Η στιγμή που ζούμε δεν χρειάζεται την αναβάπτιση στην κουλτούρα των οδομαχιών του μεσοπολέμου ούτε τη φαντασιακή ανάκληση της Βαστίλης, της Κομμούνας και όλων των ανατρεπτικών σκηνών που επιλέγονται για να σκεπάσουν τη γύμνια του παρόντος |
Δεν ήμουν στην Αθήνα τις δυο μέρες της γενικής απεργίας. Αυτά που είδα όμως και άκουσα, αλλά ιδίως αυτά που διαβάζω εδώ και δυο μέρες σε ανακοινώσεις, καταγγελίες, κάθε λογής μηνύματα και σχολιασμούς με κάνουν να ανησυχώ. Βλέπω ας πούμε ότι το τραύμα της Μάρφιν, ενώ είχε απελευθερώσει ενδιαφέρουσες αυτοκριτικές δυνάμεις στον ευρύτερο αντιεξουσιαστικό χώρο, δεν γέννησε μια άλλη αντίληψη συλλογικής πρακτικής. Για ένα κομμάτι της αναρχίας, η «αδιαμεσολάβητη οργή» συνοδεύεται από την ίδια ερεβώδη αδιαφορία απέναντι στις συνέπειες χάριν της επιβεβαίωσης της μοναδικής συγκρουσιακής αλήθειας (όπως την εννοούν). Ο ακραίος υποκειμενισμός εν μέσω χιλιάδων ανθρώπων λειτουργεί εντέλει ως ένα αντικοινωνικό πραξικόπημα που δεν έχει καμιά σχέση ούτε με τον αγώνα εναντίον του καθεστώτος ούτε με τη διαμαρτυρία για τις πρακτικές της «εξουσιαστικής» Αριστεράς και ειδικά του ΚΚΕ. Αλλά αυτό που φοβάμαι είναι κάτι μεγαλύτερο από τον πόλεμο του μαύρου μπλοκ με το ΚΚΕ και την απολύτως ανόητη επένδυσή του με όλες τις μνήμες της ιστορίας που έφερε σε ρήξη τους δύο χώρους, όχι μόνο στα χρόνια της Μεταπολίτευσης, αλλά από καταβολής. Αυτό που φοβάμαι είναι ότι ενώ ζούμε ένα νέο καθεστώς πολιτικής, οικονομικής και ηθικής βίας, ενώ βρισκόμαστε σε κρίση νομιμοποίησης της μνημονιακής αυταρχίας, ο χώρος των αντιστάσεων υφίσταται ένα ακόμα εσωτερικό σοκ. Οι δεκάδες χιλιάδες που απεργούν και βγαίνουν στο δρόμο εξαναγκάζονται σε φυγή, σε απόσυρση, σε κατάθλιψη: όχι μόνο με ευθύνη των κρατικών δυνάμεων καταστολής, αλλά και με ευθύνη όσων θέλουν να επιβάλλουν στην πολλαπλότητα τη δική τους θέαση, να κάνουν το κομμάτι τους, να παίξουν τη δική τους φαντασίωση εφόδου στα χειμερινά ανάκτορα. Αλλά βλέπω και κάτι άλλο: ότι απέναντι στη σημερινή κρίση που έχει, όπως λένε, μεσοπολεμικό άρωμα, ένας ορισμένος κόσμος, είτε από την ριζοσπαστική αριστερά είτε από την αναρχία, αναστηλώνει τον πραγματικό ιστορικό μεσοπόλεμο. Η θεμιτή αναλογία ή μεταφορά (κρίση των μεσαίων στρωμάτων, αίσθηση παρακμής, κρίση του κοινοβουλευτικού καθεστώτος) λειτουργεί δυστυχώς ως πραγματική ανάκληση και παράδοξη, αν όχι παράλογη, μίμηση. Οι μιμητές του ΄20 ανακαλύπτουν λ.χ., το «τάξη εναντίον τάξης» ή μιλούν για εργατικές πολιτοφυλακές και σοσιαλφασισμούς. Οι μιμητές του ΄30 ξαναζεσταίνουν τον αντιφασισμό. Ταξικές καθαρολογίες και λαϊκομετωπισμοί επανέρχονται για να ξαναδώσουν ζωή στα παλιά εσωτερικά δράματα του κινήματος και στις άλυτες διαφορές ενός αιώνα. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι η μεγαλύτερη δύναμη της ελληνικής Αριστεράς έχει πια ολοκληρώσει την επιστροφή της στη σταλινική δεκαετία του ΄30 με επιλογές καθαγιασμού των χειρότερων στιγμών της σοβιετικής εποχής. Δυστυχώς, όμως, αυτό το παιχνίδι με τα αναμνηστικά του κινήματος παίζεται σε ένα κοινωνικό τοπίο υπό διάλυση και σε μια συγκυρία ακραίας ολιγαρχικής αυτονόμησης της νεοφιλελεύθερης πολιτικής, τεχνοκρατικής και «διανοούμενης» κάστας. Αλλά οι άνθρωποι που ασφυκτιούν και αναζητούν έναν ορίζοντα εξόδου κατεβαίνοντας στο δρόμο, δεν είναι αναλώσιμο υλικό σε μια παράσταση με αντικείμενο την επιβεβαίωση αριστερών ή αναρχικών ταυτοτήτων. Ο δημόσιος χώρος των αντιστάσεων δεν μπορεί να είναι αρένα και δοκιμαστήριο για το αναγκαστικό πέρασμα γραμμών και επιτελικών αποφάσεων, για τις διάφορες επαναστατικές ρήτρες, εξεγερσιακές μανιέρες ή για τους σχεδιασμούς του ενός ή άλλου υποσυνόλου. Ο δημόσιος χώρος της αντίστασης δεν μπορεί να είναι το θέατρο για την κωμωδία του «αυθόρμητου-αδιαμεσολάβητου» ή για τη πρόζα της «σιδερένιας οργάνωσης». Πάνω από όλα, η στιγμή που ζούμε δεν χρειάζεται την αναβάπτιση στην κουλτούρα των οδομαχιών του μεσοπολέμου ούτε τη φαντασιακή ανάκληση της Βαστίλης, της Κομμούνας και όλων των ανατρεπτικών σκηνών που επιλέγονται για να σκεπάσουν τη γύμνια του παρόντος. Είναι μια στιγμή συγκρουσιακή, αλλά με τρόπους που μένουν να επινοηθούν πέρα και έξω από τα καδρόνια και τις γροθιές, πέρα και έξω από τους αγώνες αυτοσυντήρησης και τις επιθυμίες συμβολικής υπεροχής. Στη νέα διάταξη της «αστικής διακυβέρνησης», καμιά ταυτότητα δεν θα διασωθεί μέσα από ενέσεις ηρωικού ή βίαιου αρχαϊσμού… |
Κυριακή 30 Οκτωβρίου 2011
Καλωσήλθατε στον Μεσοπόλεμο, του Νικόλα Σεβαστάκη. Πηγή: www.rednotebook.gr
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου