Βλέπετε κλίμα Πολυτεχνείου στις σημερινές διαμαρτυρίες για την κρίση; Δεν επαναλαμβάνονται τα πράγματα γιατί θα είναι φάρσα ιστορική. Οι πάντες έχουν μέσα τους το Πολυτεχνείο. Και κυρίως οι νέοι. Νοσταλγούν κάτι που δεν έχουν ζήσει κι αυτό είναι ελπιδοφόρο. Είναι άλλες οι συνθήκες σήμερα. Αλλά θα γίνει κάτι πιο πολύ και πέρα από εκεί. Έχοντας όμως κάποιες κατακτήσεις που είναι είτε στο συνειδητό είτε στο μυαλό τους. Γι’ αυτό πρέπει να θυμόμαστε τι έγινε.
Πώς το βιώσατε τότε; Δεν ήταν μια εξέγερση. Εκεί έγινε η πραγμάτωση της άμεσης δημοκρατίας. Γίναμε μια μεγάλη κομμούνα με γενικές συνελεύσεις από φοιτητές απ’ όλες τις σχολές, με ανακλητούς εκπροσώπους, με συντονιστική επιτροπή, με ραδιοφωνικό σταθμό, με συνύπαρξη. Πέντε χιλιάδες άνθρωποι εκπληκτικοί, ερωτικοί. Δίχως εξάρτηση από κανένα κόμμα και φορέα.
Γιατί υπάρχει αυτή η προσπάθεια απαξίωσης της γενιάς του Πολυτεχνείου; Eίναι υποβολιμαίο να λένε ότι κάποιοι εξαργύρωσαν από τη γενιά του Πολυτεχνείου. Το απαξίωσαν σκόπιμα οι άκαπνοι ή αυτοί που θα ήταν εναντίον μας, αν ήταν τότε εκεί. Χρησιμοποιούν 10-20 ανθρώπους από εμάς που πήραν δημόσιες θέσεις και πάνε να ταυτίσουν όλους. Δεν σέβονται ούτε τους νεκρούς, ούτε τους τραυματίες, ούτε τους ανώνυμους. Είναι λάθος. Δεν ήμασταν γενιά, ήμασταν μια μειοψηφία. Δεν ήμασταν ελεγχόμενοι. Διαμορφώναμε την κατάσταση από μόνοι μας.
Πώς έγινε το Πολυτεχνείο; Aπό αυτή την εξεργεσιακή αμεσοδημοκρατική αντίληψη και στο πνεύμα της ελευθερίας, που ήταν για μας ακόμη πιο σημαντική και από το ψωμί. Ξεπεράσαμε τα προβλήματα της παιδείας, γιατί στην αρχή ήταν φοιτητικά τα αιτήματα, πολιτικοποιήσαμε τον αγώνα, μιλήσαμε για ψωμί, παιδεία, ελευθερία, ένα τρίπτυχο που ισχύει και σήμερα ακόμη. Ζητήσαμε από το λαό να μας συμπαρασταθεί, κι εμείς με το λαό που είχε εξεγερθεί δεν θα γκρεμίζαμε απλώς τη Χούντα αλλά θα πηγαίναμε και παραπέρα. Η Χούντα δεν ήταν το μόνο πρόβλημα. Η Χούντα ήταν αυτό που βλέπαμε, που μας στερούσε το δικαίωμα στη ζωή και την ελευθερία. Είναι λάθος να συγχέουμε τα πράγματα. Γίνετα σκόπιμα. Έχει μια αίγλη, όμως. Η δυναμική του είναι σημαντική και ως ιστορικό και ως συμβολικό γεγονός. Διότι δείχνει το δρόμο της συνέχειας. Από εκεί που δεν μπορέσαμε να φτάσουμε εμείς με τη μεταπολίτευση, με την τραγωδία της Κύπρου, με το καθεστώς που διαμόρφωσαν οι παλιοί πολιτικοί. Με τη σύμπραξη της Χούντας. Σκεφτείτε τον Γκιζίκη να ορκίζει τον Καραμανλή και την κυβέρνηση εθνικής ενότητας με εκλογές ανήμερα στην πρώτη επέτειο του Πολυτεχνείου.
Το ραδιόφωνο τι ρόλο έπαιξε; Καθοριστικό. Έγινε η φωνή των εξεγερμένων. Σπάσαμε τη μοναξιά και την απομόνωση. Απλώθηκε σε όλη την Ελλάδα. Έβγαλε τον κόσμο από τη χουντοποίηση, το φόβο, την ανοχή. Για αυτό φωνάζαμε «έξι χρόνια είναι πολλά - δεν θα γίνουνε επτά». Γι’ αυτό λέγαμε «απόψε πεθαίνει ο φασισμός», «λαέ, συμπαράσταση». Υπήρχε ένα ακόμη σύνθημα: «Απόψε θα γίνει της Ταϊλάνδης». Δεν ήμασταν μόνοι. Είχαν και εκεί εξεγερθεί οι φοιτητές. Όπως και στη Νότιο Κορέα, στο Βελιγράδι, στην Ιταλία. Ένα παγκόσμιο πνεύμα.
Το κλίμα πώς ήταν; Θυμάμαι έφεραν το «Γούντστοκ» και το κατεβάσανε την άλλη μέρα, όπως και το «Φράουλες και αίμα». Λογοκρισία, τρομοκρατία, σκοτάδι στα πανεπιστήμια, κυβερνητικοί επίτροποι, χαφιέδες από την ασφάλεια. Βασάνιζαν, τρομοκρατούσαν, εξορίες. Υπήρχε μια δημιουργική κατάσταση δίνοντας τόπο στην ουτοπία μέσω του ονείρου και της πίστης μας ότι θα γκρεμίσουμε τη Χούντα και θα αλλάξουμε τον κόσμο. Νομίζεις ότι ξέραμε; Aυτοοργανωθήκαμε αυθόρμητα, αποκτήσαμε αυτονομία, πήγαμε κόντρα στον Μαρκεζίνη και στην προσπάθεια ομαλοποίησης της Χούντας που είχε τσιμπήσει κι ένα μέρος της Αριστεράς. Αλά τούρκα δημοκρατία. Με πολιτικούς μαριονέτες. Σπάσαμε την καθολικότητα που ήθελε να έχει πάνω μας η Αριστερά. Δεν ήλεγχαν αυτό που κάναμε. Πήγαμε κόντρα και στους πολιτικούς.
Πώς σας έβλεπε ο κόσμος και τα κόμματα; Eίχαμε γίνει πολιτικό υποκείμενο για τρεις μέρες. Είχε φύγει το παιχνίδι από τα χέρια τους. Αυτοί ήθελαν να κλέψουν από εμάς για αυτό μας αγκάλιασαν μέχρι ασφυξίας και κάποιοι ενδώσανε. Γιατί μας είχαν ανάγκη. Μεγαλώσαμε και πολιτικοποιηθήκαμε μέσα στη Χούντα πολύ πιο προχωρημένα από ό,τι πιστεύουν σήμερα οι νέοι ή νομίζουν κάποιοι σκοπίμως θεωρώντας μας αλήτες. Στο μυθιστόρημά μου «Ο ήλιος του μουσείου» έχω γράψει ότι καθόμασταν αραχτοί και πίναμε καφέ στο μουσείο και μας έλεγαν «α, πληρώνουν οι γονείς τους τάχα να σπουδάζουν», χωρίς να καταλαβαίνουν ότι κυοφορούνταν η επανάσταση στα τραπέζια και στις σχέσεις μας. Είχαν προηγηθεί τρία χρόνια για να δημιουργηθούν από τραγούδια, ομάδες, παρέες, έρωτες, οι προϋποθέσεις κόντρα στο σκοτάδι του πανεπιστήμιου, στους εγκάθετους της Χούντας, στην παθητική κοινωνία. Την ξυπνήσαμε. Από σπίθα είχαμε γίνει φωτιά σε όλη την Ελλάδα και στο εξωτερικό. Δεν τολμούν να το θίξουν το Πολυτεχνείο. Να το διαστρεβλώσουν προσπαθούν. Και δρόμους μας έκαναν και πλατείες και ήρωες. Δεν ήμασταν. Ήμασταν ό,τι είναι και τα σημερινά παιδιά.
Τι μπορεί να συμβολίζει το Πολυτεχνείο στα σημερινά παιδιά; Τα νέα παιδιά που είναι στην ανεργία και στην ξεφτίλα θα δημιουργήσουν τα δικά τους κύτταρα. Και θα τα λένε «πολυτεχνεία» ακόμη και ας μην έχουν σχέση με εκείνο το γεγονός. Λειτουργεί συμβολικά. Είναι ένας σταθμός ανεφοδιασμού γι’ αυτά. Να πάρουν εφόδια από εκεί και να εκτιναχτούν στο μέλλον, που τους το έχουν αφαιρέσει. Να εκτιναχτούν στο όνειρο και στην απόλαυση της ζωής. Διότι η τυραννία της επιβίωσης και της ανάγκης είναι χειρότερη από μια ορατή δικτατορία. Η βία των αυτοκτονιών, της ανεργίας, της κοινωνικής κατάθλιψης. Υπάρχει βία στα μάτια των ανθρώπων. Απόγνωση, απογοήτευση. Αυτά τα σημάδια, αν γενικευτούν, πού θα κρυφτούν οι άλλοι;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου