έλαβε μία ανάσα από την εκλογική επικράτηση της Δεξιάς στην Ελλάδα,  αποτέλεσε σανίδα σωτηρίας για την πολιτική της Μέρκελ και διευκόλυνε τους εκπροσώπους της πολιτικής της λιτότητας στο να επιμείνουν στο νεοφιλελεύθερο σχέδιο με υπόδειγμα  την Ελλάδα  προκειμένου να αποφύγουν αποφάσεις σε πανευρωπαϊκή κλίμακα για την αντιμετώπιση της κρίσης.
Οι διατεταγμένες προβλέψεις περί δήθεν μεγάλων ανατροπών, καταστροφών με μόνιμο παράδειγμα την Ελλάδα ότι δήθεν θα εξέλθει του ευρώ και της ΕΕ., αποτελούν μέρος της πρακτικής των πιέσεων και αποβλέπουν σε περαιτέρω διαπραγματεύσεις.
Στην κρίση υπάρχουν και είναι σε διαρκή αναμέτρηση και ένταση δυο στρατηγικές: Η προοδευτική στρατηγική της πραγματικής οικονομίας, της ανάπτυξης και της εργασίας και η στρατηγική της λιτότητας, της ύφεσης, της ανεργίας και του νεοφιλελευθερισμού.
Αρχίζει να ανακάμπτει και να εδραιώνεται ως ένα βαθμό η στρατηγική του επιχειρηματικού κόσμου, της παραγωγής, της πραγματικής οικονομίας και των δυνάμεων της εργασίας ύστερα από το χτύπημα της τελευταίας περιόδου από τις δυνάμεις του νεοφιλελευθερισμού και της λιτότητας.
Η απαρχή αυτής της ανάκαμψης που θα χρειαστεί χρόνος για να αποτελέσει μια νέα πραγματικότητα, ήδη διαμορφώνει συνθήκες για την προώθηση και εδραίωση της ανάπτυξης, των επενδύσεων, της ρευστότητας, της δημιουργίας θέσεων εργασίας και της αύξησης των εισοδημάτων, ως προϋποθέσεις για την έξοδο από την κρίση. Η στρατηγική αυτή αποτελεί τον κυρίαρχο παράγοντα των πολιτικών εξελίξεων και δείχνει το δρόμο σε δεκάδες χώρες. Σημαντικό ρόλο προς την κατεύθυνση αυτή, διαδραματίζουν ηγεσίες ισχυρών οικονομιών.
Ένας νέος άξονας διαμορφώνεται πλέον απέναντι στη στρατηγική του νεοφιλελευθερισμού, της λιτότητας, των αγορών, των πιστωτών, των τραπεζιτών, των κερδοσκόπων, των κύκλων που είναι απέναντι στην παραγωγή και την οικονομία καθώς και των πολιτικών δυνάμεων που είναι σε φθίνουσα πορεία και τις εκπροσωπούν. Των δυνάμεων του νεοφιλελευθερισμού, που οδήγησε τις οικονομίες σε ύφεση και σε μείωση του πλούτου, σε βίαιη μεταφορά πλούτου από τις δυνάμεις της εργασίας στις δυνάμεις του κεφαλαίου, στην πρωτοφανή ανεργία και φτώχια. Των δυνάμεων που δίνουν λυσσαλέα μάχες οπισθοφυλακών αλλά που έχουν απομονωθεί σε σημαντικό βαθμό.
Η νίκη των Σοσιαλιστών στη Γαλλία αποτελεί στρατηγικό πλεονέκτημα στην ΕΕ αλλά και διεθνώς για τις δυνάμεις που αγωνίστηκαν και θα συνεχίσουν να αγωνίζονται ενάντια στο νεοφιλελευθερισμό. Ο νέος πρόεδρος Φ. Ολάντ εκφράζει μια νέα πολιτική και κυρίως κοινωνική πλειοψηφία πολιτών και εργαζομένων που αγνόησαν τις απειλές ότι θα υποστούν τις συνέπειες της Ελλάδας. Η ατζέντα του Φ. Ολάντ, θέτει ως κυρίαρχο την ανάπτυξη και τις θέσεις εργασίας, ως πυλώνα στο Δημοσιονομικό Σύμφωνο -που ήδη διατυπώθηκε και ως Κοινωνικό Σύμφωνο- την τροποποίηση του καταστατικού της ΕΚΤ για τον απευθείας δανεισμό των κρατών-μελών, τη μείωση των επιτοκίων στο 1%, τη θέσπιση ευρωομόλογου, τη φορολόγηση των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, το περιορισμό της ισχύος των αγορών και τη φορολόγηση του μεγάλου πλούτου.
Ωστόσο, ο Πρόεδρος Φ. Ολάντ ενώ σωστά είναι κατά της πολιτικής της λιτότητας στη Γαλλία όπου ήδη το έλλειμμα υπερέβη το 100% του Α.Ε.Π., προέτρεψε την Ελλάδα να τηρήσει το δημοσιονομικό πρόγραμμα λιτότητας υποδηλώνοντας πρακτικές δύο μέτρων και δύο σταθμών.
Οι απειλές και οι εκφοβισμοί είναι το μόνο που απέμεινε στην απομονωμένη νεοφιλελεύθερη ηγεσία και αυτό αποτελεί έμπρακτο δείγμα του αδιέξοδου της ευρωπαϊκής δεξιάς και όσων συνέπραξαν και εφάρμοσαν συντηρητικές πολιτικές, που οδήγησε πολλές χώρες της Ε.Ε., σε οικονομική και κοινωνική διάλυση. Η αρχική παραδοχή της Μέρκελ για την κατ’ αρχήν αποτυχία τους στην Ελλάδα αποτυπώνεται σήμερα ως πανευρωπαϊκή οικονομική αποτυχία. Η πρόσφατη δήλωση του απερχόμενου πρόεδρου του Eurogroup, Ζαν-Κλοντ Γιουνκερ ότι η Γερμανία συνιστά μέρος του προβλήματος της κρίσης, αποτελεί την επιβεβαίωση της θέσης κυβερνήσεων, πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων, ότι η νεοφιλελεύθερη οικονομική πολιτική της λιτότητας, της ανεργίας και της ύφεσης καταστρέφει τη μία μετά την άλλη τις οικονομίες των χωρών της ΕΕ.

Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα επιμείνουν στη νεοφιλελεύθερη πολιτική τους, καθώς ήδη μετά τη ήττα τους στη Γαλλία, επιχειρούν τη συγκρότηση άλλων συμμαχιών και τον έλεγχο του Eurogroup. Θα επιμείνουν -παρά την αποτυχία τους- στη περαιτέρω δημοσιονομική λιτότητα, στην ύφεση, στη μείωση του παραγόμενου πλούτου, στη ένταση της ανεργίας και στην υποτίμηση της εργασίας προκειμένου να ανακτήσει τα κέρδη του το χρηματιστηριακό και πιστωτικό σύστημα και να ανέλθει η κερδοφορία των επιχειρήσεων.
Και θα επιμείνουν, προβάλλοντας ένα μεταμορφισμό για μια δήθεν αναπτυξιακή πτυχή, επιδιώκοντας να ενσωματώσουν και να εκτονώσουν την άρνηση των λαών της ΕΕ σε αυτή τη καταστροφική πορεία για το σύνολο των ευρωπαϊκών οικονομιών και κοινωνιών, καθώς πλέον δεν θα πλήττεται από την ύφεση και την ανεργία μόνο η Ελλάδα ή οι χώρες του ευρωπαϊκού Νότου αλλά όλες οι χώρες της Ε.Ε. Το ελληνικό πρόβλημα δεν αποτελεί πλέον παρά μια παρωνυχίδα μπροστά στο μέγεθος και στον όγκο της χρηματοπιστωτικής κρίσης που εξελίσσεται στην Ισπανία και την Ιταλία.
Η διαμάχη αυτή θα συνεχιστεί, καθότι οι πολιτικές ηγεσίες των ευρωπαϊκών χωρών δεν αποτέλεσαν ένα συμπαγές μέτωπο απέναντι στους οίκους αξιολόγησης, στις αγορές και στους πιστωτές. Ωστόσο, σε κάθε περίπτωση πολιτικά, το μέτωπο αυτό που συνδέεται με πανευρωπαϊκή λιτότητα, είναι σε υποχώρηση και αυτό αποτελεί το ελπιδοφόρο μήνυμα. Η ηγεμονία και η ισχύς της Μέρκελ αποδομείται αλλά ταυτόχρονα οξύνεται η διένεξη μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας που αποτελεί πλέον τη νέα πραγματικότητα στην Ε.Ε. και η μέχρι τώρα Γαλλογερμανική συμμαχία είναι σε κρίση.
Πρακτικές συμφερόντων που εκπροσωπεί η Α. Μέρκελ δε μπορούν να εμφανίζονται ως πεποιθήσεις των ευρωπαϊκών λαών, ο νεοφιλελευθερισμός θα υποστεί ισχυρό κλονισμό. Για παράδειγμα ο κεντρικός της ισχυρισμός ότι «με δανεικά δεν γίνεται ανάπτυξη» δεν ευσταθεί στον σύγχρονο κόσμο, αποτελεί μια απλουστευτική θεωρία που προτάσσεται ως πρόσχημα, προκειμένου να αποσιωπηθεί η επιδίωξη για την ενοποίηση της ευρωζώνης, πρόταση με την οποία όλοι συμφωνούν αλλά και επίσης, διαφωνούν με την κατ’ ουσία γερμανοποίηση αυτής της ενοποίησης.
Στη συνεργασία Ολάντ - Μέρκελ υπάρχουν έντονες διαφωνίες, καθότι το μέτωπο της λιτότητας αρνείται τόσο την τροποποίηση του καταστατικού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας με στόχο τον απευθείας δανεισμό των κρατών-μελών όσο και το ευρωομόλογο αλλά και το ύψος και το εύρος των αναπτυξιακών κονδυλίων. Ήδη η παλιά διακυβερνητική Γερμανίας- Γαλλίας είναι σε κρίση λόγω των αντιθέσεων του Προέδρου Ολάντ με την Α. Μερκελ και διαμορφώνονται νέες συνεργασίες για ένα νέο άτυπο διευθυντήριο για το προσεχές Συμβούλιο Κορυφής, όπου ήδη έχουν γίνει προπαρασκευαστικές συζητήσεις για την ευρωπαϊκή εποπτεία του τραπεζικού συστήματος, την εγγύηση των καταθέσεων και την ευρωπαϊκή εποπτεία των δημοσιονομικών πολιτικών.



Και επανέρχεται σταθερά, ως άμεσης και κατεπείγουσας προτεραιότητας για την πολιτική και οικονομική ενοποίηση, τόσο το θέμα των δημοσιονομικών μεταβιβάσεων προς τις χώρες που αντιμετωπίζουν την κρίση για την επίτευξη δημοσιονομικής σταθερότητας (αρνητική στάση και επιφυλάξεις της Γερμανίας) όσο και το θέμα της πολιτικής ένωσης για τη σταθεροποίηση της νομισματικής ένωσης (επιφυλάξεις της Γαλλίας που θέτει το συνδυασμό δημοσιονομικής σταθερότητας, κοινωνικής συνοχής και ανάπτυξης).
Καθοριστικής σημασίας σε αυτή την κατεύθυνση ήταν όχι μόνο η εκλογή στην Προεδρία της Γαλλίας του Φ. Ολάντ, ύστερα από τη συνεργασία στο δεύτερο γύρο του Σοσιαλιστικού κόμματος της Γαλλίας και της παραδοσιακής Αριστεράς αλλά και η άμεση έναρξη πολιτικής συνεργασίας με την Πρόεδρο των ΗΠΑ, Ομπάμα και άλλες ηγεσίες. Η ήττα του Σαρκοζύ διέσπασε τον άξονα της λιτότητας στην ΕΕ, η ήττα της Μέρκελ θα είναι ο επόμενος σταθμός προκειμένου να ανακάμψει η ευρωπαϊκή οικονομία από την καταστροφή και τις βλάβες που απέφερε αυτή η πολιτική.
Προς αυτήν την κατεύθυνση συνέβαλε σημαντικά και η ήττα των νεοφιλελεύθερων πολιτικών και των μνημονίων στις εκλογές της 6ης Μαΐου  και της 17ης Ιουνίου  στη χώρα μας. Οι Έλληνες πολίτες οδήγησαν σε επανεξέταση σχεδιασμούς συγκεκριμένων επιδιώξεων και συμφερόντων. Οι Έλληνες πολίτες στην πλειοψηφία τους, αρνήθηκαν να συνεχίσουν να αποτελούν το «πειραματόζωο» των αγορών και των πολιτικών της ήττας των Αθηνών και των μονεταριστικών εκβιασμών του Βερολίνου. Αρνήθηκαν τη διαιώνιση των πολιτικών της φτώχειας, της ανεργίας και της ύφεσης, έδειξαν αποφασιστικότητα για μια άλλη πολιτική που είναι γνωστή σε όλες τις χώρες και τους λαούς της Ε.Ε., για προοδευτική έξοδο από την κρίση.
Με δημοκρατικό φρόνημα, αγνόησαν τόσο τις προσβλητικές απειλές όσο και ηγεσίες -ιμάντες μεταβίβασης αυτών των απειλών- που τις επέτειναν απερίσκεπτα και αλαζονικά με τα γνωστά περί εξόδου από την ΕΕ.
Η πλειοψηφία του εκλογικού σώματος αμφισβήτησε αυτή την πολιτική, τα αποτελέσματά της οποίας βιώνει καθημερινά και αγνόησε τα αλλεπάλληλα ψεύδη, τις απειλές, τους εκβιασμούς, τις προκλητικές παρεμβάσεις στην πολιτική ζωή της χώρας, με τις πολιτικές ηγεσίες ανύπαρκτες έναντι αυτού του θλιβερού φαινομένου για την Δημοκρατία. Οι Έλληνες πολίτες υπερασπίστηκαν τα αυτονόητα. Υπέστη ισχυρό κτύπημα όλο το οπλοστάσιο των αγορών, των κερδοσκόπων και των πιστωτών που ρυπαίνει το δημόσιο βίο της χώρας. Ήταν μια απάντηση επίσης, απέναντι στη διαπλοκή και στους ελεγχόμενους πολιτικούς του νεοφιλελευθερισμού τόσο από τη ΝΔ όσο και από το ΠΑΣΟΚ.
Στις εθνικές εκλογές της 6ης Μαΐου και της 17ης Ιουνίου, ηττήθηκε  το αποτυχημένο στρατήγημα περί μονόδρομου. Όσοι το επέβαλαν και όσοι το ψήφισαν, το υποστήριξαν και το εφάρμοσαν, αποποιούνται σήμερα κάθε σχέση με αυτό εκτός από όσους το ταυτίζουν με τις προσωπικές τους επιδιώξεις γιατί πάνω στη στρατηγική του μονόδρομου, οικοδομούσαν καριέρες και συμφέροντα. Άλλωστε οι ίδιοι κύκλοι «σφόδρα επικράθησαν» με το εκλογικό αποτέλεσμα τόσο στην Ελλάδα όσο και στη Γαλλία γιατί  το οικοδόμημα του μονόδρομου υπέστη ήττα και γιατί κάποιοι πολιτικοί ταύτισαν και ταυτίζουν τις καριέρες τους με τις απειλές και το εμπόριο φόβου.
Β. Η Προοδευτική Κυβερνητική Λύση
Η κρίση επιβάλλει την συγκρότηση Κυβέρνησης με συμφωνημένο πλαίσιο, με το δικαίωμα της ισοτιμίας, της πολιτικής διαπραγμάτευσης και της οικονομικής συνεργασίας, με το δικαίωμα ότι προτάσσεται η χώρα ενώπιον κάθε άλλης απαίτησης σε Ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο. Οι αντιφάσεις και οι παλινωδίες δεν μπορούν να αποτελούν μέρος μιας σαφούς πολιτικής ενότητας με άξονα την κυβερνητική πολιτική γιατί έχουμε μεγάλη ήττα της πολιτικής, και είναι γνωστό ότι ήδη την υποκαθιστά ένα δίκτυο διεθνών οργανισμών και οικονομικών κύκλων. Είναι χαρακτηριστική η θέση του Μ. Ντράγκι ότι «η κοινωνική Ευρώπη τελείωσε».
Η αποτυχία των πολιτικών της λιτότητας συνολικά στην Ευρωζώνη -παρ’ όλες τις διαφορετικές εκτιμήσεις στην Ε.Ε.- οδηγεί σε νέες αποφάσεις και ανατροπή των υφιστάμενων ισορροπιών στην Ευρωζώνη. Μετά και τις γαλλικές εκλογές, δεν είναι μονολιθική η Ευρωζώνη. Οι δυσκολίες στο εσωτερικό της χώρας είναι προφανείς. Χρειάζεται λοιπόν κοινή προσπάθεια και με μια απαίτηση να υποχωρήσει η θέση περί «ελληνοποίησης» της κρίσης, δηλαδή ο πόλεμος συγκεκριμένων παρασιτικών συμφερόντων της χώρας που συντονίζονται με τις απαιτήσεις της Γερμανικής κυβέρνησης, του νεοφιλελευθερισμού και της λιτότητας, σε βάρος της χώρας.
Η χώρα χρειάζεται ένα σχέδιο πολιτικού εκδημοκρατισμού με απλή αναλογική, μονοεδρικές και μείωση των περιφερειών καθώς και διακυβέρνηση και διοίκηση με πολιτικές αρχές γιατί και μέσα από τη διαφάνεια η διαφθορά, η ευνοιοκρατία καθώς και η καταστρατήγηση των κανόνων πλουτισμού μπορεί να συνεχίζονται.
Η χώρα χρειάζεται ένα σχέδιο κλαδικό και περιφερειακό με πραγματικούς όρους για την ανασύνταξη της παραγωγικής βάσης της χώρας.
Η χώρα χρειάζεται ένα πρόγραμμα κοινωνικής συνοχής με δίκαιη συμμετοχή στα βάρη.
Καθοριστική στρατηγική που μπορεί να ενώσει το λαό είναι: Μια Νέα Πολιτική Συμφωνία, μια νέα πολιτική και οικονομική συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή με βασικές επιλογές:
Πρώτον: Τη σύνταξη ενός νέου –οικονομικά και κοινωνικά βιώσιμου-δημοσιονομικού προγράμματος σταθερότητας από κοινού με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στα πλαίσια του δικαιώματος της πολιτικής ισοτιμίας της χώρας.
Δεύτερο: Σύνταξη από κοινού με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενός έκτακτου προγράμματος χρηματοδότησης αναπτυξιακών δράσεων κατά κλάδο και περιφέρεια, με συμμετοχή και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων στα πλαίσια και της αποκατάστασης της βλάβης στην ελληνική οικονομία που επέφεραν τα αποτυχημένα και βίαια μέτρα κατά της χώρας από τις αποφάσεις της διακυβερνητικής της Ε.Ε αλλά και άλλων οργάνων της.
Τρίτο: Απαγκίστρωση της χώρας τόσο από το από το ΔΝΤ όσο και από την επιβολή της τρόικα, ακύρωση των μνημονίων και ανάκτηση της πολιτικής αυτονομίας της χώρας και στα πλαίσια της συζήτησης στους κόλπους της Ε.Ε. για την σύσταση Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου.
Τέταρτο: Πολιτικές και νομοθετικές πρωτοβουλίες για την επανάκτηση δικαιωμάτων των δυνάμεων της εργασίας και της παραγωγής και τη δίκαιη συμμετοχή τόσο για την έξοδο από τη κρίση όσο και για την αναδιανομή του ΑΕΠ της χώρας.
Πέμπτο: Τη προώθηση για συνολική λύση της ευρωπαϊκής κρίσης.
Γ. Επίκαιρα Βασικά Σημεία της Πρότασης μου Για την Προοδευτική Έξοδο από την Κρίση
Χρειαζόμαστε γνώση, σταθερότητα, αισιοδοξία. Χρειαζόμαστε κοινή πορεία, κοινούς σκοπούς και στόχους, κοινές ιδέες, κοινές αρχές
Θετική έκβαση της κρίσης,  ούτε υπήρχε ούτε θα υπάρξει χωρίς δικαιοσύνη, χωρίς να φέρουν το βάρος οι έχοντες και κατέχοντες, οι οποίοι μέχρι τώρα είναι στο απυρόβλητο.  
Τίποτε δεν είναι αναλλοίωτο και αμετάβλητο.  Άνθρωποι αλλάζουν αποφάσεις άλλων ανθρώπων. Και η αλλαγή πορείας θα έχει επιτυχία με το λαό σε ενότητα, με τη κοινωνία σε υποστήριξη. Χρειαζόμαστε κοινή προοδευτική προσπάθεια για να ενώσει χιλιάδες πολίτες στον αγώνα τους και στη δίκαιη απαίτηση τους για να δώσουμε  λύσεις  και  να οδηγήσουμε από κοινού σε έξοδο από τη κρίση  με:
Προοδευτική πολιτική εξόδου από την κρίση απέναντι στη νεοφιλελεύθερη, μνημονιακή στρατηγική που ομολογήθηκε η αποτυχία της από τους ηγέτες της ευρωζώνης και ήδη ομιλούν και για νέο σχέδιο, που δεν θα ευοδωθεί όσο επιμένουν σε συνταγές αποτυχίας.
Αυτονομία της πολιτικής απέναντι σε παλιά και σε νέα δίκτυα  του παρασιτικού κεφαλαίου που επιδιώκουν τον έλεγχο της πολιτικής ζωής προς όφελος επιχειρηματικών συμφερόντων. Να ανορθώσουμε ξανά τη Πολιτική στην υπηρεσία του γενικού και του δημοσίου συμφέροντος. Είμαστε εδώ για να ξαναχτίσουμε την πολιτική στο βάθρο που τη θέλει η πλειοψηφία των πολιτών της χώρας.

Δημοκρατία απέναντι στις αντισυνταγματικές και αντιευρωπαϊκές απόπειρες επιβολής, καταλύοντας την αρχή της πολιτικής ισοτιμίας  και επιχειρώντας ανοικτές παρεμβάσεις στην  εσωτερική πολιτική ζωή. Να μην οδηγηθεί η Δημοκρατία σε αναπηρία όπου θα συμμετέχει το 40% του πληθυσμού στα κοινά,  ένα άλλο 40% θα ιδιωτεύει και ένα 20% θα κινείται σε  αντιπολιτικά δίκτυα. Και η προσπάθεια όλων μας πρέπει να είναι το όχι στην ιδιώτευση, ναι στη συμμετοχή για προοδευτική έξοδο από τη κρίση. Και η μεγάλη αποχή στις εκλογικές αναμετρήσεις , αποτελεί ένδειξη ενός  από τα αρνητικά ενδεχόμενα.
Παραγωγική ανασυγκρότηση απέναντι στην πολιτική μαζικής φτωχοποίησης και ανεργίας εις βάρος του λαού και προς όφελος του παρασιτικού κεφαλαίου.
Κοινωνική συνοχή και αλληλεγγύη απέναντι στην κοινωνική ισοπέδωση και στη διάλυση  εισοδημάτων και επιχειρηματικών προσπαθειών.

Πολιτική και οργανωτική ανασυγκρότηση του ΠΑΣΟΚ απέναντι σε αντίπαλες στις Σοσιαλιστικές του αρχές, στρατηγικές πρόσδεσης του με το  νεοφιλελευθερισμό,  που επιχειρούν γνωστά διαπλεκόμενα δίκτυα οικονομικά και πολιτικά , με ταυτόχρονη προσπάθεια ελέγχου  του από μεταλλαγμένα πρόσωπα. Άνθρωποι και κύκλοι που πάντα πολέμησαν τόσο την κοινωνική βάση, όσο και την ιδεολογική ταυτότητα του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
Η βάση του ΠΑΣΟΚ είναι εκεί που είναι η κοινωνία. Είναι σε προοδευτική κατεύθυνση. Η χώρα έχει να αντιμετωπίσει πραγματικότητες, όπως αποτυχία στους δημοσιονομικούς στόχους, μείωση του εθνικού πλούτου,  διάλυση εισοδημάτων και επιχειρήσεων, άνεργους  ενός εκατομμυρίου, 30% των πολιτών κάτω από το όριο της φτώχειας, διάλυση  κοινωνικών  δικαιωμάτων. Όπως καθοριστικά προβλήματα είναι η διάλυση της παραγωγικής βάσης, η φοροδιαφυγή, η παραοικονομία η ανεξέλεγκτη εξαγωγή καταθέσεων σε ξένες τράπεζες και η εισφοροδιαφυγή και αυτά θα έπρεπε να είναι τα κεντρικά ζητήματα μιας κυβέρνησης και να ενδιαφέρουν και τους εταίρους μας στην Ε.Ε
Το κρίσιμο ζήτημα για το ΠΑ.ΣΟ.Κ. είναι με ποια στρατηγική θα βγει η χώρα από την κρίση. Με τον νεοφιλελευθερισμό ή με τις Προοδευτικές πολιτικές; Για ποια πολιτική και για ποια συμφέροντα; Με ποιων την υποστήριξη; Tων κοινωνικών δυνάμεων ή παρασιτικών κύκλων και δικτύων προβολής  με πρόσδεση στο  νεοφιλελευθερισμό και σε πολιτικές συντήρησης και διαιώνισης της κρίσης  σε ευρωπαϊκό  και σε εθνικό επίπεδο;

Για μια Ελλάδα σε μια Ε.Ε. της ισοτιμίας, του κοινού νομίσματος, της κοινής νομισματικής πολιτικής, των αυτόματων δημοσιονομικών μεταβιβάσεων από τις πλεονάζουσες χώρες στις ελλειμματικές, με κοινωνική συνοχή και αλληλεγγύη. Οι προοδευτικές πολιτικές δυνάμεις στην Ευρώπη είναι αντίθετες με το σχέδιο λιτότητας και ύφεσης τόσο ως προάγγελος εφαρμογής και σε άλλες χώρες, όσο και ως πρόλογος του Συμφώνου Δημοσιονομικής Σταθερότητας και του «φρένου χρέους», που προετοιμάζει η νεοφιλελεύθερη ηγεσία της ΕΕ το αμέσως επόμενο διάστημα προκειμένου να επιβάλλει ως γενικευμένη στρατηγική, επιδιώκοντας και την αναθεώρηση και των συνθηκών της Ε.Ε. Μπορούμε ξανά  να συμβάλλουμε και στην ανασυγκρότηση της χώρας και της Ε.Ε.  
Σε  δύο ή και περισσότερες βάρκες και όπου αλλού επιδιώκουν τα οικονομικά δίκτυα και η μιντιοκρατία δεν μπορούν να βρίσκονται οι σοσιαλιστές.
Θέση μας είναι η συμπόρευση των προοδευτικών δυνάμεων και η κοινή προσπάθεια. Το οφείλουμε στην ιστορία μας, στους αγώνες μας, στο προοδευτικό κίνημα και στη συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού που δοκιμάζεται αυτήν την περίοδο. Είναι η ώρα λοιπόν, για την έμπρακτη εφαρμογή της προοδευτικής πολιτικής εξόδου από την κρίση.

Στέφανος Τζουμάκας.

Δεν υπάρχουν σχόλια: